Είτε έτσι είτε αλλιώς, το ελαιόλαδο βρίσκει σταθερά μία θέση καθημερινά στο ελληνικό, οικογενειακό τραπέζι. Ένα προϊόν βαθιά ριζωμένο με την ελληνική γη, παράδοση και ιστορία, αέναα συνδεδεμένο με τις τοπικές γεύσεις, συνταγές και κουζίνα γενικότερα, ένα προϊόν που μπορεί να αξιοποιηθεί πολύ περισσότερο και για την τουριστική ανάπτυξη του τόπου μας.
Ομολογουμένως, εν έτει 2024 και εδώ και χρόνια, ο «πράσινος χρυσός» περνά μία πρωτοφανή και βαθιά κρίση, που αφορά την παραγωγή του, η οποία με τη σειρά της δημιουργεί μία αλυσιδωτή κατάσταση που επηρεάζει τις τιμές που σημείωσαν τσουχτερές αυξήσεις και συνεπώς, έριξαν κατακόρυφα τη ζήτηση, για ένα προϊόν που αποτελεί βασικό μέρος της καθημερινής διατροφής του Έλληνα.
Αυτό που πραγματικά εντυπωσιάζει είναι το γεγονός ότι σύμφωνα με τα νεότερα στοιχεία, η μείωση στην κατανάλωση είναι δραματική. Σε τέτοιο σημείο που έχει συρρικνωθεί κατά 40% στη χώρα μας, σε σχέση με πριν από δύο χρόνια οπότε και ξεκίνησε το ράλι στις τιμές. Ήδη από πέρυσι, η Ελλάδα έχασε την πρωτιά στην κατανάλωση ελαιολάδου. Συγκεκριμένα, βρέθηκε στη 2η θέση της παγκόσμιας κατάταξης στην κατά κεφαλή κατανάλωση με 10,3 κιλά ετησίως ανά άτομο, έναντι 11,4 κιλών της Ισπανίας, που βρέθηκε πρώτη.
Η μείωση στην κατανάλωση είναι ραγδαία και δημιουργεί μία νέα τάση, αλλάζει μία διαχρονική και σταθερή καταναλωτική συνήθεια για τους Έλληνες ενώ, σε παγκόσμιο επίπεδο, έρχεται να αποδείξει πια ότι η κρίση του ελαιολάδου είναι βαθιά, παραμένει και δείχνει το σκληρό της πρόσωπο, όσον αφορά τις συνήθειες των καταναλωτών που αλλάζουν κατά κόρον, λόγω των αυξήσεων των τιμών στα ράφια των σούπερ μάρκετ.
Η κλιματική κρίση, η αρχή του κακού
Όλα ξεκίνησαν βέβαια από τις συνέπειες της κλιματικής κρίσης. Οι ακραίες καιρικές συνθήκες αφενός εξαφάνισαν ένα μέρος του καρπού των ελαιόδεντρων, αφετέρου μείωσαν την απόδοση των υπαρχόντων καρπών και κατ΄επέκτασιν έβγαλαν εκτός κάθε προγραμματισμού την παραγωγή του ελαιολάδου, με τη Νότια Ευρώπη, και χώρες όπως η Ισπανία, η Ιταλία και η Ελλάδα, που σηκώνουν και το μεγαλύτερο «βάρος» της προμήθειας ελαιολάδου να μη μπορούν να ανταποκριθούν. Ενδεικτικό του τεράστιου μεγέθους του προβλήματος είναι το παράδειγμα της Ισπανίας. Η χώρα της Ιβηρικής Χερσονήσου, που είναι «υπεύθυνη» για ένα ποσοστό άνω του 40% της παγκόσμιας παραγωγής, κανονικά παράγει 1,3 – 1,5 εκατ. τόνους ελαιολάδου. Την περίοδο 2022-23, το νούμερο αυτό «γκρεμίστηκε» στους 666.000 τόνους, ενώ, σύμφωνα με τις προβλέψεις, η παραγωγή του 2023/2024 δύσκολα θα ξεπεράσει τους 850.000 τόνους. Κάπως έτσι, η «πρωταθλήτρια» στην παραγωγή λαδιού «χτυπήθηκε» από την ξηρασία και τη ζέστη, με αποτέλεσμα η τιμή παραγωγού να έχει αυξηθεί κατά… 112% από το 2022.
Κάπως έτσι, τον Ιανουάριο του 2024, όλες οι χώρες της ΕΕ ανέφεραν αύξηση του ετήσιου πληθωρισμού του ελαιόλαδου. Η υψηλότερη αύξηση καταγράφηκε στην Πορτογαλία (+69% σε σύγκριση με τον Ιανουάριο του 2023), ακολουθούμενη από την Ελλάδα (+67%) και την Ισπανία (+63%).
Το θετικό είναι ότι σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, η φετινή παραγωγή αναμένεται στη χώρα μας, σύμφωνα με τις μέχρι τώρα προβλέψεις, από μέτρια έως καλή. Όμως αυτό δεν αλλάζει το γεγονός ότι το προϊόν που βρισκόταν αυτονόητα στο τραπέζι μας σε καθημερινή βάση, πλέον καταναλώνεται φειδωλά, με προσοχή και ακόμη περισσότερο… με το σταγονόμετρο. Επίσης, για να καταστεί αυτό δυνατό, θα πρέπει τα καιρικά φαινόμενα να είναι ήπια, να μην υπάρχουν έντονες θερμοκρασίες και αντίθετα να πέσουν κάποιες βροχές.
Η κατανάλωση ελαιολάδου έχει συρρικνωθεί κατά 40% στη χώρα μας, σε σχέση με πριν από δύο χρόνια οπότε και ξεκίνησε το ράλι στις τιμές
Η πολυαναμενόμενη ανάσα
Η παραγωγή το 2025, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, θα κυμανθεί στη χώρα μας μεταξύ 250-280.000 τόνων, σαφώς βελτιωμένη από την προηγούμενη χρονιά. Επίσης, αργά αλλά σταθερά αποκλιμακώνεται η τιμή του ελαιολάδου. Χαρακτηριστικό είναι ότι τη δεύτερη εβδομάδα του Ιουλίου, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, για πρώτη φορά έπειτα από ένα έτος, η χονδρική τιμή του προϊόντος στην Ελλάδα υποχώρησε κάτω από τα 7 ευρώ το λίτρο (700 ευρώ το εκατόλιτρο). Όπως αναμένεται, αυτές οι τιμές σε λίγο καιρό θα αποτυπωθούν στα ράφια των σούπερ μάρκετ, με τους καταναλωτές να αναμένουν ανάσα για το… «πορτοφόλι» τους.
Οι νέες συνήθειες – Πώς εξοικονομούν λάδι οι Έλληνες
Σχεδόν στο μισό έχει μειωθεί η κατανάλωση του ελαιολάδου τα τελευταία δύο χρόνια και, όπως δήλωσε ο Πρόεδρος της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Ελαιολάδου (ΕΔΟΕ), Μανώλης Γιαννούλης, οι Έλληνες εξοικονομούν πια το λάδι τους με δύο τρόπους. Αφενός μειώνοντας την ποσότητα του ελαιολάδου που χρησιμοποιούν, αφετέρου με την αντικατάστασή του σε κάποιες παρασκευές όπως για παράδειγμα το τηγάνισμα, με κάποιο σπορέλαιο, λόγω της χαμηλής τιμής του.
Το 2025 θα είναι μια χρονιά που καταναλωτές και παραγωγοί θα είναι ικανοποιημένοι, όπως εκτιμούν οι άνθρωποι του κλάδου, όμως αυτό που πρέπει να κρατήσουμε είναι ότι το κατεξοχήν βασικό προϊόν της ελληνικής διατροφής περνά μία βαθιά κρίση που ίσως αλλάξει για καιρό τη σχέση του με τον Έλληνα καταναλωτή.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.