Η Θεσσαλονίκη, για πολλά χρόνια, περίμενε την υλοποίηση ενός μεγάλου έργου που θα αναβάθμιζε τις μετακινήσεις, θα ελάφρυνε την κυκλοφοριακή συμφόρηση και θα προσέφερε μια πιο σύγχρονη εικόνα μιας πόλης με μακραίωνη ιστορία, αλλά και δυναμικό παρόν. Το μετρό, η υλοποίηση του οποίου πέρασε από πολλά στάδια και καθυστερήσεις, άνοιξε επιτέλους τις πόρτες του για το κοινό, φέρνοντας μαζί του μια σειρά αλλαγών, όχι μόνο στον τρόπο ζωής των κατοίκων, αλλά και στην ίδια τη φυσιογνωμία της αγοράς ακινήτων.
Η ύπαρξη σταθμών μετρό σε περιοχές που έως πρόσφατα χαρακτηρίζονταν από χαμηλότερη ζήτηση και περιορισμένη πρόσβαση στο κέντρο, οδήγησε σε σημαντική αύξηση του ενδιαφέροντος για κατοικίες σε αυτές. Η πρόσβαση σε σταθερή και ταχεία δημόσια συγκοινωνία αποτελεί, πλέον, έναν από τους βασικότερους παράγοντες που καθορίζουν την αξία ενός ακινήτου. Και η Θεσσαλονίκη δεν αποτελεί εξαίρεση.
Σύμφωνα με το Spitogatos, περιοχές όπως η Αγία Σοφία, η Πανεπιστημιούπολη και η Παπάφη, που πλέον διαθέτουν σταθμούς μετρό ή βρίσκονται πολύ κοντά σε αυτούς, έχουν καταγράψει εντυπωσιακές αυξήσεις στις μέσες ζητούμενες τιμές ενοικίασης. Ενδεικτικά, στην Πανεπιστημιούπολη, η άνοδος είναι ακόμη εντυπωσιακή: 19% ετησίως, με τη μέση τιμή να διαμορφώνεται πλέον στα 9 ευρώ/τ.μ. Ακολουθεί η Παπάφη, με 8,8 ευρώ/τ.μ. και άνοδο 6,7%.
Η σημασία αυτών των αριθμών είναι μεγαλύτερη απ’ ό,τι φαίνεται με την πρώτη ματιά. Στις περιοχές αυτές, η ζήτηση αυξήθηκε όχι μόνο από φοιτητές ή εργαζόμενους που επιδιώκουν την εύκολη μετακίνηση, αλλά και από επενδυτές που αντιλαμβάνονται τη μακροπρόθεσμη υπεραξία που μπορεί να προσφέρει ένα ακίνητο κοντά σε σταθμό μετρό.
Παράλληλα, στο μέτωπο των πωλήσεων, η επιρροή του μετρό είναι εξίσου καθοριστική. Στην Παπάφη, για παράδειγμα, καταγράφηκε εντυπωσιακή ετήσια αύξηση 31,9% στις ζητούμενες τιμές πώλησης, με τη μέση τιμή να διαμορφώνεται στα 2.576 ευρώ/τ.μ. Αν και παραμένει χαμηλότερη από την Αγία Σοφία (όπου η μέση τιμή φτάνει τα 3.224 ευρώ/τ.μ.), η απότομη αύξηση αποτυπώνει την αλλαγή στην αγοραστική δυναμική των περιοχών. Ακόμη και πιο οικονομικές περιοχές, όπως η Πλατεία Δημοκρατίας, κατέγραψαν διψήφιες αυξήσεις, φθάνοντας στα 969 ευρώ/τ.μ. με άνοδο 10,4%.
Η συνολική τάση στη Θεσσαλονίκη ενισχύεται και από τα μακροοικονομικά δεδομένα. Στα προάστια, η αύξηση των τιμών πώλησης από το 2019 φτάνει το 60,1%, ενώ στον ίδιο τον δήμο Θεσσαλονίκης η άνοδος αγγίζει το εντυπωσιακό 85,1%. Παρόμοια είναι και η εικόνα στα ενοίκια: στα προάστια, η πενταετής αύξηση αγγίζει το 41,2%, στον δήμο Θεσσαλονίκης 26,2% και στον υπόλοιπο νομό 29,6%.
Παρά την άνοδο, υπάρχουν ακόμη γειτονιές που προσφέρουν πιο προσιτές επιλογές. Περιοχές όπως η Καλλιθέα (833 ευρώ/τ.μ.) και τα Βασιλικά (1.050 ευρώ/τ.μ.) παραμένουν ελκυστικές τόσο για αγοραστές πρώτης κατοικίας όσο και για επενδυτές. Σε ό,τι αφορά τα ενοίκια, οι τιμές κυμαίνονται μεταξύ 4 και 5 ευρώ/τ.μ., διαμορφώνοντας μια ισορροπία ανάμεσα σε προσιτότητα και επενδυτικό ενδιαφέρον.
Από την άλλη πλευρά, περιοχές όπως η Καλαμαριά, το κέντρο της Θεσσαλονίκης και η Τούμπα εξακολουθούν να βρίσκονται στην κορυφή των ακριβότερων γειτονιών, τόσο για ενοικίαση όσο και για αγορά. Στην Καλαμαριά, για παράδειγμα, η μέση τιμή πώλησης φτάνει τα 2.816 ευρώ/τ.μ., ενώ στο κέντρο διαμορφώνεται στα 2.691 ευρώ/τ.μ. Όσον αφορά τα ενοίκια, το κέντρο προηγείται με 10,4 ευρώ/τ.μ., ακολουθούμενο από τις περιοχές Βαρδάρης και Άνω Πόλη.
Είναι, πλέον, σαφές πως το μετρό δεν αποτελεί μόνο μέσο μεταφοράς, αλλά και μοχλό αναδιαμόρφωσης του αστικού ιστού. Η εύκολη πρόσβαση σε σταθμούς ενισχύει την καθημερινότητα των πολιτών, μειώνει τους χρόνους μετακίνησης και αυξάνει τη λειτουργικότητα των περιοχών. Φυσικά αυτό προϋποθέτει την απρόσκοπτη λειτουργία του, που ακόμη δεν έχει επιτευχθεί σε απόλυτο βαθμό. Αυτοί οι παράγοντες αντικατοπτρίζονται άμεσα στην αξία των ακινήτων, καθώς οι περιοχές γίνονται πιο επιθυμητές και, κατά συνέπεια, πιο ακριβές.
Εύλογα, από την άλλη, η αύξηση των τιμών τόσο στα ενοίκια όσο και στην πώληση κατοικιών, εγείρει διαμαρτυρίες από μεγάλο μέρος των πολιτών που αναζητούν μια λειτουργική κατοικία, όπου θα καταφέρουν να ανταποκριθούν στις οικονομικές της υποχρεώσεις. Επίσης, για τις οικογένειες που ψάχνουν φοιτητικά σπίτια, η κατάσταση είναι πραγματικά δύσκολη. Εκτός από την παλαιότητα των κατοικιών (όπου αρκετές οικοδομές είναι χτισμένες τις δεκαετίες του ’60 και ’70, αν και ένα σημαντικό μέρος των ιδιοκτήτων έχουν προβεί σε μοντέρνες ανακαινίσεις ), τα αυξημένα ενοίκια ανεβάζουν το κόστος σπουδών των παιδιών και συμπιέζουν κατά πολύ τα οικονομικά των νοικοκυριών.
Αντικειμενικά, η λειτουργία του μετρό στη Θεσσαλονίκη δεν είναι μόνο μια συγκοινωνιακή εξέλιξη, αλλά και ένας καθοριστικός παράγοντας που διαμορφώνει τον τρόπο που η πόλη αναπτύσσεται, επενδύει και ζει.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.