H μετάβαση από τη ζωή στην πόλη, στη διαβίωση στην ύπαιθρο μπορεί για κάποιους να φαντάζει ως ιδεατή επιλογή σε μία προσπάθεια αποκέντρωσης και αποστασιοποίησης από τους συχνά εξουθενωτικούς ρυθμούς που επιτάσσει ένα μεγάλο αστικό κέντρο».
Για τον Νίκο Ιωάννου και τη Λίλιαν Κουίδου ήταν κατά ένα μεγάλο βαθμό αναπόφευκτη κίνηση, σε μία περίοδο όπου η προηγούμενη επιχείρησή τους με δραστηριότητα στη λιανική πώληση, δέχτηκε αρκετές πιέσεις λόγω συγκεκριμένων συγκυριών. Το ζευγάρι διατηρούσε ένα από τα παλαιότερα καταστήματα πώλησης κόμιξ στη Θεσσαλονίκη, τη Σπηλιά των Κόμιξ. Παρόλ’ αυτά κινήθηκαν προς την αντίθετη κατεύθυνση, δημιουργώντας τη βιολογική φάρμα Chilli Factor Organic Farm.
Η στροφή τους στον πρωτογενή τομέα πραγματοποιήθηκε το 2007 σε μία περίοδο κατά την οποία η χρηματοοικονομική κρίση, επηρέασε καθοριστικά τις εισαγωγές των κόμιξ από εκεί. «Αντιληφθήκαμε από αρκετά νωρίς ότι αυτό που είχε ξεκινήσει νωρίτερα να συμβαίνει στην Αμερική θα μεταφερόταν και στην Ευρώπη στη συνέχεια, επηρεάζοντας κατ’ επέκταση και την Ελλάδα. Κάπως έτσι μπήκαμε στη διαδικασία να επενδύσουμε στην αγροτική παραγωγή. Ξεκινήσαμε παράγοντας χρωματιστές ντομάτες και καυτερεές πιπεριές στους Νέους Επιβάτες Θεσσαλονίκης, όπου βρίσκεται σήμερα η έδρα μας. Η καλλιέργεια αναπτύχθηκε σε έκταση 7 στρεμμάτων. Ο σχεδιασμός μας από την πρώτη στιγμή βασίστηκε στο γεγονός ότι θα μπορούσαμε να επενδύσουμε σε πιο ειδικά αγροτικά αγαθά, δεδομένου ότι είχαμε περιορισμένη έκταση γης στη διάθεσή μας».
Κάνοντας την αρχή από τις βιολογικές λαϊκές αγορές
«Στην πορεία φυτέψαμε πολύχρωμα καρότα, μουστάρδα, kale και αρκετά ακόμα ασυνήθιστα κηπευτικά προϊόντα, όλα βιολογικά. Η αρχή έγινε από τις βιολογικές αγορές της Θεσσαλονίκης, όπου ξεκινήσαμε να πουλάμε τα προϊόντα μας. Ωστόσο, λόγω του ότι οι καυτερές πιπεριές αποτελούν ένα ειδικό προϊόν με συγκεκριμένη δυνατότητα σε επίπεδο πωλήσεων, στραφήκαμε και στη μεταποίηση. Δημιουργήσαμε κάποιες σάλτσες σε πρώτη φάση και στη συνέχεια επεκτείναμε την επεξεργασία των προϊόντων που παράγουμε. Η πρώτη σάλτσα που δημιουργήσαμε ήταν η sweet habanero, με κύριο συστατικό την καυτερή πιπεριά habanero. Ακολούθησε η σάλτσα ντομάτας, η οποία είναι έτοιμη προς χρήση».
Οι δύο παραγωγοί δεν έμειναν εκεί καθώς προχώρησαν και στην καλλιέργεια μικρολαχανικών (microgreens). Ήταν οι πρώτοι που έκαναν ένα τέτοιο εγχείρημα στην Ελλάδα. «Φιλοσοφία της φάρμας είναι ότι δεν πετάμε τίποτα. Για παράδειγμα εάν περισσέψει μαϊντανός θα χρησιμοποιηθεί για να γίνει πέστο. Η πώληση των microgreens ξεκίνησε από τις βιολογικές λαϊκές αγορές, ως υπετροφή και στην πορεία μαζί με άλλα προϊόντα όπως τα πολύχρωμα καρότα, οι πολύχρωμες ντομάτες και τα ντοματίνια ξεκίνησαν να διατίθενται σε εστιατόρια, καθώς τα ζητούσαν αρκετοί σεφ για την κουζίνα τους», εξηγεί η Λίλιαν.
Στόχος η αποκλειστική κάλυψη των αναγκών της ελληνικής αγοράς
Λόγω της περιορισμένης παραγωγής που διατηρούν, όλα τα προϊόντα τους διοχετεύονται αποκλειστικά στην ελληνικά αγορά. «Παρά το γεγονός ότι μας έχουν ζητήσει αρκετοί να τους διαθέσουμε τόσο φρέσκα όσο και μεταποιημένα, δεν έχουμε προχωρήσει σε εξαγωγές. Αυτό που θέλουμε κατά κύριο λόγο είναι να παράγουμε ‘καθαρά’ τρόφιμα, τα οποία θα διατίθενται στην εγχώρια αγορά. Συμβαίνει το εξής παράδοξο: να πετάμε λεμόνια ελληνικής παραγωγής και να εισάγουμε ταυτόχρονα από την Τουρκία. Πρέπει να αξιοποιήσουμε την εξαιρετική γη και το κλίμα της Ελλάδα, καλύπτοντας πρωτίστως τις δικές μας ανάγκες. Και μετά να κινηθούμε και προς τις εξαγωγές», συμπληρώνει η ίδια.
Όπως λέει, η επιλογή να αφήσουν πίσω τους μία γνωστή και εδραιωμένη επιχείρηση, ήταν αρκετά δύσκολη. «Ωστόσο παρά το γεγονός ότι δεν ήμαστε αγρότες και καταφέραμε να γίνουμε αγρότες και να πετύχουμε με μηδενική στήριξη από το κράτος, μας κάνει να νοιώθουμε ιδιαίτερη ικανοποίηση. Κάναμε μία δύσκολη και επίπονη επιλογή, αλλά δικαιωθήκαμε. Πρόσφατα γίναμε η πρώτη ελληνική φάρμα που εντάχθηκε στο κίνημα του slow food».
Στόχος είναι να αναπτύξουν περαιτέρω τις εγκαταστάσεις τους, δημιουργώντας επισκέψιμους χώρους, όπου θα μπορεί κανείς να δοκιμάσει επί τόπου τα προϊόντα που παράγουν
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.