21 Νοέ 2024
READING

Τρεις συν μία νεοφυείς εταιρείες τροφίμων που τάραξαν τα νερά του ελληνικού επιχειρείν

5 MIN READ

Τρεις συν μία νεοφυείς εταιρείες τροφίμων που τάραξαν τα νερά του ελληνικού επιχειρείν

Τρεις συν μία νεοφυείς εταιρείες τροφίμων που τάραξαν τα νερά του ελληνικού επιχειρείν

Επιχειρήσεις που δημιούργησαν ή δημιουργούν θόρυβο – και όχι άδικα – γύρω από το όνομά τους. Αποτέλεσμα της επιχειρηματικής προσέγγισης των ιδρυτών τους, οι οποίοι στο σύνολό τους προέρχονται από τον κλάδο τροφίμων και ποτών. Κοινό συστατικό όλων των προσπαθειών είναι ότι δημιουργήθηκαν από νέους σε ηλικία επιχειρηματίες, οι οποίοι κατάφεραν ο καθένας με τον δικό του τρόπο να αγγίξουν ένα κομμάτι της αγοράς και κυρίως των καταναλωτών, επιτυγχάνοντας την αναγνώριση του εγχειρήματός τους.

Το talk of the town, Jackaroo και η συμφωνία με τη Vivartia

Είτε από το χώρο της εστίασης, είτε από το χώρο των καταναλωτικών προϊόντων. Πιο πρόσφατο παράδειγμα αποτελεί η εταιρεία ανάπτυξης ταχυφαγείων, Jackaroo, μετοχές της οποίας εξαγόρασε ο όμιλος Vivartia, ο οποίος μεταξύ άλλων έχει στην ομπρέλα του εταιρείες όπως ο Μπάρμπα Στάθης, η Goody’s, τα Everest, η Δέλτα, η Χρυσή Ζύμη και αρκετές ακόμη. Δημιουργός της επιχείρησης είναι ο Mιχάλης Μαντζουράνης. Ο οποίος προκειμένου να εξυπηρετήσει το πλάνο ανάπτυξης που έχει με το άνοιγμα νέων – αποκλειστικά – εταιρικών καταστημάτων, συμφώνησε με τη Vivartia. Ο ίδιος ωστόσο εκτός από τα Jackarοο, είχε παρουσιάσει ένα ακόμα concept στο χώρο της εστίασης με το μπεργκεράδικο «Μπαρ Μπεε Κιου» στη Φρετίδα του Πειραιά, το οποίο στη συνέχεια πούλησε στην αλυσίδα ιταλικού φαγητού, L’Artigiano το 2017, με τον ίδιο να κάνει νέο ξεκίνημα ιδρύοντας εταιρεία επεξεργασίας και εμπορίας κρέατος στο Μοσχάτο. Σήμερα, ο συνιδιοκτήτης πλέον των Jackaroo εκτός έχει καταφέρει να σχηματίζονται ουρές έξω από τα καταστήματά του στον Πειραιά (διαθέτει δύο στην περιοχή), την Κυψέλη, το Περιστέρι και τον Νέο Κόσμο. Προσεχώς σχεδιάζει να ανοίξει στην Αγία Παρασκευή και την Πανόρμου. Και από το 2025 να επεκταθεί και εκτός Αττικής με πρώτο προορισμό τη Θεσσαλονίκη.

Tα mixers, η Three Cents και η Coca-Cola

Ένα ακόμα success story εκτός εστίασης αυτή τη φορά, το οποίο ωστόσο διατηρεί έρεισμα και εκεί, είναι αυτό των αναψυκτικών -mixers, Three Cents το οποίο με το κατάλληλο μάρκετινγκ και την κατάλληλη προώθηση σε επίπεδο δικτύου στην Ελλάδα από την Άμβυξ της οικογένειας Ρεβάχ, κατάφερε να ξεχωρίσει και να φτάσει στο κατώφλι του επενδυτικού σχήματος της Ideal Συμμετοχών που την εξαγόρασε και εν συνεχεία περιήλθε στην ιδιοκτησία της Coca-Cola Beverages Holdings II B.V, εταιρεία συμφερόντων του ομίλου Coca-Cola HBC AG με τίμημα ύψους 45 εκατομμυρίων ευρώ.

Οι πρώτοι πειραματισμοί για τη Three Cents έγιναν το 2011 όταν οι Μπάγκος και Τσιρίκος ταξίδεψαν στη Νέα Ορλεάνη και εκεί συνάντησαν έναν Αμερικανό χημικό και μπάρμαν, τον Darcy O’Neil, ειδικό στα αφρώδη ποτά. Τα πρώτα πειράματα και δοκιμές με προϊόντα οδήγησαν σταδιακά στην παραγωγή και εμφιάλωση των δικών τους premium αναψυκτικών. Οι Μπάγκος και Νταφόπουλος μάλιστα εργάζονταν σε ένα tequila bar, το Dos Agaves και με έναν τρόπο ανακάλυψαν το κενό που υπήρχε στην αγορά καθώς χρειάστηκαν grapefruit soda για να δημιουργήσουν ένα μεξικάνικο κοκτέιλ, την Paloma. Κάτι που έως και εκείνη τη στιγμή δεν υπήρχε διαθέσιμο σε καμία αγορά της Ευρώπης. Έτσι έλαβαν την απόφαση να δημιουργήσουν τη δική τους.

Κατά την επιστροφή του Γιώργου Τσιρίκου από το Λονδίνο, ξεκίνησε να συνεργάζεται με τον Βασίλη Καλαντζή στην εταιρεία διανομής ιδιοκτησίας του. Το 2014 συναντήθηκαν και οι τέσσερις, έχοντας διαισθανθεί με κάθε τρόπο ότι η αγορά των premium αναψυκτικών μόλις είχε ξεκινήσει να αναπτύσσεται. Το πρώτο τους εγχείρημα εμφιάλωσης εκφράστηκε με την  pink grapefruit soda και από εκεί και ύστερα ακολούθησε μία ευρεία σειρά προϊόντων που κατά ένα μεγάλο ποσοστό καταναλώνονταν αυτόνομα, χρησιμοποιούνταν όμως και για την παρασκευή κοκτέιλ σε μπαρ, εστιατόρια ή ξενοδοχεία, αποτελώντας το ιδανικό ίσως συμπλήρωμα για πολλά αλκοολούχα ποτά.

Tα ζυμαρικά της Mailo’s

Στα πρόσφατα deals είναι η εξαγορά ποσοστού 20% από τον επιχειρηματία, Βλάσση Γεωργάτο στη Mailo’s, εταιρεία που σερβίρει φρέσκα ζυμαρικά στα εστιατόριά της.

Πίσω από την ίδρυσή της βρίσκεται ο 28χρονος επιχειρηματίας Νίκος Μουτσουρούφης, ο οποίος πριν κάνει το δικό του βήμα εργάστηκε σε διαφορετικά εστιατόρια με αστέρι Michelin, μεταξύ των οποίων η Σπονδή του Τραστέλη σε ηλικία 16 ετών.

Το 2015 ο ίδιος αποφάσισε ότι ήρθε η στιγμή να κάνει το δικό του βήμα στο χώρο της εστίασης και έτσι γεννήθηκε το «Mailo’s The Pasta Project», με κύριο προϊόν του τα χειροποίητα ζυμαρικά. Έμπνευση για την ονομασία της αλυσίδας εστιατορίων αποτέλεσε ο σκύλος του Μουτσουρούφη, ο Mailo, πάνω στον οποίο βασίστηκε η συνολική εταιρική εικόνα και το brand της επιχείρησης. Το άνοιγμα του πρώτου καταστήματος πραγματοποιήθηκε το 2019 στην οδό Πατριάρχου Ιωακείμ στο Κολωνάκι. Σήμερα η Mailo’s έχει επεκταθεί μέσω franchise σε ολόκληρη την Ελλάδα και συνεχίζει να διευρύνει διαρκώς το δίκτυό των καταστημάτων της.

H Forky

Μία ακόμα περίπτωση αποτελεί και αυτή της εταιρείας παραγωγής και διανομής μαγειρεμένου φαγητού Forky. Η Forky αποτελούσε μια από τις πιο ελπιδοφόρες ελληνικές Startups των τελευταίων ετών. Η καινοτομία της έγκειτο στο ότι ήταν από τις πρώτες εταιρείες που προσέφερε υπηρεσίες παράδοσης και παραγγελίας και παράδοσης ποιοτικού φαγητού σε άμεσους χρόνους, κάτω από 15 λεπτά.

Η πορεία της Startup, η οποία αρχικά ονομαζόταν Cookisto ξεκίνησε το 2012, όταν οι Μιχάλης Γκόντας και Πέτρος Πιτσιλής θέλησαν να δημιουργήσουν μια υπηρεσία, η οποία θα λειτουργούσε ως «γέφυρα» μεταξύ επαγγελματιών και μη μαγείρων και όσων ήθελαν ένα ποιοτικό «σπιτικό» φαγητό.

Από την αρχή της δημιουργίας της υπήρξε μία από τις πιο προβεβλημένες νέες ελληνικές τεχνολογικές επιχειρήσεις. Μόλις ξεπέρασε τους 12.000 χρήστες στην Ελλάδα, η εταιρεία έλαβε την πρώτη της seed χρηματοδότηση ύψους 200.000 ευρώ από τον serial entrepreneur και κριτή του Dragons’ Den Greece, Λέοντα Γιοχάη. Η χρηματοδότηση αυτή την βοήθησε να επεκταθεί στο εξωτερικό και συγκεκριμένα στο Λονδίνο.

Το 2014 Cookisto μετονομάστηκε σε Forky, συνεχίζοντας την πορεία του. Η εξέλιξη ήταν ιδιαίτερα ελπιδοφόρα καθώς το 2015 εξασφάλισε χρηματοδότηση 800.000 ευρώ, με κύρια συμμετοχή στον πρώτο γύρο από το Openfund Jeremie II από την Ελλάδα και το βρετανικό επενδυτικό ταμείο Blue Wire, ενώ στον δεύτερο γύρο η χρηματοδότηση άγγιξε τα 2 εκατομμύρια ευρώ. Το 2017 εξαγοράστηκε από τον όμιλο Vivartia, ωστόσο η συνέχεια δεν ήταν η αναμενόμενη. Έτσι, τον Ιανουάριο του 2024 η Forky ανακοίνωνε ότι διακόπτει τη λειτουργία της καθώς είχε αρχίσει σταδιακά να «χάνεται» από την αγορά.

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.