Τα μεγέθη των τουριστικών αφίξεων στη χώρα είναι φέτος πραγματικά εντυπωσιακά. Καθώς σταδιακά οδεύουμε προς το κλείσιμο των επίσημων καλοκαιρινών μηνών, αν και η τουριστική σεζόν συνεχίζεται και όλο τον Σεπτέμβριο, με βάση τα μέχρι τώρα στοιχεία, ο ελληνικός τουρισμός καταγράφει ράλι και οδεύει για +10% στα έσοδα κοντά δηλαδή στα 22,5 εκατ. ευρώ, ενώ οι εκτιμήσεις θέλουν τις αφίξεις να φτάνουν τα 35 εκατ. επισκέπτες, από 32 εκατ. το 2023.
Αδιαμφισβήτητα ο τουρισμός αποτελεί ίσως το ισχυρότερο «χαρτί» της χώρας και υπάρχουν μέρη της Ελλάδας που αναμένουν τους μήνες της θερινής σεζόν, προκειμένου να εξασφαλίσουν τα έσοδα όλου του χρόνου. Τα έσοδα όμως δεν διαμορφώνονται, όπως είναι λογικό, μόνο από με βάση τις αφίξεις, αλλά με γνώμονα καθοριστικούς παράγοντες, όπως είναι η κατανάλωση, η οποία βέβαια εξαρτάται εξ ολοκλήρου από την παραμονή των επισκεπτών στη χώρα. Όσο μικρότερη είναι η παραμονή τους, τόσο λιγότερα ξοδεύουν, και κατά συνέπεια, τόσο λιγότερα έσοδα μπαίνουν στα ταμεία των Ελλήνων επιχειρηματιών.
Και φέτος, το ζήτημα αυτό έχει συζητηθεί σε μεγάλο βαθμό, τόσο για τους Έλληνες που λόγω της ακρίβειας, είτε στερούνται εντελώς τις διακοπές, είτε, προκειμένου να ανταπεξέλθουν, μειώνουν τις δαπάνες, συνεπώς και τη διαμονή τους σε καλοκαιρινούς προορισμούς, είτε για τον εισερχόμενο τουρισμό στη χώρα, που κινείται σε παρόμοιο μήκος κύματος, με την ακρίβεια να αποτελεί ένα παγκόσμιο φαινόμενο.
Με βάση στοιχεία της ΤτΕ, η μέση δαπάνη των τουριστών στην Ελλάδα τον Μάιο μειώθηκε κατά 12,2% ενώ σε επίπεδο πενταμήνου παρατηρήθηκε μειωμένη κατά 3,6% έναντι της περσινής χρονιάς
Ταυτόχρονα, ένας βραχνάς για την τοπική αγορά είναι τα all inclusive πακέτα που εφαρμόζονται από τις μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες, που περιλαμβάνουν – ανάλογα βέβαια το εκάστοτε πακέτο – εκτός από τη διαμονή, από υπηρεσίες εστίασης, μέχρι διασκέδασης, που μειώνουν τις δαπάνες των τουριστών στον «έξω κόσμο». Παράλληλα, ιδιαίτερα για φέτος, παράγοντες της αγοράς τονίζουν ότι οι τουρίστες έχουν μειωμένη αγοραστική δύναμη και έρχονται στη χώρα με οργανωμένα πακέτα που τους διασφαλίζουν την οικονομική δυνατότητα, ώστε να ελέγχουν το κόστος.
Πόσο μένουν και πόσα ξοδεύουν οι επισκέπτες
Φέτος πάντως, όλοι μιλούν για αξιοσημείωτη μείωση των δαπανών σε όλους τους κλάδους, από τη φιλοξενία, μέχρι την εστίαση και την κατανάλωση βασικών αγαθών, με την παραμονή των επισκεπτών στη χώρα να μειώνεται, σε σχέση με άλλες χρονιές.
Ενδεικτικά είναι τα στοιχεία της τελευταίας δημοσιευμένης έκθεσης του Ινστιτούτου του ΣΕΤΕ με τίτλο «Ποιος Πάει Που; Πόσο Μένει; Πόσα ξοδεύει;». Η μελέτη αναλύει τα στοιχεία εισερχόμενου τουρισμού 2023 για τις 5 σημαντικότερες αγορές της Ελλάδας (Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία, ΗΠΑ, Ιταλία).
Με βάση τα στοιχεία, το 2023 στην Ελλάδα πραγματοποιήθηκαν συνολικά 36.136 χιλ. επισκέψεις στις 13 Περιφέρειες της χώρας, παρουσιάζοντας αύξηση +15,2% σε σύγκριση με το 2022 που είχαν πραγματοποιηθεί 31.367 χιλ. επισκέψεις. Η πλειοψηφία των Περιφερειών παρουσίασε αύξηση στον αριθμό των επισκέψεων. Η μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση κατά +58,1% καταγράφηκε στην Περιφέρεια Ηπείρου και ακολούθησε η Περιφέρεια Αττικής με +40,3%. Αντίθετα η μεγαλύτερη ποσοστιαία μείωση καταγράφηκε στην Περιφέρεια Πελοποννήσου κατά -17,8%.
Οι διανυκτερεύσεις των ταξιδιωτών στην Ελλάδα διαμορφώθηκαν στις 227.938 χιλ. το 2023 παρουσιάζοντας αύξηση +5,1% σε σχέση με το 2022, αν και πρέπει να αναφέρουμε ότι ένα τέτοιο αποτέλεσμα ήταν εύλογο, με τα σημάδια που άφησε πίσω της η πανδημία το 2023 να έχουν μειωθεί σημαντικά. Η πλειοψηφία των Περιφερειών ωστόσο, παρουσίασε μείωση στον αριθμό των διανυκτερεύσεων.
Η δαπάνη ανά επίσκεψη ανά Περιφέρεια στις 13 Περιφέρειες της χώρας το 2023 διαμορφώθηκε κατά μέσο όρο στα 546€ έναντι 550€ το 2022, παρουσιάζοντας μείωση κατά -0,7%. Η μείωση αυτή, παρά την αύξηση της μέσης δαπάνης ανά διανυκτέρευση κατά +8,9% (από 80€ σε 87€), όπως αναφέρει η έρευνα, οφείλεται στη μείωση της μέσης διάρκειας παραμονής κατά -8,8% (από 6,9 σε 6,3 διανυκτερεύσεις) και μετατόπισης της ζήτησης προς Περιφέρειες με χαμηλότερη μέση δαπάνη ανά επίσκεψη σε περιοχές όπως η Αττική και η Ήπειρος (480€ και 193€ αντίστοιχα έναντι 546€ για το σύνολο των Περιφερειών).
Γενικά πάντως, ενδεικτικά, με βάση στοιχεία της ΤτΕ, η μέση δαπάνη των τουριστών στην Ελλάδα τον Μάιο μειώθηκε κατά 12,2% ενώ σε επίπεδο πενταμήνου παρατηρήθηκε μειωμένη κατά 3,6% έναντι της περσινής χρονιάς. Και αυτό δείχνει μία τάση που μάλλον παραμένει σε όλη τη διάρκεια της σεζόν.
Εν τω μεταξύ, στην καρδιά του Αυγούστου, οι αυξήσεις στις τιμές των καταλυμάτων δεν μεταφράζονται και σε αυξημένη κερδοφορία για τους ξενοδόχους, την ώρα που λειτουργικά και μισθολογικά έξοδα αυξάνονται διαρκώς, πιέζοντας ασφυκτικά σε πολλές περιπτώσεις τα οικονομικά μεγέθη, ενώ σημαντικός παράγοντας πίεσης για τους ξενοδόχους είναι και τα Airbnb.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.