Τον Ιούνιο, μετά από 90 χρόνια στην αγορά καλλυντικών, η Revlon κατέθεσε αίτηση χρεοκοπίας στη Νότια Περιφέρεια της Νέας Υόρκης και σύμφωνα με τα δικαστικά έγγραφα, τα περιουσιακά στοιχεία και οι οικονομικές υποχρεώσεις της κυμαίνονται μεταξύ 1 και 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Πέρα από το σοκ που προκάλεσε η ανακοίνωση, εξαιτίας της βαθιάς ιστορίας της εταιρείας -η Revlon μεταξύ άλλων υπήρξε ο βασικός χορηγός των αμερικανικών βραβείων Όσκαρ- δημιουργεί ερωτήματα για το υπόλοιπο της ζωής άλλων εταιρειών στον τομέα της ομορφιάς.
Η Revlon ιδρύθηκε το 1932 στη Νέα Υόρκη, ως εταιρεία που παρήγαγε βερνίκια νυχιών και λίγο αργότερα κραγιόν και σταδιακά επεκτάθηκε και σε άλλα προϊόντα ομορφιάς. Εκτός από την ομώνυμη μάρκα της, η Revlon έχει στο χαρτοφυλάκιό της μια σρειρά από καταξιωμένα beauty brands όπως τα Elizabeth Arden, Almay και Cutex, καθώς και αρώματα με την υπογραφή της Christina Aguilera και της Britney Spears.
Μέχρι το 1955, που εξαγοράστηκε από τη MacAndrews & Forbes, είχε καταφέρει να ανακηρυχθεί ως leader της αγοράς καλλυντικών. Ωστόσο, ήδη από τότε έπρεπε να διαχειριστεί μια σειρά από οικονομικά προβλήματα. Τα τελευταία χρόνια βρέθηκε αντιμέτωπη με έναν διαρκώς αυξανόμενο ανταγωνισμό από νέες μάρκες που υπογράφουν ή υποστηρίζονται από διασημότητες, όπως η Kylie Cosmetics της Kylie Jenner και η Fenty Beauty της Rihanna. Συνεπώς, η χρεοκοπία της δεν ήταν ένα ξαφνικό και αναπάντεχο γεγονός. Μάλιστα, το 2020 είχε ανακοινώσει ότι γλίτωσε παρά τρίχα χάρη στην οικονομική υποστήριξη που έλαβε από την πώληση των ομολόγων της.
Διαβάστε ακόμα: Πώς τα beauty brands αυξάνουν τις πωλήσεις τους με περιεχόμενο ειδικά για το TikTok
Τα οικονομικά προβλήματά της κλιμακώθηκαν σε μια περίοδο εκτεταμένης αναταραχής στον τομέα της ομορφιάς, εξαιτίας της πανδημίας. Η οικονομική κρίση που συνόδεψε την πανδημία επηρέασε μεταξύ άλλων την παραγωγή πρώτων υλών, όπως χαρτί, γυαλί και έλαια, που είναι βασικά για την δημιουργία των καλλυντικών. Ως εκ τούτου, οι εταιρείες καλλυντικών παγκοσμίως αντιμετωπίζουν ανάλογα προβλήματα μέχρι και σήμερα. Την ίδια στιγμή, η ζήτηση για προϊόντα παραμένει σχετικά σταθερή, ενώ οι αυξήσεις κόστους παραγωγής θέτουν μεγάλες προκλήσεις για εταιρείες με χρόνια οικονομικά προβλήματα, όπως η Revlon.
Και η προβληματική ιστορία συνεχίζεται. Την προηγούμενη εβδομάδα η εταιρεία ανακοίνωσε ότι τα έσοδα για το γ’ τρίμηνο μειώθηκαν κατά περίπου 10%. Ο κολοσσός καλλυντικών, ο οποίος προσπαθεί να σταθεροποιήσει τα οικονομικά του και τις σχέσεις του με τους προμηθευτές και τους retailers ενώ βρίσκεται σε πτώχευση, είδε τα λειτουργικά του έσοδα να μειώνονται περισσότερο από το μισό σε σχέση με αντίστοιχο διάστημα του προηγούμενου έτους.
Η καθαρή ζημία της Revlon σχεδόν τριπλασιάστηκε στα 152,8 εκατομμύρια δολάρια. Η αύξηση αυτή οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στα 85 εκατ. δολάρια κόστους από τη διαδικασία πτώχευσης, καθώς και στη μείωση των λειτουργικών εσόδων και στις απώλειες από τις δυσμενείς συναλλαγματικές ισοτιμίες. Η Revlon και οι δικηγόροι της ήταν απασχολημένοι από τότε που η εταιρεία υπέβαλε αίτηση πτώχευσης. Με μια περίπλοκη διαδικασία, εσωτερικές διαμάχες μεταξύ των δανειστών και ένα δυσχερές οικονομικό κλίμα, φαίνεται ότι υπάρχει αρκετή δουλειά μπροστά της ακόμη.
Όταν τον Ιούνιο η Revlon κατέθεσε αίτηση υπαγωγής στο Κεφάλαιο 11 του αμερικανικού πτωχευτικού κώδικα στο πλαίσιο του σχεδίου αναδιάρθρωσής της, η εταιρεία δεν έκρυψε τις δυσκολίες, αλλά περιέγραψε τις δυσοίωνες δυνατότητες που είχε μπροστά της. Κάτω από μια κρίση ρευστότητας, αγωνιζόταν να εξασφαλίσει υλικά και προμήθειες για την παραγωγή των προϊόντων της, με πολλούς προμηθευτές να αυστηροποιούν τους όρους. Καθώς αγωνιζόταν να εκπληρώσει τις παραγγελίες στην πλευρά των πωλήσεων της επιχείρησής της, η Revlon κινδύνευε να χάσει χώρο στα ράφια από τους ανταγωνιστές της.
Από την κατάθεση της αίτησης, σύμφωνα με δικαστικά έγγραφα από τα τέλη Οκτωβρίου, η Revlon κατέληξε σε συμφωνίες με περίπου 240 προμηθευτές και εκτέλεσε 143 εμπορικές συμφωνίες, οι οποίες, βοήθησαν στην επανεκκίνηση της εφοδιαστικής αλυσίδας της και βελτίωσαν σημαντικά τη θέση εμπορικής πίστωσης και ρευστότητάς της. Εκείνη την εποχή, οι διαπραγματεύσεις με άλλους προμηθευτές βρίσκονταν σε εξέλιξη.
Η Revlon κέρδισε επίσης δικαστική έγκριση για την καταβολή επιδομάτων σε ορισμένους υπαλλήλους που η εταιρεία θεωρεί κρίσιμης σημασίας για τις δραστηριότητές της, καθώς και δυνητικά εκατομμύρια για τα στελέχη της.
Διαβάστε ακόμα: Η ολική επαναφορά της Sephora
Καθώς εργάζεται για τη διόρθωση της κατάστασης, η εταιρεία προσπαθεί να σχεδιάσει το μέλλον της μετά την πτώχευση, συμπεριλαμβανομένου του ερωτήματος ποιος θα είναι ο ιδιοκτήτης της. Η Revlon δήλωσε ότι αξιολογεί πολλαπλές εισερχόμενες προτάσεις για συναλλαγές συγχώνευσης και εξαγοράς, πωλήσεις και άλλες “ευκαιρίες”. Σύμφωνα με το Reuters, οι δικηγόροι της εταιρείας επιβεβαίωσαν ότι η Revlon συνομιλεί με πιθανούς αγοραστές και έχει αρχίσει να στέλνει συμφωνίες εμπιστευτικότητας στα ενδιαφερόμενα μέρη. Η πώληση της εταιρείας θα αποτελούσε μία διέξοδο από την πτώχευση, εφόσον εγκριθεί από το δικαστήριο και τους δανειστές της.
Εν τω μεταξύ, η Revlon έχει επίσης δεχθεί πυρά από μια μεγάλη ομάδα δανειστών για τις οικονομικές συναλλαγές των τελευταίων ετών που είχαν ως στόχο να βοηθήσουν την προβληματική εταιρεία. Σε μια αγωγή, οι ενάγοντες ισχυρίζονται ότι οι χρηματοδοτικές συμφωνίες χρησιμοποίησαν αθέμιτα εξασφαλίσεις που είχαν υποστηρίξει ένα προηγούμενο δάνειο. Αυτή η αγωγή, επίσης, θα μπορούσε να έχει αντίκτυπο στο πώς θα εξελιχθεί η υπόθεση πτώχευσης της Revlon.
Η ιστορία της Revlon είναι διδακτική για τους ηγέτες σε όλες τις βιομηχανίες, ώστε να μην επαναπαύονται στις δάφνες τους. Η εταιρεία, που εξακολουθεί να χάνει πωλήσεις και κέρδη σε ένα σκληρό καταναλωτικό περιβάλλον, έχει προθεσμία μέχρι τις 19 Ιανουαρίου για να προτείνει επίσημα σχέδιο πτώχευσης.
Με πληροφορίες από RetailDive | Reuters
Photo: Revlon
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.