Η ενεργειακή κρίση, η πανδημία του COVID-19 και οι κοινωνικές εξελίξεις άλλαξαν το μέλλον της μόδας. Μεγάλα ονόματα το κλάδου υιοθετούν σταδιακά πολιτικές οικολογικής μόδας επικεντρωμένες στη διαφορετικότητα, τη βιωσιμότητα και την ισότητα.
Αρκετές χώρες, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο αλλά και οι ΗΠΑ, επιβάλλουν πλέον στις εταιρείες να κάνουν γνωστές στο ευρύ κοινό τις επιπτώσεις που έχουν οι δραστηριότητές τους στην κλιματική αλλαγή.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το ReHubs, μια πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Ένδυσης και Κλωστοϋφαντουργίας (Euratex) που ξεκίνησε το 2020, στοχεύει στην αντιμετώπιση του τεράστιου προβλήματος των κλωστοϋφαντουργικών απορριμμάτων στην Ευρώπη. Καθορίζει επίσης προτάσεις που στοχεύουν στην αλλαγή του τρόπου με τον οποίο σχεδιάζονται, παράγονται, αγοράζονται και αξιοποιούνται τα ρούχα και τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα στο τέλος του κύκλου ζωής τους, καθώς και τι κοινοποιείται στους καταναλωτές.
Διαβάστε επίσης: Η πρωτοβουλία για τη διαχείριση των υφασμάτινων αποβλήτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση
Οι αλλαγές αυτές ανταποκρίνονται στις ανάγκες και τις απαιτήσεις των καταναλωτών για μία plant based, vegan μόδα, δηλαδή έναν τρόπο παραγωγής και αγοράς ρούχων και αξεσουάρ που αποκλείει την εκμετάλλευση των ζώων. Τα plant based ρούχα είναι απαλλαγμένα από υλικά που προέρχονται από ζώα, όπως γούνα, δέρμα και μαλλί, μετάξι, πούπουλα, φτερά, κουμπιά, κόλλες και άλλες λεπτομέρειες που προέρχονται από ζωικές πηγές. Η τάση αυτή αποτελεί μέρος της οικολογικής μόδας.
Η μη κερδοσκοπική οργάνωση Sustainable Technology Education Project ορίζει την οικολογική μόδα ως μια κατηγορία ρούχων που λαμβάνουν υπόψιν τους το περιβάλλον, την υγεία των καταναλωτών και τις συνθήκες εργασίας όσων τα δημιουργούν. Τα ρούχα και τα αξεσουάρ της οικολογικής μόδας είναι φτιαγμένα από πρωτογενή οργανικά υλικά ή από ανακυκλωμένα, όπως πλαστικά ή μεταλλικά μπουκάλια, ενώ στη διακόσμησή τους δε χρησιμοποιούνται βλαβερές χρωστικές ουσίες και φτιάχνονται από εργαζόμενους που αμείβονται αξιοπρεπώς.
Αρκετοί οίκοι μόδας φαίνονται να υιοθετούν τις τάσεις αυτές. Για παράδειγμα, η οικολογική συλλογή της Stella McCartney περιλαμβάνει τα συνηθισμένα της κομμάτια, αλλά και νέα σχέδια, τα οποία η ίδια περιγράφει ως «100% οργανικά, ανανεώσιμα και ηθικά» – είναι ίσως η πρώτη φορά που μια επιφανής σχεδιάστρια χρησιμοποιεί εκτενώς τα οργανικά υλικά.
Μάλιστα, αρκετές εταιρείες ξεκίνησαν να χρησιμοποιούν πιστοποιήσεις B Corp, προβαίνουν σε πρωτοβουλίες για μεγαλύτερη ένταξη και ποικιλομορφία, επανασχεδιάζουν τις αλυσίδες εφοδιασμού και δημιουργούν καινοτόμα προϊόντα και υλικά από φυτά. Η τελευταία πρακτική εμφανίστηκε πρώτη φορά στη βιομηχανία τροφίμων και παραμένει αποφασιστικά στον τομέα της μόδας.
Διαβάστε επίσης: Η πανδημία οδηγεί τις εταιρείες μόδας προς την βιωσιμότητα
Σύμφωνα με την έρευνα Voice of the Industry Sustainability Survey της Euromonitor, το 46% των ερωτηθέντων στη βιομηχανία ένδυσης και υποδημάτων σχεδιάζει να κυκλοφορήσει προϊόντα με τους ισχυρισμούς vegan, vegetarian ή φυτικής προέλευσης στο εγγύς μέλλον.
Ενδιαφέρουσες πρόσφατες φυτικές καινοτομίες περιλαμβάνουν τη συνεργασία της adidas με τον Φινλανδό κατασκευαστή Spinnova για την κυκλοφορία του Terrex HS1, ενός πεζοπορικού πουλόβερ μεσαίου επιπέδου κατασκευασμένου εξ ολοκλήρου από φυτικές ίνες, ενώ η ιαπωνική start-up Spiber παράγει vegan μετάξι και μαλλί από «ζυθοποιημένη πρωτεΐνη» και έχει συνεργαστεί σε διάφορες συλλογές με τη The North Face στην Ιαπωνία.
Τα προϊόντα αυτά έγιναν πιο δημοφιλή από την πανδημία και μετά, ενώ ο ρυθμός της καινοτομίας έχει επιταχυνθεί σημαντικά και υπάρχει επίσης μια σαφής στροφή προς τα βιοϋλικά, λόγω των αυξανόμενων πιέσεων τόσο από τους καταναλωτές όσο και από τις ρυθμιστικές αρχές. Παράλληλα, οι διαταραχές της εφοδιαστικής αλυσίδας και το συνεχώς αυξανόμενο κόστος των πρώτων υλών, που τροφοδοτείται από τον ιστορικά υψηλό πληθωρισμό, αναγκάζουν περαιτέρω τις εταιρείες της μόδας να εξερευνήσουν μη παραδοσιακά υλικά.
Για παράδειγμα, η Hermès συνεργάζεται με τη MycoWorks για “δερμάτινες” τσάντες μανιταριού, ενώ η ιταλική μάρκα αθλητικών παπουτσιών πολυτελείας Golden Goose και η Coronet άνοιξαν ένα κοινό εργαστήριο Έρευνας και Ανάπτυξης για αθλητικά παπούτσια οικολογικού δέρματος στην Erba του Κόμο τον Μάρτιο του 2022. Αυτή είναι η πρώτη οικολογική πλατφόρμα που ανέπτυξε εναλλακτικές δερμάτινες επιλογές “Made in Italy” και το πρώτο sneaker της συνεργασίας, το unisex Yatay 1B, είναι ήδη διαθέσιμο προς πώληση.
Στο ίδιο μήκος κύματος βρίσκονται και εταιρείες fast fashion. H H&M, για παράδειγμα, ανακοίνωσε το 2021 μια συνεργασία για την ιδέα βιώσιμων συλλογών της που ονομάζεται Innovation Stories, με τη μεξικάνικη startup Desserto που παράγει μια φιλική προς τους vegan, μη πλαστική εναλλακτική δερμάτινη τσάντα από βιολογικά φυτά κάκτων.
Ο τομέας της μόδας έχει σημαντική επιρροή στην παγκόσμια οικονομία, αλλά την ίδια στιγμή επιφέρει και σοβαρές αρνητικές συνέπειες στο περιβάλλον. Πλέον γίνονται κατανοητές οι αρνητικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις που έχει η βιομηχανία των ρούχων, οδηγώντας τις εταιρείες στην εξεύρεση λύσεων, που είναι φιλικές προς το περιβάλλον και εγκρίνονται από τους ευαισθητοποιημένους καταναλωτές.
Με πληροφορίες από Fashion United
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.