Η Ελλάδα σπάει ρεκόρ στις αφίξεις τουριστών και οι προβλέψεις για τη φετινή σεζόν είναι ιδιαίτερα αισιόδοξες. Ωστόσο, πίσω από τα εντυπωσιακά νούμερα και τη λάμψη της τουριστικής επιτυχίας, υπάρχει ένα πρόβλημα που βαθαίνει χρόνο με τον χρόνο: η δυσκολία των επιχειρήσεων να βρουν προσωπικό.
Το ζήτημα δεν είναι μόνο αριθμητικό, είναι δομικό. Για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, η σεζόν ξεκινά με λιγότερες επαναπροσλήψεις και περισσότερα κενά.
Σύμφωνα με στοιχεία του κλάδου, οι προσλήψεις προσωπικού στα τουριστικά καταλύματα τον Φεβρουάριο ήταν μειωμένες κατά 10% σε σχέση με πέρυσι, ενώ οι κενές θέσεις στον τουρισμό και την εστίαση αναμένεται να ξεπεράσουν τις 80.000.
Κι όλα αυτά σε μια περίοδο που η χώρα υποδέχεται διαρκώς περισσότερους επισκέπτες και που ο τουρισμός παραμένει ο πιο ισχυρός πυλώνας της ελληνικής οικονομίας.
Χαμηλοί μισθοί, σκληρά ωράρια, πρόβλημα στέγασης
Η δυσκολία δεν είναι απλώς θέμα προσφοράς και ζήτησης. Οι λόγοι που αποτρέπουν χιλιάδες Έλληνες να εργαστούν στον τουρισμό είναι συγκεκριμένοι και, δυστυχώς, διαχρονικοί: χαμηλοί μισθοί, εξαντλητικά ωράρια, ελλιπής κάλυψη ασφαλιστικών εισφορών και κακές συνθήκες διαβίωσης, ιδιαίτερα όταν η επιχείρηση παρέχει στέγη.
Στις τουριστικές περιοχές, το πρόβλημα με τα ενοίκια έχει πάρει εκρηκτικές διαστάσεις. Σε νησιά όπως η Μύκονος, η Σαντορίνη ή η Πάρος, η ανεύρεση αξιοπρεπούς και οικονομικά προσιτής κατοικίας είναι σχεδόν αδύνατη για τους εποχικούς εργαζόμενους.
Οι επιχειρήσεις που προσφέρουν στέγη συχνά στεγάζουν δύο ή και τρία άτομα ανά δωμάτιο, σε συνθήκες που δύσκολα θα μπορούσαν να θεωρηθούν κατάλληλες για ανθρώπους που εργάζονται δώδεκα ώρες την ημέρα, επτά μέρες την εβδομάδα.
Απομακρύνονται οι Έλληνες από τη σεζόν
Η χαμηλή ποιότητα της διαμονής, σε συνδυασμό με την εξάντληση και τις αμοιβές που δεν ανταποκρίνονται στο κόστος ζωής, οδηγούν ολοένα και περισσότερους Έλληνες στο να εγκαταλείπουν την ιδέα της «σεζόν».
Πολλοί στρέφονται σε άλλες χώρες – όπως η Κύπρος, η Μάλτα, η Ισπανία ή η Κροατία – όπου προσφέρονται καλύτεροι μισθοί, ρυθμισμένα ωράρια και σαφώς καλύτερες συνθήκες διαβίωσης.
Αυτό έχει ως συνέπεια οι επιχειρήσεις να καλύπτουν τις ανάγκες τους με προσωπικό μικρότερης εμπειρίας ή από τρίτες χώρες, χωρίς πάντα να υπάρχει η κατάλληλη εκπαίδευση ή το απαιτούμενο υπόβαθρο στον τομέα της φιλοξενίας.
Και όταν το ανθρώπινο δυναμικό υπολείπεται σε εμπειρία ή εκπαίδευση, η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών πλήττεται — με τελικό αποδέκτη τον τουρίστα.
Η σημασία της σωστής εμπειρίας φιλοξενίας
Σε μια αγορά όπου ο ανταγωνισμός είναι διεθνής και οι επιλογές των επισκεπτών πολλαπλές, η εμπειρία που προσφέρει ο προορισμός μετράει όσο και το τοπίο.
Η Ελλάδα μπορεί να έχει την ομορφότερη θέα και τα καθαρότερα νερά, όμως, αν ο τουρίστας φεύγει με αρνητική εντύπωση από την εξυπηρέτηση ή την οργάνωση, δεν θα επιστρέψει.
Και το μεγαλύτερο στοίχημα για τον ελληνικό τουρισμό δεν είναι απλώς να προσελκύει, αλλά να χτίζει σχέσεις επανάληψης και εμπιστοσύνης.
Ελληνική οικονομία και Τουρισμός – Μια σχέση εξάρτησης
Η ελληνική οικονομία εξαρτάται από τον τουρισμό σε κρίσιμο βαθμό. Το 2023, τα έσοδα από τον τουρισμό ξεπέρασαν τα 20 δισεκατομμύρια ευρώ, συμβάλλοντας με ποσοστό που πλησιάζει το 25% του ΑΕΠ όταν συνυπολογιστούν οι παράπλευρες δραστηριότητες.
Είναι σαφές ότι χωρίς επένδυση στο ανθρώπινο κεφάλαιο του κλάδου, η ανάπτυξη αυτή θα έχει όρια – ή ακόμη και ημερομηνία λήξης.
Το φαινόμενο δεν είναι μεμονωμένο. Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, η αγορά εργασίας χαρακτηρίζεται πλέον από υψηλή «στενότητα», δηλαδή αναντιστοιχία μεταξύ των ανοιχτών θέσεων και των διαθέσιμων εργαζομένων.
Στον τουρισμό, η κατάσταση είναι πιο έντονη: τα καταλύματα και η εστίαση εμφανίζουν ποσοστό κενών θέσεων 8%, σημαντικά υψηλότερο από άλλους κλάδους.
Και παρά τη φαινομενική ανεργία, η αλήθεια είναι πως οι θέσεις που προσφέρονται δεν είναι ελκυστικές για το εγχώριο εργατικό δυναμικό.
Αναζητούνται λύσεις – και βούληση-
Οι λύσεις δεν είναι ούτε εύκολες ούτε γρήγορες, είναι όμως απαραίτητες. Πρώτα απ’ όλα, πρέπει να βελτιωθούν οι αμοιβές.
Η σεζόν συνεπάγεται εντατική εργασία – το ελάχιστο που μπορεί να προσφερθεί είναι όχι μόνο αξιοπρεπής αλλά και ικανοποιητικός μισθός που να δικαιολογεί την επιβάρυνση του εργαζομένου.
Παράλληλα, η νομοθετική θωράκιση των ωραρίων και των συνθηκών διαμονής πρέπει να ενισχυθεί. Δεν αρκεί μια επιχείρηση να δηλώνει ότι προσφέρει «στέγη», η στέγη αυτή πρέπει να πληροί ελάχιστες προδιαγραφές.
Η επιμόρφωση και η πιστοποίηση επαγγελματιών στον τουρισμό μπορούν επίσης να λειτουργήσουν ως καταλύτης, αναβαθμίζοντας τόσο τις δεξιότητες όσο και τις απαιτήσεις από την πλευρά των εργοδοτών. Και φυσικά, το κράτος έχει ρόλο να παίξει.
Με επιδοτούμενα προγράμματα για στέγαση, με στοχευμένα κίνητρα για εργοδότες που επενδύουν στους ανθρώπους τους, αλλά και με συστηματικούς ελέγχους στις εργασιακές συνθήκες.
Η Ελλάδα οφείλει να επενδύσει στους ανθρώπους της
Η Ελλάδα δεν μπορεί να στηρίζει την πιο δυναμική της βιομηχανία σε ευκαιριακές λύσεις. Ούτε να βλέπει κάθε χρόνο τους πιο καταρτισμένους εργαζόμενους να φεύγουν στο εξωτερικό ή να απορρίπτουν μια σεζόν που δεν σέβεται τις ανάγκες τους.
Η φιλοξενία είναι υπόθεση ανθρώπων
Για να συνεχίσει ο ελληνικός τουρισμός να αναπτύσσεται, πρέπει να επενδύσει στους ανθρώπους του.
Αλλιώς, τα ρεκόρ των αφίξεων θα συνυπάρχουν με αρνητικές εμπειρίες και με μια βιομηχανία που εξαντλεί τους ίδιους της τους πόρους.
Σε τελική ανάλυση, η φιλοξενία είναι υπόθεση ανθρώπων. Και η πιο αξέχαστη εμπειρία για έναν επισκέπτη δεν είναι πάντα το ηλιοβασίλεμα. Eίναι το χαμόγελο, η εξυπηρέτηση, η προσωπική σχέση. Αν δεν στηρίξουμε όσους τη δημιουργούν, θα τη χάσουμε.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.