Το 2022 ήταν η χρονιά της βιωσιμότητας. Πολλά brands και επιχειρήσεις υιοθέτησαν πολιτικές, με τις οποίες εγγυώνται ότι οι δράσεις τους θα είναι πιο φιλικές προς το περιβάλλον, κυρίως επικεντρωμένες στο μηδενικό ανθρακικό αποτύπωμα. Ωστόσο, η μόλυνση που προκαλεί ο άνθρακας δεν είναι το μόνο πρόβλημα στο οποίο χρειάζεται να επικεντρωθεί ο επιχειρηματικός κόσμος. Ένα μεγάλο περιβαλλοντικό πρόβλημα με μεγάλες κοινωνικές προεκτάσεις, είναι η λειψυδρία.
Το νερό καλύπτει το 70% του πλανήτη μας και είναι εύκολο να σκεφτεί κανείς ότι θα είναι πάντα άφθονο. Ωστόσο, το γλυκό νερό -το οποίο πίνουμε, κάνουμε μπάνιο, ποτίζουμε- είναι απίστευτα σπάνιο. Μόνο το 3% του παγκόσμιου νερού είναι γλυκό και τα δύο τρίτα αυτού είναι κρυμμένα σε παγετώνες ή δεν είναι διαθέσιμα για χρήση. Ως αποτέλεσμα, περίπου 1,1 δισεκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως δεν έχουν πρόσβαση σε νερό και συνολικά 2,7 δισεκατομμύρια δεν έχουν νερό για τουλάχιστον ένα μήνα το χρόνο.
Πολλά από τα υδάτινα συστήματα στα οποία βασίζονται τα οικοσυστήματα και τροφοδοτούν τον αυξανόμενο ανθρώπινο πληθυσμό βρίσκονται σε κίνδυνο. Τα ποτάμια, οι λίμνες και οι υδροφόροι ορίζοντες στερεύουν ή μολύνονται. Περισσότεροι από τους μισούς υδροβιότοπους του κόσμου έχουν εξαφανιστεί. Η γεωργία καταναλώνει περισσότερο νερό από οποιαδήποτε άλλη πηγή και σπαταλά μεγάλο μέρος αυτού. Η κλιματική αλλαγή μεταβάλλει τα πρότυπα του καιρού και του νερού σε όλο τον κόσμο, προκαλώντας ελλείψεις και ξηρασίες σε ορισμένες περιοχές και πλημμύρες σε άλλες.
Διαβάστε ακόμα: Γιατί το Amazon παγώνει τα σχέδιά του για νέες εγκαταστάσεις
Συνειδητοποιώντας το μέγεθος του προβλήματος, το Amazon αποφάσισε να αναλάβει δράση μέσω της πλατφόρμας cloud, Amazon Web Services. Συγκεκριμένα, δεσμεύεται ότι η AWS θα επιστρέψει περισσότερο νερό στις κοινότητες από ό,τι χρησιμοποιεί στις άμεσες λειτουργίες της. Σύμφωνα με το Amazon, το 2021 η AWS έφτασε σε μια παγκόσμια μέτρηση απόδοσης χρήσης νερού (WUE) 0,25 λίτρων νερού ανά κιλοβατώρα, κάτι που το Amazon υπερήφανα ανακοίνωσε ότι είναι το καλύτερο αποτέλεσμα που πέτυχε κάποιος από τους παρόχους cloud.
Μάλιστα, η AWS ακολουθεί τέσσερις βασικές στρατηγικές για να αντιμετωπίσει τη λειψυδρία έως το 2030: βελτίωση της αποδοτικότητας του νερού, χρήση βιώσιμων πηγών νερού, επιστροφή νερού για επαναχρησιμοποίηση από την κοινότητα και υποστήριξη έργων παροχής νερού.
Για το λόγο αυτό το συγκεκριμένο τμήμα του Amazon χρησιμοποιεί προηγμένες υπηρεσίες cloud, όπως τεχνολογίες Internet of Things (IoT), για να αναλύσει τη χρήση του νερού σε πραγματικό χρόνο και να εντοπίσει και να διορθώσει διαρροές. Καταργεί επίσης τη χρήση νερού ψύξης σε πολλές από τις εγκαταστάσεις του για το μεγαλύτερο μέρος του έτους. Για παράδειγμα, στην Ιρλανδία και τη Σουηδία, η AWS δεν χρησιμοποιεί το απαραίτητο νερό για να ψύξει τα κέντρα δεδομένων της για το 95% του έτους. Αλλά επενδύει σε συστήματα επεξεργασίας νερού που της επιτρέπουν να το επαναχρησιμοποιεί πολλές φορές, ελαχιστοποιώντας τις ποσότητες που καταναλώνονται για ψύξη.
Δεν περιορίζεται όμως μόνο σε αυτά. Αλλά εκμεταλλεύεται και τις βιώσιμες πηγές, όπως το ανακυκλωμένο νερό και τη συλλογή όμβριων υδάτων, όπου είναι δυνατόν. Το ανακυκλωμένο νερό που προέρχεται από την τριτοβάθμια επεξεργασία λυμάτων έχει εξελιχθεί σε μια αξιόπιστη πηγή νερού, η οποία προσθέτει σημαντικές ποσότητες στο υδατικό ισοζύγιο και παράλληλα επιτρέπει την εξοικονόμηση φρέσκου νερού στα φράγματα και στους υπόγειους υδροφορείς. Έτσι, η AWS χρησιμοποιεί ήδη ανακυκλωμένο νερό για ψύξη σε 20 κέντρα δεδομένων σε όλο τον κόσμο, ενώ έχει σχέδια να επεκτείνει τη χρήση ανακυκλωμένου νερού σε περισσότερες εγκαταστάσεις. Από την άλλη, η συλλογή των όμβριων υδάτων αφορά τη συλλογή νερού από επιφάνειες, όπως είναι οι σκεπές και οι ασφαλτοστρωμένες περιοχές.
Διαβάστε ακόμα: Το Amazon ανησυχεί ότι σε λίγο δε θα υπάρχουν υπάλληλοι να προσλάβει
Μετά τη μεγιστοποίηση της χρήσης του νερού στα κέντρα δεδομένων της, η AWS βρίσκει τρόπους να το επιστρέψει στις κοινότητες, όπως κάνει στο Όρεγκον των Η.Π.Α. Εκεί παρέχει έως και το 96% του νερού ψύξης από τα κέντρα δεδομένων της σε τοπικούς αγρότες χωρίς χρέωση, δίνοντάς τους την δυνατότητα να υδροδοτήσουν τις καλλιέργειες τους.
Παράλληλα, μέχρι σήμερα, η AWS έχει ολοκληρώσει έργα στη Βραζιλία, την Ινδία, την Ινδονησία και τη Νότια Αφρική, παρέχοντας 1,6 δισεκατομμύρια λίτρα γλυκού νερού κάθε χρόνο στους κατοίκουν αυτών των κοινοτήτων. Για παράδειγμα, σε περιοχές όπως η Μαχαράστρα και το Χαϊντεραμπάντ της Ινδίας και η Δυτική Ιάβα της Ινδονησίας, η AWS συνεργάζεται με την παγκόσμια μη κερδοσκοπική οργάνωση Water.org για να παρέχει σε 250.000 άτομα πρόσβαση σε πόσιμο νερό και συστήματα αποχέτευσης. Η AWS εγκαινιάζει επίσης πολλά νέα έργα, τα οποία, μόλις ολοκληρωθούν, θα παρέχουν περισσότερα από 823 εκατομμύρια λίτρα νερού σε κοινότητες σε όλο τον κόσμο κάθε χρόνο.
Την ίδια στιγμή που το Amazon προσπαθεί να σώσει το περιβάλλον με αυτόν τον τρόπο, οι υπόλοιπες του δράσεις προστασίας του περιβάλλοντος δεν είναι ιδιαίτερα επιτυχημένες. Συγκεκριμένα, το ανθρακικό αποτύπωμα της εταιρείας όχι απλά δεν μειώθηκε φέτος, αλλά αυξήθηκε. Οι περιβαλλοντικοί στόχοι της εταιρείας κάνουν λόγο για την επίτευξη της ανθρακικής ουδετερότητας μέχρι το 2040. Ωστόσο, από το 2019, οπότε και έρχισε να δημοσιοποιεί επισήμως στοιχεία, μέχρι το 2021, σημειώθηκε μια άνοδος 40% στο ανθρακικό αποτύπωμα του Amazon. Μάλιστα, αυτή η περιβαλλοντική επιβάρυνση συμβαίνει ενώ η εταιρεία έχει αρχίσει να χρησιμοποιεί αυτοματισμούς στις διαδικασίες της και έχει στραφεί σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Παράλληλα, έχουν αρχίσει να κυκλοφορούν στους δρόμους των ΗΠΑ τα νέα ηλεκτροκίνητα φορτηγάκια της, για τις παραδόσεις των προϊόντων της.
Aν σκεφτεί κανείς το μέγεθος της εταιρείας, τον όγκο και τη φύση των επιχειρήσεών της και την εξάπλωσή της στον κόσμο, τότε το λιγότερο που πρέπει να υποθέσει είναι ότι το Amazon επιβαρύνει σημαντικά το περιβάλλον. Και όντως έτσι είναι. Ο μεγαλύτερος λιανέμπορος του ηλεκτρονικού εμπορίου έχει πολλή σκληρή δουλειά να κάνει, αν θέλει να μειώσει το ανθρακικό του αποτύπωμα, που ισούται με αυτό μιας μικρής χώρας. Για την ακρίβεια, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα του Amazon ισούνται με εκείνες του Μπαγκλαντές, δηλαδή φτάνουν τους 71,54 εκατομμύρια τόνους.
Με πληροφορίες από CSA
Photo: Unsplash
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.