Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής αλλά και της συνεχιζόμενης πανδημίας φαίνεται πως τελικά επηρεάζουν ποικιλοτρόπως τις ζωές μας, σε βάθος που πιθανόν να μην είχαμε αντιληφθεί και με εκφάνσεις αναπάντεχες. Για παράδειγμα, στον χώρο των επιχειρήσεων και της αγοράς εργασίας, το περιβαλλοντικό ζήτημα έχει μια νέα ιδιαίτερη συνέπεια, όπως μαρτυρούν έρευνες που διεξάγονται τον τελευταίο χρόνο.
Ανησυχητικά για τον επιχειρηματικό κόσμο δεδομένα κατέγραψε η έρευνα περί βιωσιμότητας που διενήργησε η Deloitte το 2022. Σύμφωνα με τα αποτελέσματά της, ποσοστό μεγαλύτερο από τα τρία τέταρτα των στελεχών μεγάλων εταιρειών παγκοσμίως ανέφερε πως η κλιματική αλλαγή αλλά και οι πολιτικές βιωσιμότητας των εταιρειών έχουν άμεσο αντίκτυπο στην ανεύρεση και τη διατήρηση ταλαντούχου προσωπικού, αναγκάζοντας σταδιακά τις εταιρείες να αναθεωρήσουν τον τρόπο τής μέχρι τώρα λειτουργίας τους, καθώς προσπαθούν να αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις των καιρών.
Διαβάστε ακόμα: Ετοιμάζονται παγκόσμιοι κανόνες βιωσιμότητας για τις επιχειρήσεις
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την ανωτέρω έρευνα, 97% των εταιρειών παγκοσμίως έχουν αντιμετωπίσει αρνητικές επιπτώσεις λόγω της κλιματικής αλλαγής, με τις διαταραχές στην αλυσίδα προμηθειών και παραγωγής, και τα ολοένα αυξανόμενα επίπεδα στρες των υπαλλήλων να είναι μόνο κάποιες από αυτές, και με το ένα τρίτο των επιχειρήσεων παγκοσμίως να μην έχει λάβει προς το παρόν κανένα δραστικό μέτρο για την αντιμετώπισή τους. Εκτιμάται πως η διαχείριση των εν λόγω συνεπειών θα πρέπει να αποτελέσει άμεση προτεραιότητα στο άμεσο μέλλον, άποψη με την οποία συμφωνεί ένα συντριπτικό ποσοστό 88%.
Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, ενώ ένα σημαντικό ποσοστό των εταιρειών στρέφεται σε δράσεις για την αντιμετώπιση των παραπάνω, δεν φαίνονται διατεθειμένες να υιοθετήσουν ριζικές αλλαγές στην παραγωγή τους. Επί της ουσίας είναι πιο πιθανό να χρησιμοποιήσουν πιο βιώσιμες ύλες παρά να εξελίξουν νέες, φιλικές προς το περιβάλλον υπηρεσίες και προϊόντα. Μέρος του προβλήματος φαίνεται να αποτελεί και η δυσκολία πολλών εταιρειών να μεταφράσουν σε μετρήσιμα μεγέθη το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα, αλλά και η πίεση που ασκείται από μετόχους και επενδυτές για άμεσα αποτελέσματα, γεγονότα που φέρνουν τελικά τη βιωσιμότητα σε δεύτερη μοίρα.
Επιπροσθέτως, μεγάλο μερίδιο των εταιρειών δε βλέπει επικερδείς τις στρατηγικές με γνώμονα τη βιωσιμότητα, καθώς στην κατάταξη των ενεργειών που κρίνουν απαραίτητες βρίσκονται σε χαμηλή θέση.
Διαβάστε ακόμα: Οι μάρκες πρέπει να αρχίσουν να τηρούν τις δεσμεύσεις τους για βιωσιμότητα
Από την άλλη, ωστόσο, φαίνεται πως η αναγνωρισιμότητα και η καλή φήμη της εταιρείας, η ικανοποίηση των πελατών αλλά και η αναπτέρωση του ηθικού των υπαλλήλων, παρατηρούνται ως αποτελέσματα των προσπαθειών των εταιρειών για βιωσιμότητα. Εταιρείες όπως η ίδια η Deloitte, μάλιστα, σημειώνουν ότι συχνά υποψήφιοι υπάλληλοι ζητούν πληροφορίες για τις πολιτικές βιωσιμότητας της εταιρείας.
Αισιόδοξες εντυπώσεις αφήνει πάντως η φαινομενική αντίληψη των εταιρειών ως σύνολο για την αναγκαιότητα λήψης μέτρων όσον αφορά τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, καθώς δείχνουν σταδιακά να κατανοούν πως ο αρνητικός αντίκτυπός τους στις ζωές των υπαλλήλων τους, και κατά συνέπεια και στις ίδιες τις επιχειρήσεις ως οντότητες, δε δύναται να αντιμετωπιστεί κατά μονάδα, και πως η ίδια η υπόστασή τους μπορεί να αποτελέσει μια «πλατφόρμα» για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, δίνοντάς τους έτσι και την ευκαιρία να πρωτοστατήσουν σε αυτόν τον αγώνα. Σύμφωνα με την έρευνα της Deloitte, οι εταιρείες είναι σε καλύτερη θέση να αντιληφθούν τον αντίκτυπο της κλιματικής αλλαγής και να λάβουν μέτρα απ’ό,τι το ευρύ κοινό. Μένει μόνο να αποδειχτεί εμπράκτως αν τα παραπάνω αρκούν για την έγκαιρη δραστηριοποίηση του επιχειρηματικού κόσμου.
Με πληροφορίες από το CNN
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.