Η πανδημία και τα συνεπακόλουθά της άλλαξαν άρδην τη φύση του παγκόσμιου εμπορίου. Με την αστραπιαία ανάπτυξη του e-commerce οι εταιρείες έκαναν σταδιακά βήματα και προς άλλες κατευθύνσεις, μία από τις οποίες είναι και το quick commerce (Q-commerce), καθώς το last mile delivery έγινε εν μία νυκτί ουσιαστικά προαπαιτούμενο, ειδικά στον τομέα των τροφίμων και των ειδών ασούπερ μάρκετ. Πλέον οι καταναλωτές ζητούν ουσιαστικά να έχουν στην πόρτα τους τα πάντα, από το φαγητό που παρήγγειλαν από το αγαπημένο τους εστιατόριο, μέχρι τις πάνες που παρήγγειλαν αργά το βράδυ από το σούπερ μάρκετ – και τα θέλουν γρήγορα.
Οι εκτιμήσεις δείχνουν πως το last-mile delivery θα είναι μια αγορά αξίας 72 δισεκατομμυρίων δολαρίων μέχρι το 2025, αλλά με την ανάπτυξή του προκύπτουν ερωτήματα για τις δυνατότητες των εμπόρων να ανταποκριθούν, για το τι πρέπει να προσέξουν, ακόμα και για το αν είναι εφικτοί οι δεσμοί αφοσίωσης μεταξύ των πελατών και των εταιρειών όπως σε παλαιότερες, πιο παραδοσιακές μορφές εμπορίου.
Το Q-commerce γνωρίζει πλέον σταδιακά άνθιση και στα συσκευασμένα καταναλωτικά αγαθά, δίνοντας τη δυνατότητα στις παραγωγούς εταιρείες να έχουν άμεσο έλεγχο στις διαδικασίες της διανομής, ενώ βελτιώνει αναντίρρητα την καταναλωτική εμπειρία.
Διαβάστε ακόμα: Τo Amazon κάνει προτεραιότητα την παράδοση της μίας μέρας
Τα παραπάνω φυσικά δε σημαίνουν πως δεν υπάρχουν εμπόδια τα οποία χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης ειδικά όσον αφορά την εξυπηρέτηση των πελατών που όπως είναι λογικό θέλουν το προϊόν που αγοράζουν στα χέρια τους όσο το δυνατόν γρηγορότερα και ει δυνατόν χωρίς κόστος μεταφορικών, αγνοώντας πως το 53% του κόστους των μεταφορικών αφορά το last mile, το τελευταίο δηλαδή βήμα της διαδικασίας, μέχρι να φτάσει στα χέρια τους.
Έτσι, πολλές εταιρείες συσκευασμένων προϊόντων αποφασίζουν να στραφούν σε μια direct-to-consumer (D2C) προσέγγιση, ώστε να ελέγχουν καλύτερα τη διαδικασία, ή να προσαρμόσουν και να διευρύνουν τις δυνατότητες των υπαρχόντων D2C καναλιών τους, αναβαθμίζοντας δηλαδή τις ιστοσελίδες ή τις εφαρμογές τους. Άλλωστε, με αυτόν τον τρόπο θα κατανοήσουν σε μεγαλύτερο βάθος τα θέλω του πελάτη, καθώς έτσι θα μπορέσουν να συλλέξουν ένα πλήθος πληροφοριών οι οποίες με τη σειρά τους θα βοηθήσουν στην ανάπτυξη νέων εμπορικών πολιτικών, διαμορφώνοντας έτσι και τις διαδικασίες διανομής τους.
Για την ικανοποίηση των απαιτήσεων των πελατών για γρήγορο delivery σημασία έχει η τεχνολογική ενσωμάτωση και προσαρμογή σε πιο ευέλικτες πρακτικές, ακολουθώντας μια ολιστική προσέγγιση.
ΔΔιαβάστε ακόμα: Πώς η τεχνητή νοημοσύνη αλλάζει το μέλλον το ηλεκτρονικού εμπορίου
Τα κατάλληλα λογισμικά που θα βοηθήσουν σε όλα τα στάδια της διεκπεραίωσης των παραγγελιών, αλλά και αυτοματισμοί όσον αφορά τη διαχείριση των προμηθειών, ακόμα και τις πληρωμές και τις επιστροφές χρημάτων, θα παίξουν καταλυτικό ρόλο στην επιχειρησιακή αποτελεσματικότητα, ενώ η εισροή δεδομένων και η ανάλυση που ακολουθεί θα συμβάλουν στην επίτευξη του στόχου. Επιπροσθέτως, η συνεχής παρακολούθηση της αγοράς, των ανταγωνιστών και των συνολικών τάσεων είναι επίσης μείζονος σημασίας, καθώς οι όροι μεταβάλλονται καθημερινά.
Ωστόσο, το κλειδί στην επιτυχία των εταιρειών, εάν θέλουν να ακολουθήσουν τους καλπάζοντες ρυθμούς του Q-commerce, κρύβεται, όπως και σε κάθε άλλη μορφή εμπορίου, στην κατανόηση του πελάτη και στους λόγους που προτιμά να αγοράζει με το συγκεκριμένο τρόπο.
Έρευνες έχουν δείξει πως οι αγορές αυτού του τύπου αντλούν το κοινό τους κυρίως από συγκεκριμένες ομάδες: τους ανθρώπους με περιορισμένο χρόνο για ψώνια, τα μικρότερα νοικοκυριά, τα οποία προμηθεύονται μικρότερες ποσότητες από συγκεκριμένα προϊόντα, τις γηραιότερες ομάδες πληθυσμού, οι οποίες βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στις κατ’ οίκον διανομές προϊόντων, ενώ σημαντικό ρόλο παίζουν τα υψηλότερα επίπεδα αστικοποίησης που αυξάνουν τη δυνατότητα για αγορές last-minute.
Διαβάστε ακόμα: Τo Google λάνσαρε εργαλείο Retail Search για να βελτιώσει την αναζήτηση στα eshops
Για να κατανοήσουν καλύτερα τις ανάγκες των πελατών, οι εταιρείες θα πρέπει να αξιοποιήσουν για ακόμα μια φορά τα δεδομένα από τις D2C εφαρμογές, ενώ τα cookies (όσο υπάρχουν ακόμα) και τα στοιχεία από τη συμπεριφορά των πελατών στο διαδίκτυο μπορούν να αποδειχθούν χρήσιμα εργαλεία στην εξατομίκευση των υπηρεσιών, αλλά και της προσέγγισης των διαφημίσεων.
Συνοψίζοντας τα παραπάνω, οι εταιρείες θα πρέπει να κάνουν απολογισμό των δυνάμεων, των αδυναμιών, αλλά και των επιχειρησιακών αναγκών τους, βολιδοσκοπώντας ταυτόχρονα τον παλμό της αγοράς και τις αυξανόμενες καθημερινά ανάγκες του καταναλωτικού κοινού, ώστε να επιβιώσουν και δυνητικά να ανθίσουν στον κόσμο του Q-commerce.
Με πληροφορίες από το Rethink Retail
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.