Έρευνα του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ για την ποιότητα της εργασίας στην Ελλάδα, το φυσικό περιβάλλον της, αλλά και πόσο και πως επηρεάζει την υγεία των εργαζομένων δείχνουν καθολικά, αρνητικά αποτελέσματα.
Οι 3 στους 4 εργαζόμενους γυρνάνε σπίτι εξαντλημένοι
Σκοπός της έρευνας του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ είναι να διερευνηθούν διαστάσεις της ποιότητας της εργασίας, όπως το φυσικό της περιβάλλον, η ένταση της εργασίας, η διευθέτηση του χρόνου εργασίας, ή η εργασιακή επισφάλεια από τις ατομικές εμπειρίες και τις απόψεις των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα στην Ελλάδα. Έτσι, ο ένας στους δύο εργαζόμενους, δηλαδή το 47% δήλωσε ότι η εργασία του απαιτεί σημαντική σωματική καταπόνηση από επαναλαμβανόμενες κινήσεις, ορθοστασία, άρση βαριών αντικειμένων και παραμονή αρκετής ώρας σε πολύ ζεστό ή κρύο περιβάλλον, επιφέροντας μεγάλη κούραση έως εξάντληση στο 74%. Δηλαδή, οι 3 στους 4, γυρνάνε στα σπίτια τους, εξουθενωμένοι.
Σπουδές και εισοδήματα
Στο εάν η εργασία απαιτεί σημαντική σωματική καταπόνηση το 62% με τεχνική και επαγγελματική κατάρτιση, το 58% όσων ήταν έως απόφοιτοι γυμνασίου και το 57% εκείνων που είχαν αποφοιτήσει από το λύκειο και δεν είχαν λάβει άλλη εκπαίδευση απαντά θετικά. Χαμηλότερα, το 38% και 21% απαντά επίσης, ναι πως καταπονείται πολύ, έχει ανώτατη εκπαίδευση, μεταπτυχιακό ή διδακτορικό τίτλο. Ακόμα, το 56% του ερωτηθέντων με εισόδημα έως 7.000 ευρώ και το 53% με εισόδημα από 7.001 έως 16.000 ευρώ εργάζονται σε συνθήκες μεγάλης σωματικής καταπόνησης. Στις εισοδηματικές αυτές κατηγορίες, ανήκουν επαγγέλματα χαμηλής εξειδίκευσης και μερικής απασχόλησης. Οι εργαζόμενοι φαίνεται να βρίσκονται αντιμέτωποι με έναν συνδυασμό προβλημάτων που αφορούν τη σωματική και την ψυχική τους υγείας αλλά και την αγωνία της διασφάλισης ενός αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης. Η σχετική εικόνα βελτιώνεται στους εργαζομένους με υψηλότερα εισοδήματα, καθώς σε συνθήκες σημαντικής σωματικής καταπόνησης δήλωσε πως εργάζεται το 23% του δείγματος με εισόδημα άνω των 30.000 ευρώ και το 37% με εισόδημα από 16.001 έως 30.000 ευρώ.
Η έμφυλη διάσταση
Για τις γυναίκες τα πράγματα είναι ακόμα πιο σκληρά. Το ποσοστό των γυναικών που αντιμετωπίζουν εργασιακές συνθήκες σημαντικής σωματικής καταπόνησης είναι υψηλότερο από το αντίστοιχο των ανδρών. Πιο συγκεκριμένα, το 46% των ανδρών του δείγματος και το 50% των γυναικών δήλωσαν πως η εργασία τους απαιτούσε σημαντική σωματική καταπόνηση, ενώ πολύ υψηλό είναι το ποσοστό των ανδρών και των γυναικών, κατά 72% και 76% αντίστοιχα, που πάντα ή συχνά επιστρέφει από την εργασία του εξαντλημένο. Και ναι! Τόσο το 63% των ανδρών, όσο και το 58% των γυναικών θεωρούν πως η εργασία τους έχει επηρεάσει την ψυχολογία και τη ζωή τους.
Σωματική καταπόνηση και ηλικία
Η σωματική καταπόνηση στην εργασία είναι υψηλή σε όλες, αδιάκριτα τις ηλικιακές ομάδες. Πως το εργασιακό περιβάλλον, η φύση και ο τρόπος δουλειάς είναι εξουθενωτικοί απαντούν θετικά κατά 48% οι εργαζόμενοι από 17 έως 34 ετών, αυτοί από 35 έως 54 ετών και του 44% της ηλικιακής ομάδας των 55 και άνω. Εντυπωσιακά υψηλό, στο 77% είναι το ποσοστό των εργαζομένων από 35 έως 54 ετών, που επιστρέφει πάντα ή συχνά από την εργασία του νιώθοντας πραγματική εξάντληση, ενώ την ίδια απάντηση έδωσε το 68% του ερωτηθέντων του δείγματος ηλικίας 17 με 34 ετών και το 69% ηλικίας των 55 και άνω. Παράλληλα, στο ερώτημα αν η εργασία έχει επηρεάσει τη σωματική τους υγεία τους συντριπτικά καταφατική ήταν η απάντηση του 67% των εργαζομένων της ομάδας 35-54 ετών, του 57% της ηλικιακής ομάδας 55 και άνω ετών και του 51% της νεότερης ηλικιακής ομάδας των 17 έως 34 ετών.
Οι δουλειές που εξαντλούν
Ειδικότερα, πάντα ή συχνά εξαντλημένοι επιστρέφουν σπίτι από την εργασία τους δηλώνει το 83% των εργαζομένων στους κλάδους της παροχής υπηρεσιών καταλύματος και της εστίασης, το 76% εκείνων που εργάζονταν στο χονδρικό και λιανικό εμπόριο και στις επισκευές μηχανοκίνητων οχημάτων, καθώς και το 76% όσων εργάζονταν στον κλάδο των μεταφορών και της αποθήκευσης. Επίσης, πραγματική εξάντληση μετά τη εργασία νιώθει πάντα ή συχνά το 72% των εργαζομένων στις κατασκευές, το 72% των εργαζομένων στην εκπαίδευση και το 70% εκείνων που εργάζονταν στη μεταποίηση. Αντίστοιχη ήταν η απάντηση του 66% των εργαζομένων που δραστηριοποιούνταν στους τομείς της ανθρώπινης υγείας και της κοινωνικής μέριμνας, του 63% όσων εργάζονταν στον τομέα της ενημέρωσης και της επικοινωνίας και του 61% των εργαζομένων σε επιχειρήσεις σ τον τομέα των επιστημονικών και των τεχνικών δραστηριοτήτων. Σα να λέμε σε όλες τις εργασίες, μιας και δεν δείχνει να έχει μείνει και τίποτα εκτός!
Το μέγεθος των επιχειρήσεων και η καταπόνηση των εργαζομένων
Οι συνθήκες εργασίας και η επίδρασή τους στην υγεία των εργαζομένων αποκτά μεγαλύτερο ενδιαφέρον όταν διερευνάται σε αναλογία με το μεγέθους των επιχειρήσεων που δουλεύουν. Έτσι, το 57% των εργαζομένων που νιώθουν σωματική καταπόνηση κατά την εργασία του, βρίσκεται σε επιχειρήσεις που απασχολούσαν από 1 έως 9 άτομα. Σημαντική σωματική καταπόνηση κατά την εργασία δήλωσε και το 48% του δείγματος που εργαζόταν σε επιχειρήσεις που απασχολούσαν 10 έως 49 άτομα. Αξιοσημείωτο είναι το εύρημα ότι στις επιχειρήσεις που απασχολούσαν 50 έως 250 άτομα το ποσοστό των εργαζομένων που δήλωσαν σωματική καταπόνηση κατά την εργασία τους μειώνεται στο 39%! Αντίθετα το ποσοστό αυξάνεται στο 44% στις μεγάλες επιχειρήσεις με απασχολουμένους άνω των 250 ατόμων.
Το μέγεθος των επιχειρήσεων και η εξάντληση
Πραγματική σωματική εξάντληση μετά την εργασία νιώθει το 80% των εργαζομένων στις μεγάλες επιχειρήσεις με απασχολουμένους άνω των 250 ατόμων, αλλά και το 75% εκείνων, που εργάζονταν σε επιχειρήσεις που απασχολούσαν 10 έως 50 άτομα, όπως και το 73% των εργαζομένων σε επιχειρήσεις που απασχολούσαν από 1 έως 10 άτομα. Σχετικά χαμηλότερο, στο 69% είναι το ποσοστό των όσων εργάζονται σε επιχειρήσεις που απασχολούσαν 50 έως 250 άτομα και ένιωθαν σωματική εξάντληση μετά την εργασία. Στο ερώτημα κατά πόσο η φύση της εργασίας έχει επηρεάσει τη σωματική υγεία θετικά απαντά το 67% των εργαζομένων σε πολύ μεγάλες επιχειρήσεις με πάνω από 250 εργαζομένους, το 63% όσων εργάζονταν σε επιχειρήσεις με δυναμική 10 έως 49 άτομα, το 61% εκείνων που εργάζονταν σε επιχειρήσεις που απασχολούν 50 έως 250 εργαζόμενους και το 57% όσων απασχολούνταν σε μικρές επιχειρήσεις με 1 έως 9 άτομα.
Μη αξιοπρεπείς απολαβές, πολλές και εντατικές εργατοώρες και στρες
«Κατά την άποψή μας» τονίζεται από το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ «είναι επείγουσα πολιτική προτεραιότητα ο σχεδιασμός και η υλοποίηση ενός νέου οράματος αειφόρου, δίκαιης και συμπεριληπτικής οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης για την Ελλάδα, όπου οι εργαζόμενοι θα έχουν τη δυνατότητα να απολαμβάνουν αξιοπρεπείς μισθούς, ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής, καλύτερες συνθήκες ασφάλειας και υγείας στην εργασία και θεμελιωμένα δικαιώματα στον χώρο εργασίας τους». Η έρευνα διαπιστώνει πως η ευημερία των εργαζόμενων επηρεάζεται σημαντικά από τις μη αξιοπρεπείς απολαβές, τις πολλές και εντατικοποιημένες ώρες εργασίας και από το στρες μέσα στο εργασιακό περιβάλλον.
Επισημαίνει, τέλος, η έρευνα την αναγκαιότητα του να γίνει ο απαραίτητος εκείνος σχεδιασμός, ώστε να η προστασία της εργασίας να μπορεί να συνδεθεί με την οικονομική ανάπτυξη και αμήν!
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.