«Πολυτελές ρετιρέ εις την Φωκίωνος Νέγρη, που έχει όλη την θέα, αλλά όχι την φασαρία της. Διαθέτει πέντε δωμάτια, γραφείον, μπαρ, βιβλιοθήκαι εντοιχιζόμεναι από καρυδιά, κατασκευής Αθηναίος – Βαράγκης. Πωλείται προς 2.800 χρυσές λίρες ή ανταλλάσσεται με μονοκατοικία ίσης αξίας εις το Ψυχικόν ή την Φιλοθέην» – αγγελία του 1963!
Πολυκατοικίες και το όραμα των διαμερισμάτων
Υπήρξαν εποχές που η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη, οι πλήρως αστικοποιημένες πόλεις της Ελλάδας, ζούσαν σε σπίτια γύρω από μια αυλή, ή σε παλαιές αρχοντικές κατοικίες νεοκλασικού ή εβραϊκού -για την συμπρωτεύουσα- τύπου, που δεν ήταν της μόδας. Υπήρχαν και εκείνοι που ζούσαν στα μοντέρνα, περιζήτητα διαμερίσματα των πολυκατοικιών, κάποιων σχεδιασμένων μοναδικά από σπουδαίους αρχιτέκτονες, που όμως άρχιζαν και πλήθαιναν, ώσπου κυρίευσαν κάθε σπιθαμή των αστικών περιοχών, βυθίζοντας σε τσιμεντίλα και γκρι τις όμορφες πόλεις. Μα, το διαμέρισμα ήταν ένα όνειρο επιτυχίας και κοινωνικής καταξίωσης, που απ τα ισόγεια και τις χωμάτινες αυλές, ύψωνε σε μπαλκόνια κοινωνικής αναρρίχησης και όσο πιο κοντά στο ρετιρέ, τόσο πιο μεγάλη η θέση στην αφρόκρεμα της εποχής! Η αθηναϊκή πολυκατοικία γεννήθηκε με τον περίφημο νόμο 3741 του 1929 περί οριζοντίου ιδιοκτησίας. Επέτρεπε την ανάπτυξη καθ’ ύψος, σε μια εποχή που η Αθήνα είχε να αντιμετωπίσει οξύ οικιστικό πρόβλημα. Επρεπε να αφομοιώσει το προσφυγικό ρεύμα τού ’22, αλλά να καλύψει και τις νέες ανάγκες. Γιατί η πολυκατοικία, εκτός από λύση ανάγκης, όπως απαξιώθηκε με την έλευση της μεζονέτας, υπήρξε ένα επίτευγμα της νέας τεχνικής. Η πολυκατοικία εκπροσωπούσε έναν νέο κόσμο ανέσεων και αστικής ζωής, που ασφυκτιούσε στα παλιά σπίτια. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που οι πρώτες πολυκατοικίες χτίζονται στις καλές περιοχές της πρωτεύουσας, στο Κολωνάκι, τη Νεάπολη, τα Εξάρχεια, την Κυψέλη. Και έχουμε το ελληνικό ασπρόμαυρο σινεμά να μας δίνει την εικόνα των δεκαετιών πριν 70, 60, 50 χρόνια. «Στουρνάρα 288» του 1959, με ιστορίες ανθρώπων, όπου σε κάθε όροφο ζει και άλλη κοινωνική τάξη, από το υπόγειο του εργατικού και καλόκαρδου θυρωρού, μέχρι την αποθέωση του πλούτου φυσικά στο ρετιρέ! «Θα σε κάνω βασίλισσα» και φτάνουμε στο 1964, που η καημένη η σύζυγος ζει σε μια παλιά μονοκατοικία, ενώ ο σύζυγος κατασκευάζει πολυτελείς πολυκατοικίες και πουλάει τα διαμερίσματα πλουτίζοντας. Μα μέσα σε δέκα χρόνια από το 1955 έως 1965, η γκρεμίζει μονοκατοικίες που μετράνε μόνο 20 χρόνια ζωής. Η Αθήνα από «ευρωπαϊκή, μοντέρνα μεγαλούπολις» γινεται «η πιο άσχημη πρωτεύουσα της Ευρώπης».
Η εποχή της μεζονέτας
Δεκαετία του 1980 και του 1990. Χρηματιστήριο, life style, σινιέ, Μύκονος, μπουζούκια, μόντελινγκ, τηλέ σταρ, ιδιωτική τηλεόραση και η Αθήνα αισθάνεται Νέα Υόρκη! Τα Βόρεια και τα Νότια προάστια γίνονται το δικό μας Upper East Side και ο Διόνυσος, η Δροσιά, η Πεύκη, τα Βριλήσσια, η Βάρη, η Βουλιαγμένη, η Άνω Γλυφάδα γίνονται πολύ της μόδας, παθαίνοντας αμνησίας στα παλιά ονόματα τους όπως Μαγκουφάνα ή Σούρμενα. Το διαμέρισμα δεν είναι πια trendy. Ζήτω η μεζονέτα! Αυτή η διώροφη κατασκευή με γκαράζ, μερικά τετραγωνικά πράσινο, ενίοτε δε και πισίνα, σα μικρή δεξαμενή, δεν υπήρξε απλώς το είδος της κατοικίας που στέγασε την ευμάρεια της μεσαίας τάξης, αλλά έγινε το σύμβολο της ευρωπαϊκής Ελλάδας που άφηνε οριστικά πίσω της το παρελθόν της βαλκάνιας και ανατολίτικης καταγωγής της. Το 2010 το ελληνικό κράτος για πολλοστή φορά στην Ιστορία, πτώχευσε. Σα σε επιτραπέζιο παιχνίδι, γυρίσαμε στην αφετηρία. Η ερήμωση του κέντρου της Αθήνας κάλπαζε μαζί με την ανεργία, οι τιμές των ακινήτων κατέρρεαν, η κεντρική θέρμανση έπαψε να λειτουργεί. Το σύμβολο της οικονομικής ευμάρειας, η μεζονέτα έγινε βάρος και η μεσαία τάξη που την κατοικούσε κατέρρευσε. Οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί άρχισαν να εκποιούν τα οικιστικά μνημεία μιας εποχής, τις μεζονέτες και υπήρχε ακόμα δρόμος μέχρι να φτάσουμε στο σήμερα, στο 2025 μΧ.
Το τέλος της εποχής της μεζονέτας
Οι μεζονέτες πια δεν είναι της μόδας. Το κατασκευαστικό κόστος έχει εκτοξευτεί σε ιστορικό υψηλό, ακόμη και σε 2000 ευρώ το τετραγωνικό, ενώ τα έξοδα συντήρησης είναι επίσης πολύ υψηλά. Μεγαλύτερη επιφάνεια ανεπτυγμένη κάθετα, σημαίνει περισσότερη ενέργεια για θέρμανση και ψύξη άρα και μεγαλύτερο κόστος λειτουργίας ειδικά τώρα που η τιμή της κιλοβατώρας του ρεύματος είναι δυσβάσταχτη. Και η μεγάλη επιφάνεια είναι συνδεδεμένη και με περισσότερους φόρους, όχι μόνο με τον ΕΝΦΙΑ, αλλά και από δημοτικά τέλη, που οι πολυτελείας δήμοι έχουν ανεβάσει ακόμα και… 30%! Ακόμη, με δεδομένο το υψηλό κατασκευαστικό κόστος, ο πωλητής του ακινήτου θα σκεφτεί δεύτερη και 3η φορά να κατεβάσει τη μέση τιμή ανά τετραγωνικό σε ένα μεγάλης επιφάνειας ακίνητο. Κάτι που σημαίνει ότι ένα μεγάλης επιφάνειας σπίτι μπορεί να φτάσει να πωλείται προς 400.000, 500.000 ευρώ ή και ακόμη περισσότερο. Μια μεζονέτα, επιπλέον, έχει ειδικές απαιτήσεις σε ηλεκτρικά, θερμαντικά συστήματα, κλιμακοστάσια και πολλά άλλα. Για εκείνους που έχουν πολλά λεφτά να διαθέσουν για κατοικία, η μεζονέτα ως αισθητική του συγκεκριμένου τύπου κατοικίας έχει τυποποιηθεί. Λοιπόν; Τη σνομπάρουν!
Πίσω στα διαμερίσματα και δη τα μικρά
Η τάση πια είναι η επιστροφή στα κλασσικά, ενός ορόφου διαμερίσματα με επιφάνεια όχι μεγαλύτερη από 110 τετραγωνικών μέτρων. Μπορεί οι τιμές πώλησης να είναι στα ύψη, όμως το κίνητρο για τον υποψήφιο αγοραστή είναι το σχετικά περιορισμένο ετήσιο λειτουργικό κόστος συμπεριλαμβανομένων τελών και φόρων. Και έτσι η μέση ζητούμενη τιμή ανά τετραγωνικό σ τα διαμερίσματα των 80-100 τετραγωνικών είναι πλέον πολύ υψηλότερη συγκριτικά με την αντίστοιχη των μεζονετών και των μονοκατοικιών.
Και εδώ, δε έχουμε πια ελληνικές ταινίες να καταγράψουν τα ήθη μιας εποχής, αλλά θα μας μείνει η Δήμητρα Ματσούκα – κούκλα, με κόκκινο κομπινεζόν, απ την διπλανή μεζονέτα, να τραγουδά «ένα σπίτι καίγεται», για να την ακούσουν οι γείτονες μεζονετούχοι. Κρίμα, λοιπόν, να ‘σαι εσύ το κρίμα μου, κρίμα τόσα όνειρα χαμένα…
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.