Πώς αντιμετωπίζονται τα ζητήματα που απασχολούν τη σκληρή, πεζή πραγματικότητα, από έναν κολοσσό που υποτίθεται ότι είναι χτισμένος με παραμύθια, μαγεία και πριγκίπισσες;
Όπως αποδεικνύει ξανά και ξανά η Disney, δύσκολα, ειδικά όταν διακρίνεται πως, κατά πάσα πιθανότητα, δε θα ήθελε να ασχοληθεί καθόλου με αυτά.
Από τη στιγμή που ιδρύθηκε, το 1923, ο προσανατολισμός της εταιρείας ήταν πάντα σαφής· έδειχνε και δείχνει προς οικογενειακές ταινίες και εκπομπές, και θεματικά πάρκα που αγαπούν να επισκέπτονται μικροί και μεγάλοι, γεμάτα με τους εμβληματικούς της χαρακτήρες και τα παραμυθένια παλάτια της.
Μόνο που το τελευταίο διάστημα, το όνομα της Disney ακούστηκε ιδιαίτερα με αφορμή την υπόθεση του νόμου που βαφτίστηκε «Don’t say Gay», στη Φλόριντα. Ο νόμος που υπέγραψε ο ρεπουμπλικανός Κυβερνήτης απαγορεύει οποιαδήποτε αναφορά σε ζητήματα σεξουαλικού προσανατολισμού στις πρώτες τάξεις του δημοτικού σχολείου και ήταν σαφές εξαρχής ότι η Disney δεν ήθελε να πάρει θέση, προκαλώντας την οργή του ποικιλόμορφου εργατικού δυναμικού της στην πολιτεία, που αντέδρασε μέχρι και με απεργία. Όταν τελικά η εταιρεία υποστήριξε τη διαφορετικότητα και διέκοψε τις χορηγίες στην πολιτεία, δέχτηκε την επίθεση του κυβερνήτη. Όλα αυτά, εν τω μεταξύ, συνέβησαν ένα χρόνο αφότου η Disney αποφάσισε να κάνει τα θεματικά της πάρκα gender neutral, καταργώντας τον διαχωρισμό «κυρίες και κύριοι, αγόρια και κορίτσια».
Αυτή η περίπτωση αντιπροσωπεύει αρκετά καλά τη συνολική της στάση: προσπαθεί να τους έχει όλους ευχαριστημένους, και τελικά χάνει την υποστήριξη από όλους. Αυτό σχολιάζει και στους New York Times ένας καθηγητής των Media, σημειώνοντας ότι η Disney δεν ήθελε ποτέ να κάνει οτιδήποτε θα μπορούσε να αναστατώσει το κοινό των οικογενειών. Αλλά το να αποφεύγει κανείς να πάρει θέση σε ευαίσθητα κοινωνικά ζητήματα, σε μια εποχή μάλιστα που το κοινό απαιτεί από τα brands να έχουν άποψη, αποτελεί ήδη από μόνο του ένα σιωπηρό σχόλιο, ή τουλάχιστον απόδειξη μιας συγκεκριμένης κοσμοθεωρίας, που μοιάζει ταιραστή και με τον συντηρητικό ιδρυτή του brand, τον ίδιο τον Walt Disney.
Εν τω μεταξύ, χρειάστηκε να έρθει το 2009 για να βγει στην οθόνη της Disney η πρώτη μαύρη πριγκίπισσα και, η αλήθεια είναι ότι, την εποχή που ήταν CEO ο Robert Iger, από το 2005 μέχρι το 2020, έγιναν πολλά βήματα προς την ποικιλομορφία. Χαρακτηριστικό είναι ότι αυτήν την περίοδο η Disney έβγαλε την ταινία Black Panther, με ένα σενάριο αφροκεντρικού προσανατολισμού και ένα καστ σχεδόν εξ ολοκλήρου αποτελούμενο από μαύρους ηθοποιούς. Εμπλουτίστηκαν ακόμα οι γυναικείοι χαρακτήρες και δημιουργήθηκαν ταινίες κινουμένων σχεδίων με μια ποικιλία από φυλές και κουλτούρες.
Διαβάστε ακόμα: To πλάνο της Disney να χτίσει 1300 οικονομικά σπίτια
Ακόμα, στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας «Stories Matter», έβαλε σε κλασικές ταινίες της disclaimers που προειδοποιούν για παρωχημένα στερεότυπα.
Βέβαια, οι αντιδράσεις και σε αυτές τις περιπτώσεις δε λείπουν, αλλά από την αντίθετη πλευρά. Στελέχη εξέφραζαν, λόγου χάρη, ανησυχίες για το ότι η πολιτική ορθότητα μπορεί να λειτουργήσει σε βάρος της δημιουργικότητας. Επιθέσεις και αρνητικές κριτικές δέχεται ακόμα από θεατές ή συντηρητικά μέσα όπως η Fox, όταν εντάσσει, λόγου χάρη, στο πρόγραμμά της εκπομπή σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης για παιδιά, με τους ήρωες του Muppet Show, ή όταν βάζει έναν υπερήρωα να φιλά τον σύζυγό του.
Τα καλέσματα κατά καιρούς από όλες τις μεριές για μποϊκοτάζ της Disney δε λείπουν, αλλά από την εταιρεία δε φαίνεται να πτοούνται. Από τη μία δείχνουν, πολύ απλά, ότι έχουν συνηθίσει να σβήνουν φωτιές, αναζητώντας να κάνουν την κατάλληλη δήλωση, μέχρι την επόμενη φορά· από την άλλη, φαίνεται να συνειδητοποιούν ότι για την Disney, το μποϊκοτάζ σε σημαίνει ουσιαστικά τίποτα. Το μέγεθος του κολοσσού είναι τέτοιο, που δεν μπορεί κανείς να αποφύγει εντελώς τα προϊόντα του.
Τώρα, ο νέος CEO, Bob Chapek, όπως επέδειξε και στην περίπτωση της Φλόριντα, δε δείχνει να έχει διάθεση να ασχοληθεί με την πολιτική ατζέντα της εποχής του και το συμβούλιό του φαίνεται να τον στηρίζει. Το ότι αυτήν την εποχή η Disney επικεντρώνεται στη στρατηγική της ανάπτυξής της ως πλατφόρμας streaming, εξελισσόμενης στον σημαντικότερο αντίπαλο του Netflix διεθνώς, δεν είναι ξεκάθαρο πόσο μεγάλο ρόλο παίζει σε αυτόν τον προσανατολισμό.
Ο κ. Chapek, πάντως, αποφεύγοντας ακόμα και με τον τρόπο της έκφρασής του να πάρει θέση, δηλώνει ότι «οι ποικιλόμορφες ιστορίες μας είναι οι επίσημες δηλώσεις μας – και είναι πιο ισχυρές από οποιοδήποτε tweet ή κάποια προσπάθεια lobbying», συμπληρώνοντας ότι αν η εταιρεία γινόταν μπαλάκι σε μια πολιτική διαμάχη, αυτές οι ιστορίες δε θα μπορούσαν να ειπωθούν.
Mε πληροφορίες από The New York Times
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.