Οι παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού είναι απίστευτα πολύπλοκες και διασχίζουν πολλές χώρες και σύνορα. Αυτή η πολυπλοκότητα φέρνει πολλές προκλήσεις για τις επιχειρήσεις, όπως η διαχείριση των προμηθευτών του εξωτερικού, η διατήρηση της ροής των αγαθών και η αντιμετώπιση των συναλλαγματικών διακυμάνσεων. Παράλληλα, μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις είναι ο αυξανόμενος αριθμός νόμων που πρέπει να κατανοήσουν και να τηρήσουν οι εταιρείες, καθώς οφείλουν να φροντίσουν για μια ηθική και βιώσιμη λειτουργία της αλυσίδας εφοδιασμού.
Η Γερμανία, με νόμο που ψηφίστηκε τον Ιούνιο του 2021, γίνεται μία από τις πρώτες χώρες που αντιμετωπίζει νομικά την προστασία της αλυσίδας εφοδιασμού. Από την 1η Ιανουαρίου του 2023 πρόκειται να τεθεί σε ισχύ ο γερμανικός νόμος περί δέουσας επιμέλειας στην αλυσίδα εφοδιασμού (GSCA). Ο νόμος αυτός θα υποχρεώνει τις εταιρείες με περισσότερους από 3.000 εργαζόμενους να εντοπίζουν και να μετριάζουν τους κινδύνους βιωσιμότητας και ESG εντός των αλυσίδων εφοδιασμού τους. Πρόκειται δηλαδή για ένα νόμο που θέλει να εξασφαλίσει ότι οι εταιρείες ακολουθούν κοινωνικά και περιβαλλοντικά βιώσιμες πρακτικές, σε όλο το εύρος των δραστηριοτήτων τους.
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με αυτόν, θα απαιτείται από τις εταιρείες με περισσότερους από 3.000 εργαζομένους από το επόμενο έτος και με περισσότερους από 1.000 εργαζομένους το μεθεπόμενο έτος να ακολουθούν σαφείς και εφαρμόσιμες απαιτήσεις δέουσας επιμέλειας από την πρώτη ύλη έως το τελικό προϊόν. Στόχος της νέας νομοθεσίας είναι να διασφαλιστεί η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ο σεβασμός του περιβάλλοντος στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού, καθώς και να δημιουργηθεί ένα νομικό πλαίσιο για τις εταιρείες και τους υπόλοιπους εμπλεκομένους.
Τα περιβαλλοντικά ζητήματα περιλαμβάνουν την παραγωγή και τη χρήση οργανικών ρύπων, τον τρόπο διαχείρισης των επικίνδυνων αποβλήτων και τον τρόπο με τον οποίο οι επιχειρήσεις χρησιμοποιούν προϊόντα που περιέχουν υδράργυρο. Τα κοινωνικά ζητήματα περιλαμβάνουν την παιδική και την καταναγκαστική εργασία, την υγεία και την ασφάλεια. Αναφέρονται επίσης οι διακρίσεις, η ανισότητα, καθώς και τα άδικα χάσματα σε μισθούς.
Από το 2024, το γερμανικό κοινοβούλιο θα επεκτείνει τον νόμο αυτό στις ίδιες κατηγορίες εταιρειών με 1.000 ή περισσότερους υπαλλήλους, αυστηροποιώντας ακόμη περισσότερο τη συμμόρφωση. Μάλιστα, δε θα ισχύει μόνο για τις εταιρείες με έδρα τη Γερμανία, αλλά και για τα εγγεγραμμένα στη Γερμανία υποκαταστήματα αλλοδαπών εταιρειών που απασχολούν 3.000 ή περισσότερους υπαλλήλους. Οποιαδήποτε παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή του περιβάλλοντος θα μπορούσε δυνητικά να αποφέρει στις εταιρείες αυτές πρόστιμο έως και 800.000 ευρώ ή 2% του ετήσιου παγκόσμιου κύκλου εργασιών τους.
Στην παρούσα φάση, το ζήτημα για τις γερμανικές εταιρείες έγκειται στο πόσο προετοιμασμένες είναι για αυτήν την νέα πραγματικότητα. Η εταιρεία ερευνών αγοράς Sapio Research διεξήγαγε μια σχετική διαδικτυακή έρευνα σε 100 υπεύθυνους λήψης αποφάσεων στη γερμανική βιομηχανία μόδας, lifestyle, κλωστοϋφαντουργίας και λιανικού εμπορίου τον Μάρτιο και τον Απρίλιο του 2022.
Οι υπεύθυνοι λήψης αποφάσεων που συμμετείχαν στην έρευνα εργάζονται στους τομείς της πληροφορικής, των logistics και των οικονομικών και είναι υπεύθυνοι για τις αλυσίδες εφοδιασμού σε αυτές τις βιομηχανίες στη Γερμανία. Από τις εταιρείες που συμμετείχαν στην έρευνα, 4/5 προμηθεύονται προϊόντα από χώρες με λιγότερο αυστηρά πρότυπα από ό,τι στην ΕΕ και, ως εκ τούτου, απαιτούν συστήματα και διαδικασίες για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τη GSCA.
Τα ευρήματα
Η μελέτη αποκάλυψε, επί της ουσίας, ότι δεν είναι όλες οι εταιρείες επαρκώς προετοιμασμένες για την GSCA. Παρά το γεγονός ότι 3 στους 5 ερωτηθέντες δήλωσαν πλήρως ενήμεροι για την επερχόμενη νομοθεσία GSCA, περίπου το 1/3 παραδέχτηκε ότι δεν γνωρίζει τις λεπτομέρειες. Επίσης, από αυτούς που γνώριζαν για την GSCA, το 53% δεν είναι ακόμη σε θέση να ενεργήσουν με συμβατό τρόπο, ενώ το 18% εξ αυτών δεν ήταν βέβαιοι αν θα ήταν σε θέση να το πράξουν μέχρι τη στιγμή που θα τεθεί σε ισχύ η GSCA.
Τα ευρήματα αυτά αναδεικνύουν μια νέα πρόκληση, την οποία θα πρέπει να αντιμετωπίσουν οι εταιρείες, και μπροστά στην οποία ενδεχομένως να βρεθούν σταδιακά επιχειρήσεις και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όταν αρχίσουν να νομοθετούνται ανάλογες ρυθμίσεις. Δεν υπάρχει άπλετος χρόνος και οι εταιρείες πρέπει να βιαστούν να αποσαφηνίσουν τους όρους και τις απαιτήσεις, καθώς και να διερευνήσουν τον τρόπο που θα συμμορφωθούν.
Ένα άλλο εύρημα της έρευνας είναι ότι περίπου 7 στις 10 εταιρείες που συμμετείχαν στην έρευνα έλαβαν πιστοποιήσεις από τους άμεσους προμηθευτές τους για την αξιολόγηση και την πρόληψη των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των περιβαλλοντικών κινδύνων στην αλυσίδα εφοδιασμού τους. Ωστόσο, μόλις το 47% απαιτούν πιστοποιήσεις και από τους προμηθευτές των προμηθευτών τους, δηλαδή τους έμμεσους προμηθευτές, και αυτό βάζει σε μεγαλύτερο κίνδυνο την ηθική λειτουργία της αλυσίδας εφοδιασμού.
Η έρευνα αποκάλυψε επίσης ότι το 48% των ερωτηθέντων δεν πιστεύουν ότι η τεχνολογία που χρησιμοποιούν σήμερα για την υποστήριξη της δέουσας επιμέλειας στην εφοδιαστική αλυσίδα μπορεί να ενσωματώσει πλήρως αυτόματα τα σχετικά δεδομένα και τις μετρήσεις στις οικονομικές τους εκθέσεις. Μάλιστα, μεταξύ των μικρότερων εταιρειών, το ποσοστό αυτό φτάνει τα 2/3. Το πρόβλημα είναι ότι εάν οι πληροφορίες αυτές δεν ενσωματωθούν στα συστήματα χρηματοοικονομικής αναφοράς, η συμμόρφωση με το GSCA είναι μια πολύ χρονοβόρα, χειροκίνητη εργασία που είναι επιρρεπής σε λάθη και ανακρίβειες.
Το 93% των ερωτηθέντων θεωρούν ότι απαιτούνται νέες τεχνολογικές λύσεις για την πλήρη εφαρμογή και συμμόρφωση με το GSCA στην εταιρεία τους. Μόνο το 30% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι αισθάνονται την ασφάλεια ότι η τεχνολογία για την αποθήκευση και την καταγραφή των πιστοποιήσεων της αλυσίδας εφοδιασμού θα είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις νέες απαιτήσεις. Για τις μικρότερες εταιρείες, ο αριθμός αυτός μειώθηκε μόλις στο 14%.
Διαβάστε επίσης: Η κρίση της εφοδιαστικής αλυσίδας πυροδότησε την έρευνα για νέα τεχνολογία
Τέλος, ένα ακόμα εύρημα αφορά το γεγονός ότι σχεδόν όλοι οι ερωτηθέντες σκοπεύουν να χρησιμοποιήσουν τα θέματα της βιωσιμότητας, των μειωμένων περιβαλλοντικών επιπτώσεων και της προστασίας της ευημερίας των εργαζομένων κατά μήκος των αλυσίδων εφοδιασμού τους για το marketing. Βέβαια, σε αυτό το πλαίσιο είναι ακόμα πιο σημαντικό οι εταιρείες αυτές να συμμορφώνονται πλήρως με όλες τις απαιτήσεις της GSCA και να διασφαλίζουν ότι τα δεδομένα τους είναι αξιόπιστα, ώστε να μην αποτελούν μόνο εργαλείο για την προώθηση και προβολή των προϊόντων και υπηρεσιών τους.
Διαβάστε επίσης: H τάση του «marketing εφοδιαστικής αλυσίδας»
To μέλλον
Ο γερμανικός νόμος αποτελεί ένδειξη μιας ισχυρής τάσης που απαιτεί από τις επιχειρήσεις υπευθυνότητα και βιώσιμες πρακτικές και, ιδωμένος μέσα από αυτό το πρίσμα, και εφόσον αφορά μια μεγάλη αγορά όπως της Γερμανίας, εκτιμάται ότι θα ανοίξει τον δρόμο για ανάλογες νομοθετικές ρυθμίσεις και από άλλες χώρες, κατ’ αρχάς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και άλλων αγορών.
Εξάλλου, δεν είναι καν ο πρώτος του είδους. Το 2015 το Ηνωμένο Βασίλειο ψήφισε το Modern Slavery Act, για τον έλεγχο του trafficking και της σύγχρονης δουλείας – καταναγκαστικής εργασίας στις αλυσίδες εφοδιασμού· στη Γαλλία ψηφίστηκε το 2017 ο Loi de Vigilance, που επιβάλλει στις εταιρείες να έχουν σχεδιασμό γύρω από τα ανθρώπινα δικαιώματα και τον περιβαλλοντικό αντίκτυπο· στην Ολλανδία το 2019 πέρασε ο Νόμος Δέουσας Επιμέλειας για την Παιδική Εργασία, που ισχύει από φέτος.
Κυρίως, όμως, πέρυσι τον Μάρτιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υιοθέτησε ψήφισμα με προτάσεις προς την Κομισιόν για την υποχρεωτική εταιρική δέουσα επιμέλεια και την εταιρική υπευθυνότητα, με αναφορές στον αντίκτυπο που έχει η επιχειρηματική δράση στα ανθρώπινα δικαιώματα, και φέτος τον Φεβρουάριο κατατέθηκε το σχετικό προσχέδιο νόμου, η έγκριση του οποίου, ωστόσο, θα πάρει περίπου άλλον ένα χρόνο. Έπειτα, τα κράτη-μέλη θα έχουν στη διάθεσή τους δύο χρόνια για να συμμορφώσουν αναλόγως τις εθνικές τους νομοθεσίες.
Το ευρωπαϊκό προσχέδιο απογοήτευσε οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα και το περιβάλλον, ενώ και για τον γερμανικό νόμο, εν προκειμένω, έχει διατυπωθεί ότι δε θέτει κατευθύνσεις τόσο αυστηρές, όσο πολλοί θα ήλπιζαν (και άλλοι θα φοβούνταν, πιθανώς), αυτό που πετυχαίνεται όμως είναι ότι η δέουσα επιμέλεια φεύγει από τη θεωρητική της βάση και παύει να είναι ένας ευσεβής πόθος, και μετατρέπεται σε μια νομική υποχρέωση για τις εταιρείες. Πολλοί λοιπόν λένε ότι τόσο η γερμανική νομοθέτηση όσο και το ευρωπαϊκό προσχέδιο αποτελούν ένα σημαντικό βήμα για την υποχρεωτική υιοθέτηση βιώσιμων και ανθρώπινων πρακτικών, το οποίο θα μπορούσε να ενισχύσει τη ρυθμιστική τάση διεθνώς.
Προετοιμασία των εταιρειών
Όσον αφορά το τι θα σήμαινε αυτό για τις εταιρείες, τα επόμενα βήματα των γερμανικών επιχειρήσεων θα μπορούσαν να δώσουν μια ιδέα. Πρέπει να αναλάβουν ορισμένες βασικές δράσεις τους επόμενους μήνες και να υιοθετήσουν μια προσέγγιση με γνώμονα τα δεδομένα. Η πρόσβαση σε ακριβείς πληροφορίες σχετικά με τις επιχειρηματικές δραστηριότητες και την αλυσίδα εφοδιασμού θα βοηθήσει στον εντοπισμό, την αξιολόγηση και τη διαχείριση ζητημάτων που σχετίζονται με τη βιωσιμότητα, ώστε να πληρούνται οι νομοθετικές απαιτήσεις. Οι εταιρείες πρέπει να αρχίσουν να αξιολογούν τις αλυσίδες προμηθειών τους για να εντοπίσουν τους κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους που πρέπει να διαχειριστούν.
Θα πρέπει ακόμα να καταστήσουν συγκεκριμένες δραστηριότητες μέρος των τακτικών δραστηριοτήτων τους και να υποβάλλουν ετήσια έκθεση σχετικά με αυτές, συμπεριλαμβανομένης της αποτελεσματικότητάς τους και των επιπτώσεων που εντόπισαν. Οι δραστηριότητες περιλαμβάνουν την διαχείριση κινδύνων, προληπτικά μέτρα, καθώς και μηχανισμούς καταγγελίας.
Η προετοιμασία για έναν νέο νόμο μπορεί να μοιάζει με ένα δύσκολο έργο. Οι επιχειρήσεις μπορούν να προηγηθούν συγκεντρώνοντας δεδομένα για τους άμεσους και έμμεσους προμηθευτές τους, αξιοποιώντας τα κατάλληλα εργαλεία για την ανάλυση αυτών των δεδομένων και δημιουργώντας ορατότητα στην αλυσίδα εφοδιασμού τους. Αυτή η ορατότητα αποφέρει στις επιχειρήσεις μακροπρόθεσμα οφέλη και αποτελεί κρίσιμο θεμέλιο των βιώσιμων επιχειρηματικών λειτουργιών για μακροπρόθεσμη επιτυχία.
Με πληροφορίες από Fashion United και Minespider
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.