Με την αμερικανική εμπορική πολιτική του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, να αλλάζει κάθε μέρα, δασμοί να εξαπολύονται για να αναβάλλονται επ αόριστόν, ή άλλοι να αυξάνονται στη πορεία, η παγκόσμια αβεβαιότητα κορυφώνεται. Η Εθνική Τράπεζα στο τελευταίο της οικονομικό δελτίο «Εξελίξεις στις ΗΠΑ και Επιδράσεις στην Ελλάδα» επιχειρεί να ορίσει τις συνέπειες σε κάθε περίσταση.
Οι πιθανολογούμενες και συχνά αναιρούμενες ή κάποτε αντικρουόμενες αλλαγές πολιτικής αφορούν εκτός από τη δασμολογική και τη φορολογική πολιτική των ΗΠΑ, τις προτεραιότητες της εμπορικής και κλιματικής στρατηγικής, τη συμμετοχή τους σε διεθνείς οργανισμούς και συμφωνίες, καθώς και θέματα σχετικά με το εποπτικό και ρυθμιστικό πλαίσιο και τη δομή επενδυτικών κινήτρων. Η Εθνική Τράπεζα λοιπόν, σημειώνει αλλά αφήνει κατά μέρος την κατά 25 ποσοστιαίες μονάδες επιβολή δασμών από τις ΗΠΑ στο Μεξικό και τον Καναδά, που οι εφαρμογή του αναβλήθηκε για ένα μήνα, με παράλληλη διενέργεια διαπραγματεύσεων για την εξειδίκευση αντισταθμιστικών παραχωρήσεων από τις δύο χώρες. Επικεντρώνεται όμως, στους κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερους δασμούς που εφαρμόζονται σε ένα τμήμα των κινεζικών εξαγωγών, με προοπτική επέκτασή τους σε άλλες κατηγορίες αγαθών. Υπολογίζεται πως επίκειται επιβολή δασμών και για την Ευρωπαϊκή Ένωση κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες, όπως ο πρόεδρος δήλωσε σε δημοσιογράφους στο οβάλ γραφείο του Λευκού Οίκου, με την Ευρωπαϊκή Ένωση να ανταπαντά με μόνο περιορισμένα, όμως μέτρα. Όλα αυτά έρχονται σε συγκυριακή στιγμή που η ευρωπαϊκή οικονομία είναι ευάλωτη μετά από την πανδημία, με την πληθωριστική και ενεργειακή κρίση, με τον πόλεμο στην ήπειρο, αυτόν της Ουκρανίας, αλλά και με τις συγκρούσεις στη Μ. Ανατολή. Η ελληνική οικονομία συνεχίζει έναν αγώνα ως άθλο και εμφανίζει συνεπή υπεραπόδοση.
Η περιορισμένη δραστηριότητα της Ελλάδας στην αγορά των ΗΠΑ αλλά και η διάρθρωση των ελληνικών εξαγωγών, που έχει οργανωθεί περισσότερο από μια δεκαετία, φαίνεται να περιορίζουν τις άμεσες επιπτώσεις. Η ελληνική οικονομία διατήρησε ένα πλεονασματικό εμπορικό ισοζύγιο κατά την προηγούμενη δεκαετία, με το πλεόνασμα να κυμαίνεται στα €0,5 δισεκατομμύρια κατά μέσο όρο ετησίως την περίοδο 2015-2018 και να υποχωρεί τα επόμενα χρόνια. Το ισοζύγιο έγινε προσωρινά ελλειμματικό το 2022, κυρίως λόγω αυξημένων εισαγωγών υγροποιημένου φυσικού αερίου που προσέγγισαν το ιστορικό υψηλό των €2,2 δισ. το ίδιο έτος. Το 2023 το ισοζύγιο εμφάνισε και πάλι πλεόνασμα σε 0,6 δισ. ευρώ, ενώ στο 11μηνο του 2024 το διμερές εμπορικό ισοζύγιο ήταν οριακά πλεονασματικό στα 0,2 δισ. ευρώ. Το μερίδιο των ΗΠΑ στις ελληνικές εξαγωγές είναι σημαντικά χαμηλότερο σε σύγκριση με την αντίστοιχη βαρύτητα των ΗΠΑ στις εξαγωγές της Ευρωζώνης κατά 8,5% κατά μέσο όρο, με την Ιρλανδία στο 28,2%, την Ιταλία με 10,9%, τη Φινλανδία με 9,8%, τη Γερμανία με 9,7% και τη Γαλλία στο 7,9%, να εμφανίζουν την ισχυρότερη άμεση εξαγωγική εξάρτηση από τις ΗΠΑ. Αναφορικά με την κλαδική δομή των ελληνικών εμπορευματικών εξαγωγών προς τις ΗΠΑ, τη μεγαλύτερη συνεισφορά έχουν οι κλάδοι τροφίμων και περισσότερο τα λαχανικά και τα φρούτα, τα ορυκτά καύσιμα και τα βιομηχανικά προϊόντα, κυρίως τα κατασκευαστικά υλικά και τα μέταλλά. Υποθέτοντας την αύξηση της μέσης δασμολογικής επιβάρυνσης κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες για όλα τα μη ενεργειακά προϊόντα θα πρόκυπτέ άνοδος της μέσης τιμής των ελληνικών εξαγωγών προς τις ΗΠΑ κατά περίπου 7%, η οποία πιθανότατα θα αντισταθμιστεί σε μεγάλο βαθμό από την ήδη παρατηρούμενη ενίσχυση του δολαρίου έναντι του ευρώ. Η άμεση αρνητική επίδραση στον ετήσιο ρυθμό μεταβολής των συνολικών ελληνικών εμπορευματικών εξαγωγών θα ήταν μικρότερη από -0,3% ετησίως και αμελητέα, όσον αφορά το ρυθμό μεταβολής του ΑΕΠ κατά -0,05 ποσοστιαίες μονάδες, με βάση την εκτιμώμενη ιστορική ελαστικότητα ζήτησης για εξαγωγές σε όγκο ως προς την τιμή.
Έμμεσες αρνητικές επιδράσεις στο ελληνικό εξαγωγικό εμπόριο θα μπορούσαν να προκύψουν από μια πιθανή επιδείνωση των οικονομικών επιδόσεων βασικών εξαγωγικών μας αγορών στην ΕΕ, σε περίπτωση κλιμάκωσης των πιέσεων στις δικές τους εξαγωγές προς τις ΗΠΑ, λόγω αυξημένων δασμών ή άλλων εναλλακτικών αντισταθμιστικών μέτρων. Με την Ιταλία και τη Γερμανία στις κορυφαίες εξαγωγικές αγορές στην Ελλάδα, υπολογίζεται πως αυτές έχουν μεγάλη έκθεση στις ΗΠΑ. Σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις της Εθνικής Τράπεζας, που αφορούν μόνο το εμπορικό ισοζύγιο, η οριζόντια αύξηση των δασμών κατά 10% σε όλα τα εξαγόμενα προϊόντα από την Ευρωπαϊκή Ένωση προς τις ΗΠΑ θα μείωνε τις συνολικές ελληνικές εξαγωγές κατά περίπου 1,7%, σε σταθερές τιμές, και το ελληνικό ΑΕΠ κατά 0,4% σωρευτικά μέχρι τα τέλη του 2026, κυρίως λόγω έμμεσων επιδράσεων από την αποδυνάμωση των οικονομιών των Ευρωπαίων εμπορικών μας εταίρων, με προβλεπόμενη μέση ετήσια αύξηση του ΑΕΠ της ευρωζώνης κατά 0,8% έναντι αρχικής εκτίμησης 1,2% για το 2025 και με παρόμοιο αντίκτυπο για το 2026. Ο αντίκτυπος θα μπορούσε να περιοριστεί τουλάχιστον κατά το ήμισυ εάν οι τιμές πετρελαίου, σε ευρώ, υποχωρούσαν κατά 10%. Οι επιδράσεις θα ήταν πιο σημαντικές σε περίπτωση κλιμάκωσης των πιέσεων από τις ΗΠΑ προς την ΕΕ για συντονισμό της εμπορικής πολιτικής απέναντι στην Κίνα, ώστε να περιορίσει το εμπορικό της πλεόνασμα, προκαλώντας εν τέλει και αντίμετρα από την Κίνα εναντίον των ΗΠΑ αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Λόγω της μεγαλύτερης εξάρτησης της Ευρώπης και της Ελλάδας από εισαγωγές από την Κίνα, η εμπλοκή της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε έναν εμπορικό πόλεμο των ΗΠΑ με την Κίνα θα προκαλούσε ακόμη ισχυρότερους οικονομικούς κλυδωνισμούς και υψηλότερο πληθωρισμό.
Η Ελλάδα δεν φαίνεται να διατρέχει άμεσο κίνδυνο πρόσθετων πιέσεων και ανατροπών στον δημοσιονομικό σχεδιασμό προκειμένου να συμμορφωθεί με τα αυξημένα όρια που ενδεχομένως θα τεθούν για την συλλογική αμυντική ισχύ του ΝΑΤΟ, μιας και ήδη, υπερβαίνει το υφιστάμενο όριο συνεισφοράς με τις σχετικές αμυντικές δαπάνες να ξεπερνούν το 3% του ΑΕΠ ετησίως το 2024, έναντι σχεδόν 2% για το μέσο όρο της Ευρωπαϊκή Ένωση και με παραλαβές και αναβαθμίσεις οπλικών συστημάτων να οδηγούν τις σχετικές δαπάνες υψηλότερα. Πλεονέκτημα, ακόμα, αποτελεί ο σημαντικός ρόλος του τουρισμού για την ελληνική οικονομία, δεδομένου ότι ο συγκεκριμένος κλάδος εμφανίζει χαμηλή ευαισθησία στις αναμενόμενες αλλαγές πολιτικής των ΗΠΑ. Ο τουρισμός φαίνεται να αυξάνει σταθερά τη συνεισφορά της στις συνολικές τουριστικές αφίξεις και εισπράξεις της χώρας μας -με υπερδιπλασιασμό των εσόδων την τελευταία οκταετία και τις τουριστικές εισπράξεις από τις ΗΠΑ, ως ποσοστό των συνολικών τουριστικών εισπράξεων της Ελλάδας, να ανέρχονται σε 7% το 2023, από 5,7% το 2016, και 7,6% το 11μηνο του 2024- ενώ πρωταγωνιστεί και στην αύξηση των εσόδων ανά ταξίδι με τη μέση δαπάνη στα €1.032/ταξίδι το 11μηνο του 2024, έναντι €654/ταξίδι για τις αφίξεις στην Ελλάδα από την ευρωζώνη. Ο προγραμματισμός, δε, πτήσεων από τις ΗΠΑ προς την Ελλάδα δείχνει νέα αύξηση για το 2025, προοιωνίζοντας διατήρηση της ανοδικής δυναμικής του τουρισμού συνολικά για το έτος, καθώς οι πρώιμες ενδείξεις από βασικές αγορές μας από την ευρωζώνη συνηγορούν σε ήπια ανοδική τάση. Η θετική δυναμική θα μπορούσε να ανακοπεί μόνο από απροσδόκητες αναταράξεις, μη συνδεόμενες με οικονομικούς παράγοντες, όπως οι φυσικές καταστροφές για παράδειγμα.
Η εξασθένηση του ευρώ αυξάνει την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών προς τις ΗΠΑ αλλά και προς άλλες χώρες όπου η τιμολόγηση γίνεται σε δολάρια. Ωστόσο, δεδομένου ότι η Ελλάδα είναι εν πολλοίς αποδέκτης τιμών στα διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά (price taker), η καθαρή επίδραση στους όρους εμπορίου θα είναι πιθανότατα αρνητική, επιβαρύνοντας το εξωτερικό ισοζύγιο. Επίσης, η ισχυροποίηση του δολαρίου αποτυπώνει και μια αξιόλογη ακόμη απόκλιση των προσδοκιών σχετικά με την πορεία της νομισματικής πολιτικής μεταξύ ευρωζώνης και ΗΠΑ -με τις αγορές να προεξοφλούν ταχύτερη μείωση των επιτοκίων από την ΕΚΤ παρά την πιθανή επιτάχυνση, βραχυπρόθεσμα, των εισαγόμενων πληθωριστικών πιέσεων λόγω αποδυνάμωσης του ευρώ-, η οποία όμως θα μπορούσε να αντισταθμιστεί από τυχόν υποχώρηση στις διεθνείς τιμές βασικών εμπορευμάτων, εν μέσω αβεβαιότητας για τη δυναμική της παγκόσμιας ζήτησης. Ως αντιστάθμισμα της δυνητικής πληθωριστικής επίδρασης των δασμών και του πιο αδύναμου ευρώ θα μπορούσε να λειτουργήσει η προσπάθεια τρίτων χωρών να διοχετεύσουν στην ευρωπαϊκή αγορά τα προϊόντα τους. Η πρόθεση της νέας ηγεσίας των ΗΠΑ να ενθαρρύνει περαιτέρω την εξορυκτική δραστηριότητα εκτιμάται ότι θα συντείνει σε χαμηλότερες διεθνείς ενεργειακές τιμές, σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, ειδικά αν συνδυαζόταν και με αποκλιμάκωση των γεωπολιτικών εντάσεων. Η ελληνική οικονομία, που λόγω διαρθρωτικών χαρακτηριστικών, το σημαντικό ρόλο της σε μεταφορές ορυκτών καυσίμων και θέρμανση, καθώς και φυσικού αερίου στην ηλεκτροπαραγωγή, παραμένει περισσότερο εξαρτημένη στα ορυκτά καύσιμα από την Ευρώπη, θα επωφελούνταν περισσότερο από τις χαμηλότερες τιμές ενέργειας. Η Εθνική Τράπεζα εκτιμά ότι μια μείωση 10% στις διεθνείς τιμές καυσίμων σε ευρώ ενισχύει το ρυθμό αύξησης του ελληνικού ΑΕΠ κατά σχεδόν 0,2%, εξέλιξη που θα μπορούσε να περιορίσει κατά το ήμισυ την τελική αρνητική επίδραση στο ελληνικό ΑΕΠ από τους δασμούς σε ορίζοντα διετίας.
Η μείωση των επιτοκίων, η ισχυρή πιστωτική επέκταση, και η ουδέτερη ή θετική δημοσιονομική στάση, μετά και τις σημαντικά ισχυρότερες από το αναμενόμενο δημοσιονομικές επιδόσεις για το 2024, σε συνδυασμό με την ανθεκτική δυναμική της βιομηχανίας και των υπηρεσιών, διασφαλίζουν συνθήκες υπεραπόδοσης της ελληνικής οικονομίας, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.