Η εξαίσια Βενετία! Ένα κατοικημένο έργο τέχνης, ένα ζωντανό μουσείο, μια πόλη – εμπειρία, που μοιάζει να αιωρείται στο φως, πάνω στα 118 μικρά νησιά της, που χωρίζονται από κανάλια και ενώνονται με ατέλειωτες, κομψές γέφυρες, ενώ τα αριστουργηματικά ενετικά αρχοντικά καθρεφτίζονται στο νερό.
Και είναι ιστορική αίγλη, ο αναλλοίωτο πολιτισμός, η νοσταλγία και η δραματική μεγαλοπρέπεια της πόλης, που την κάνουν προορισμό ταξιδιού ζωής, για εκατομμύρια ανθρώπους κάθε χρόνο. Μα οι ίδιοι οι Βενετσιάνοι, πνίγονται από το πλήθος των τουριστών. Για αυτούς η Βενετία δεν είναι απλώς σκηνικό, αλλά ο τόπος τους, που ακόμα κατοικείται, έστω και με όλο και λιγότερους κατοίκους. Το 2022, για πρώτη φορά, οι μόνιμοι κάτοικοι στο ιστορικό κέντρο της Βενετίας έπεσαν κάτω από τις 50.000! Οι Βενετσιάνοι συνεχώς εκφράζουν την αγανάκτηση τους, την απελπισία τους, για την καθημερινή εισβολή χιλιάδων τουριστών, ειδικά αυτών που έρχονται μόνο για λίγες ώρες, αφήνοντας πίσω τους συνωστισμό, σκουπίδια και ελάχιστο οικονομικό όφελος. Η καθημερινότητα γίνεται όλο και πιο δύσκολη. Τα παντοπωλεία, οι φούρνοι, τα μαγαζιά με τα καθημερινά είδη ζωής των κατοίκων δίνουν τη θέση τους σε καταστήματα με σουβενίρ και είδη που απευθύνονται σε τουρίστες, οι δρόμοι είναι μόνιμα ασφυκτικά γεμάτοι, τα μέσα μεταφοράς υπερπλήρη, ενώ τα ενοίκια ανεβαίνουν λόγω των βραχυχρόνιων μισθώσεων τύπου Airbnb, διώχνοντας τους κατοίκους από τις γειτονιές τους! Περίπου 5.000 διαμερίσματα στη Βενετία διατίθενται για τουριστική ενοικίαση, προσφέροντας συνολικά 23.000 κλίνες, ενώ υπάρχουν άλλες 27.000 κλίνες σε ξενοδοχεία. Ένα υπνοδωμάτιο στο ιστορικό κέντρο της Βενετίας κοστίζει για ενοικίαση από 1.000 έως 1.500 ευρώ το μήνα, ένα διαμερίσματα τριών υπνοδωματίων για οικογένεια, ενοικιάζεται από 2.200 έως 3.000 ευρώ μηνιαίως. Η πόλη προσπαθεί να προσφέρει επιδοτούμενα ενοίκια σε κατοίκους, ανακαινίζοντας περίπου 1.000 παλιές ή αχρησιμοποίητες δημοτικές κατοικίες. Μα δεν αρκεί.
«Θα προτιμούσα να είμαι στη Βενετία με βροχή παρά σε οποιαδήποτε άλλη πόλη με ήλιο», είχε γράψει στα 1857 ο συγγραφέας Χέρμαν Μέλβιλ. Ο Λουκίνο Βισκόντι αναζήτησε την ιδανική ομορφιά και τον ανεκπλήρωτο, ολοκληρωτικό έρωτα, που υπερνικά την ίδια τη θέληση για ζωή σε έναν αριστουργηματικό του «Θάνατο στην Βενετία». Ο Μαρσέλ Προυστ μαγεύτηκε τόσο από αυτην που έγραψε πως «η Βενετία είναι η μόνη πόλη στον κόσμο που μοιάζει να έχει δημιουργηθεί από όνειρο και νερό». Ο Ρώσος νομπελίστας Ιωσήφ Μπρόντσκι, γράφει στο «Υδατογράφημα» του -εκδόσεις Ίκαρος- το υπαρξιακό δοκίμιο του, για τη πόλη τον χειμώνα, πως «Η Βενετία είναι ο τόπος όπου το φως φαίνεται να έχει ξεχάσει να πεθάνει». Ταινίες, μυθιστορήματα, ποιήματα, δοκίμια, έργα τέχνης εμπνέονται απ αυτή τη πόλη, γιατί τόση ομορφιά μαζεμένη δύσκολα θα βρεθεί αλλού! Ίσως αυτός είναι ο ουσιαστικός βαθύτερος λόγος της δυσφορίας των κατοίκων της, πιο πολύ απ την ακρίβεια, τα υψηλά ενοίκια, τις δυσκολίες στην καθημερινότητα. Είναι το βαθύτερο πολιτισμικό τους παράπονο πως η Βενετία μετατρέπεται σε θεματικό πάρκο. Πολλοί νιώθουν πως δεν ζουν πια σε μια πόλη, αλλά σε ένα σκηνικό που εξυπηρετεί αποκλειστικά τις ανάγκες του τουρισμού, εις βάρος της ποιότητας ζωής, της κοινωνικής συνοχής, της ιστορίας και του σεβασμού που αρμόζει στην «ωραιότερη πόλη του κόσμου».
Το 2024 ξεκίνησε μια προσπάθεια να προστατευτεί η Βενετία, όσο γινεται από τους τουρίστες της ημερήσιας επίσκεψης, κυρίως και έγινε παγκοσμίως ο πρώτος μεγάλος τουριστικός προορισμός, που εφάρμοσε ένα είδος εισιτηρίου εισόδου, ένα μέτρο που άλλοτε θα φάνταζε αδιανόητο για μια ιστορικά ανοιχτή κοσμοπολίτικη πόλη. Με αυτό το τολμηρό βήμα, οι αρχές της λιμνοθάλασσας στόχευσαν στην καταπολέμηση του υπερτουρισμού, που βάζει, πια σε κίνδυνο την ίδια βιωσιμότητα του τόπου, πολιτισμικά όσο και περιβαλλοντικά. Βέβαια και η οικονομική σημασία του τουρισμού στη Βενετία είναι αδιαμφισβήτητη. Το 2024 περισσότεροι από 30 εκατομμύρια άνθρωποι επισκέφθηκαν την πόλη των 50.000 κατοίκων, με την πλειοψηφία να επιλέγει ημερήσια εκδρομή. Αν και λιγότεροι από 4 εκατομμύρια τουρίστες διέμειναν στο ιστορικό κέντρο, τα έσοδα που απορρέουν από τον ημερήσιο τουρισμό είναι μεν μικρά, αλλά όχι και αμελητέα. Η εφαρμογή, όμως, του τέλους εισόδου απέφερε στη Βενετία 2,4 εκατομμύρια ευρώ, σημαντικά περισσότερα απ’ ό,τι αναμενόταν. Αυτή η πιλοτική πρωτοβουλία, έστω κι αν δεν επηρέασε δραματικά τους αριθμούς επισκεπτών, λειτούργησε ως εργαλείο για καλύτερη διαχείριση της ροής των επισκεπτών.
Για αυτή τη τουριστική σεζόν του 2025 το εισιτήριο επανήλθε και μάλιστα ενισχυμένο, αφού επεκτείνεται σε 54 ημέρες, μεταξύ Απριλίου και Ιουλίου, κυρίως Σαββατοκύριακα, με το αντίτιμο να ανέρχεται σε 5 ευρώ, ενώ η τιμή διπλασιάζεται αν η κράτηση δεν γίνει πριν τρεις ημέρες από την επίσκεψη. Οι επισκέπτες λαμβάνουν έναν μοναδικό κωδικό QR και καλούνται να τον επιδείξουν στα σημεία ελέγχου, όπως στον σιδηροδρομικό σταθμό Venezia Santa Lucia. Όσοι διανυκτερεύουν ή προέρχονται από την περιφέρεια του Βένετο εξαιρούνται, αλλά ακόμη και αυτοί πρέπει να δηλώσουν ηλεκτρονικά την παρουσία τους. Το νέο σύστημα, που παρακολουθεί με ακρίβεια τα στοιχεία επισκεψιμότητας, βάζει την Βενετία στην εποχή των δεδομένων. Ο δημοτικός σύμβουλος τουρισμού, Σιμόνε Βεντουρίνι, περιέγραψε την πολιτική αυτή ως ένα «απτό και καινοτόμο εργαλείο» που προσφέρει τη δυνατότητα να χτιστεί μια στρατηγική με βάση πραγματικά στοιχεία. Πέρα από την άμεση χρησιμότητά του, το τέλος αυτό έχει φιλοδοξία να προωθήσει τον ποιοτικό τουρισμό, δηλαδή εκείνον που έρχεται με πρόθεση να συνδεθεί βαθύτερα με την πόλη, να βιώσει τη Βενετία πέρα από μια βιαστική φωτογραφία στη Γέφυρα των Στεναγμών, με φόντο τις γόνδολες και αναρτήσεις στο TikTok ημιμεθυσμένες να ξελαρυγγιάζονται τραγουδώντας «’O sole mio sta nfronte a te».
Η Βενετία με την εφαρμογή εισιτηρίου εισόδου άνοιξε μια νέα συζήτηση στον παγκόσμιο τουριστικό χάρτη: πώς επαναπροσδιορίζεται η σχέση ανάμεσα στον ταξιδιώτη και την πόλη; Πώς μπορεί να εξασφαλιστεί η μακροχρόνια ανθεκτικότητα των ιστορικών κέντρων χωρίς να πνιγούν στην ίδια τους τη δημοφιλία; Αν μη τι άλλο, η «ωραιότερη πόλη του κόσμου» απέδειξε για ακόμη μια φορά πως δοκιμάζει, πρωτοπορεί και πειραματίζεται με τρόπους που ίσως να εμπνεύσουν και άλλες εξίσου εύθραυστες γωνιές του κόσμου. Και βέβαια πόλεις όπως το Άμστερνταμ, η Βαρκελώνη, το Ντουμπρόβνικ, η Πράγα, ή η Σαντορίνη αντιμετωπίζουν προβλήματα υπερτουρισμού. Ωστόσο, το γεωγραφικό και πολιτισμικό τους υπόβαθρο καθιστά την εφαρμογή τέτοιων μέτρων πιο περίπλοκη. Η Βενετία, λόγω της ιδιαιτερότητας της τοποθεσίας της και της μοναδικής πρόσβασης μέσω περιορισμένων σημείων εισόδου, είναι μία από τις λίγες πόλεις όπου η επιβολή ενός τέτοιου τέλους μπορεί να υλοποιηθεί αποτελεσματικά. Άλλες πόλεις με αυστηρά οριοθετημένα κέντρα, όπως η Ρόδος, η Σιένα ή ακόμη και το Μονακό, ίσως μπορούσαν να επιβάλουν αντίστοιχο έλεγχο εισόδου με εισιτήρια και να βρουν λύσεις μέσα απ’ το μοντέλο της Βενετίας.
Υπάρχουν όμως και οι επικρίσεις και κυρίως οι επιφυλάξεις για την ουσιαστική αποτελεσματικότητα του μέτρου των εισιτηρίων. Στη πλειοψηφία τους οι πολύπαθη και ολιγοπληθείς Βενετσιάνοι θεωρούν πως ο πραγματικός στόχος θα έπρεπε να είναι η αναδιάρθρωση των βραχυχρόνιων μισθώσεων τύπου Airbnb και η επαναφορά των υπηρεσιών για τους μόνιμους κατοίκους. Η βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη, για αυτούς, δεν μπορεί να στηρίζεται μόνο σε τέλη αλλά χρειάζεται ένα συνολικό όραμα, που θα ισορροπεί το δικαίωμα των επισκεπτών με τις ανάγκες των ντόπιων και το σεβασμό στο μοναδικό περιβάλλον και την ιστορικότητα της.
Όλα τα δίκια με το μέρος τους έχουν οι Βενετσιάνοι, μα δεν μπορούμε να μην τους μακαρίζουμε που έχουν πάντα το προνόμιο να κάνουν μια βαρκάδα στο ηλιοβασίλεμα, όταν ο ήλιος βουτάει στη λιμνοθάλασσα και βάφει τα πάντα ρόδινα, να κάνουν βόλτα στη πλατεία Αγίου Μάρκου στην σκιά της μεγαλοπρεπούς Βασιλική του, στον Πύργο του Ρολογιού και στο Παλάτι των Δόγηδων. Για μια μικρή γεύση αυτή της ομορφιάς, πάντως, όλοι εμείς οι υπόλοιποι και εισιτήριο πληρώνουμε και όσο – όσο…
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.