Ο κατακόρυφος πληθωρισμός έχει αυξήσει τρομακτικά τις τιμές σε τρόφιμα, βενζίνη και λογαριασμούς κοινής ωφέλειας (π.χ. ηλεκτρισμός, υγειονομική περίθαλψη κτλ), κάτι που σημαίνει λιγότερα χρήματα για εξοικονόμηση ή διάθεση για κάποια άλλη δαπάνη.
Τον Απρίλιο του 2022, οι τιμές παραγωγού στη βιομηχανία στην Ευρωζώνη αυξήθηκαν 1,2% και 1,3% στην ΕΕ, σε σύγκριση με τον Μάρτιο, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Eurostat, της στατιστικής υπηρεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τον Μάρτιο οι τιμές είχαν αυξηθεί κατά 5,3% στην ευρωζώνη και κατά 5,4% στην ευρωπαϊκή αγορά. Σε ετήσια βάση, ο πληθωρισμός χονδρικής έφτασε στο 37,2% τον Απρίλιο στην ευρωζώνη και στο 37% στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ως εκ τούτου, το κόστος ζωής έχει αυξηθεί δραματικά.
Διαβάστε ακόμα: Είναι η «οικονομία του πάθους» το μέλλον της εργασίας;
Είναι αρκετά δύσκολο για τους καταναλωτές να συμβαδίσουν με το αυξημένο κόστος ζωής, όταν οι μισθοί δεν αυξάνονται με τον ίδιο ή με παρόμοιο ρυθμό. Έτσι, η αγοραστική δύναμη μειώνεται σημαντικά και επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο και την ποιότητα της ζωής του καθενός.
Στην προσπάθειά τους να αντισταθμίσουν το ψηλότερο κόστος αγοράζουν λιγότερα, επιλέγουν φθηνότερα υποκατάστατα ή ψάχνουν περισσότερο για ευκαιρίες. Έχοντας υπόψη πως οι αυξανόμενες τιμές δεν είναι κάτι προσωρινό, αρχίζουν να κάνουν περικοπές εξόδων και αλλαγές σχεδίων, όπως ακύρωση διακοπών και τερματισμό εξωσχολικών δραστηριοτήτων. Παρότι ψυχολογικά δεν αντέχουν να μην πάνε διακοπές, έπειτα από έναν δύσκολο χειμώνα, εντούτοις οικονομικά φαντάζει αδύνατο. Προσπαθούν να βρουν μια πιο προσιτή λύση, όπως ολοήμερες οικογενειακές αποδράσεις σε κοντινούς ή εγχώριους προορισμούς.
Πριν από δεκαετίες, οι εργαζόμενοι σε πολλές δυτικές χώρες είχαν σχηματίσει συνδικάτα που θα μπορούσαν να αναλάβουν δράση. Συγκεκριμένα, αυτά τα σχήματα θα μπορούσαν να ενεργοποιηθούν προκειμένου να ασκήσουν συλλογικές πιέσεις για την αύξηση των μισθών. Ωστόσο, η συμμετοχή τους στο Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ έχει πέσει κατακόρυφα, πράγμα που σημαίνει ότι ελλείψει συλλογικής πίεσης εναπόκειται στις εταιρείες να αποφασίσουν μόνες τους εάν πρέπει να βοηθήσουν.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, κάποιοι εργοδότες του ιδιωτικού τομέα προσπαθούν να βοηθήσουν τους εργαζομένους τους οικονομικά κάνοντας αυξήσεις στους μισθούς και προσφέροντας πριμ ή μπόνους.
Για παράδειγμα, οι μεγάλες τράπεζες του Ηνωμένου Βασιλείου, όπως η Barclays και η Lloyds, έκαναν στο προσωπικό αυξήσεις μισθών ή τους έδωσαν μπόνους, όπως έκαναν και μικρές επιχειρήσεις για να βοηθήσουν τους υπαλλήλους τους να αντιμετωπίσουν την οικονομική κρίση.
Διαβάστε ακόμα: Έρευνα | Οι εργαζόμενοι εξ αποστάσεως είναι 20% ευτυχέστεροι
Επίσης, η Microsoft φέρεται να διπλασίασε τον προϋπολογισμό της παγκοσμίως για αυξήσεις στους υπαλλήλους της και η ExxonMobile έδωσε στους Αμερικανούς εργαζομένους ένα εφάπαξ μπόνους 3% των μισθών τους.
Ορισμένες μικρότερες εταιρείες στις ΗΠΑ άρχισαν να δίνουν στους εργαζόμενους δωροκάρτες ή εβδομαδιαίες αποδοχές 50$ για να βοηθήσουν στην πληρωμή των καυσίμων ή να προσφέρουν δωρεάν φαγητό στο προσωπικό που έρχεται στο γραφείο.
Άλλοι επιτρέπουν στο προσωπικό να εργάζεται από το σπίτι, πράγμα που σημαίνει εξοικονόμηση στις μετακινήσεις και άλλα έξοδα που σχετίζονται με την εργασία. Πράγματι, σύμφωνα με μία πρόσφατη έρευνα σε 3.000 εργαζομένους στο Ηνωμένο Βασίλειο, το 45% προτιμά το εξ αποστάσεως μοντέλο εργασίας για οικονομικούς λόγους.
Ωστόσο, μόνο ένα μικρό ποσοστό των επιχειρήσεων δείχνει να κατανοεί τις δυσκολίες των εργαζομένων τους και, μάλιστα, να είναι διατεθειμένο να τους βοηθήσει. Όπως οι πολίτες έτσι και οι επιχειρήσεις έχουν επηρεαστεί από τον πληθωρισμό και προσπαθούν να οργανώσουν στρατηγικές για να αποφύγουν μία επερχόμενη οικονομική καταστροφή. Έτσι, οι εταιρείες θέλουν να εξοικονομήσουν χρήματα σε περίπτωση που χτυπηθούν από την ύφεση και ορισμένοι οργανισμοί δεν είναι σε θέση να βοηθήσουν τους εργαζομένους τους.
Κάποιες εταιρείες έχουν ήδη βρεθεί να μειώνουν τον προϋπολογισμό των δαπανών τους, να παγώνουν τις προσλήψεις και ακόμη και να μην αντιδρούν στο κύμα της «Μεγάλης Παραίτησης».
Φυσικά, η αντίδραση μιας εταιρείας εξαρτάται και από το μέγεθός της, σύμφωνα με τον Jean-Nicolas Reyt, αναπληρωτή καθηγητή στο Πανεπιστήμιο McGill του Καναδά. Οι μικρότερες ή μεσαίες εταιρείες μπορεί να προσφέρουν γρηγορότερα βοήθεια, αλλά μπορεί να βρίσκονται σε ασθενέστερη οικονομική κατάσταση για να το κάνουν μακροπρόθεσμα.
Μάλιστα, έρευνα της Goldman Sachs σε 10.000 μικρές επιχειρήσεις στις ΗΠΑ αποκάλυψε ότι το 67% από αυτές είχαν αυξήσει τους μισθούς για να διατηρήσουν τους εργαζόμενους, παρόλο που το 91% ανέφερε ότι οι ευρύτερες οικονομικές τάσεις επηρέαζαν αρνητικά τις επιχειρήσεις τους.
Ειδικοί επισημαίνουν ότι, καθώς οι οικονομικές δυσκολίες πλήττουν τόσο τους εργαζομένους όσο και τις εταιρείες, θα ήταν ωφέλιμο και οι δύο πλευρές να ενεργοποιηθούν και να προσπαθήσουν να αντεπεξέλθουν μέσα στη γενικότερη συνθήκη.
Mε πληροφορίες από BBC
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.