Την ώρα που οι εναλλακτικές μορφές εργασίας, όπως για παράδειγμα η τηλεργασία, αποκτούν όλο και υψηλότερη θέση στις προτιμήσεις των εργαζομένων, αλλά και οι απαιτήσεις των επιχειρήσεων για γρήγορη και αξιόπιστη σύνδεση στο διαδίκτυο αυξάνονται, η χώρα μας δείχνει να έχει μείνει πολύ πίσω σε αυτόν τον τομέα.
Απόδειξη για τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα μας στις ταχύτητες των ευρυζωνικών συνδέσεων -και προσπαθεί σε έναν βαθμό να αντιμετωπίσει μέσα από τα μεγάλα προγράμματα επενδύσεων που υλοποιούν οι πάροχοι- αποτελεί σχετική έρευνα της ΕΕΤΤ.
Σε αυτήν, ξεχωρίζουν οι μεγάλες ανισότητες που παρατηρούνται στις πραγματικές ταχύτητες ανάμεσα σε Αθήνα-Θεσσαλονίκη και στην υπόλοιπη Ελλάδα αλλά και το γεγονός ότι, ενώ παρουσιάζεται μία άνοδος στις επιδόσεις, αυτή δεν αρκεί για να καλύψει το χάσμα που χωρίζει την χώρα μας από πολλά άλλα κράτη.
Ταχύτητες από το… παρελθόν σε 3 στους 4 δήμους
Αναλυτικότερα, τα στοιχεία που περιέχονται στην Έκθεση Ανοικτού Διαδικτύου της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών & Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ), η οποία πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με την αμερικανική εταιρεία μέτρησης των ταχυτήτων πρόσβασης στο διαδίκτυο Ookla και αφορούν 324 δήμους της Ελλάδας, μαρτυρούν μία άσχημη εικόνα για την πλειοψηφία της περιφέρειας.
Ειδικότερα, από το σύνολο των εξεταζόμενων δήμων, μόνο οι 77 έχουν πρόσβαση σε ταχύτητες μεγαλύτερες των 50 Mbps, ενώ 247 δήμοι έχουν παραμείνει δέσμιες ταχυτήτων από το παρελθόν. Σε αυτές ξεχωρίζουν ονόματα πόλεων όπως της Πάτρας (49,5 Mbps μέση ταχύτητα), της Ναυπάκτου (41 Μbps), της Κοζάνης (39,5 Μbps), των Φαρσάλων (35,5 Mbps) αλλά και των Τρικάλων (45 Mbps) παρά το γεγονός ότι εκεί διετέλεσε δήμαρχος ο σημερινός υπουργός Ψηφιακής Δακυβέρνησης, κ. Δημήτρης Παπαστεργίου.
Ακόμα, την εποχή που γίνεται μία προσπάθεια αποκέντρωσης, κι ενώ η τηλεργασία αποτελεί επιλογή για πολλούς ψηφιακούς νομάδες -και όχι μόνο- υπάρχουν δήμοι όπως αυτός της Αργιθέας Καρδίτσης, στον οποίο οι κάτοικοι θα πρέπει να συμβιβαστούν σε μέση ταχύτητα downloading στα 8,90 Mbps και ταχύτητα uploading στα 1,36 Μbps.
Καλύτερα -αλλά όχι καλά- τα στοιχεία σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη
Βελτιωμένη είναι η κατάσταση σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, καθώς 44 δήμοι «τρέχουν» με μέση ταχύτητα πρόσβασης που κυμαίνεται από 70 έως 100 Μbps, ενώ στις πρώτες θέσεις φιγουράρουν τα ονόματα δήμων όπως αυτών της Λυκόβρυσης-Πεύκης (100,31 Μbps), Γαλατσίου (100,24 Mbps) και Φιλοθέης-Ψυχικού (98,66 Mbps).
Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι οι μετρήσεις μεταξύ του συστήματος Υπερίων που χρησιμοποιεί η Έκθεση, και της Ookla παρουσιάζουν αποκλίσεις. Συγκεκριμένα, οι πρώτες καταγράφουν μέση ταχύτητα πρόσβασης στη χώρα μας από σταθερό σημείο στα 76,91 Mbps, ενώ η αμερικανική εταιρεία θεωρεί ότι η μέση ταχύτητα στο σύνολο της επικράτειας είναι στα 62,7 Mbps, αισθητά χαμηλότερο από εκείνο της ΕΕΤΤ. Με βάση το εύρος των εξεταζόμενων συνδέσεων, τα στοιχεία της Ookla είναι πιο αξιόπιστα, καθώς προέρχονται από σχεδόν 3,3 εκατ. μετρήσεις της ταχύτητας, έναντι των 15.000 μετρήσεων της ΕΕΤΤ.
Σε κάθε περίπτωση όμως, η μέση ταχύτητα πρόσβασης από το 2022 έως το 2023 αυξάνεται με σχετικά υψηλό ρυθμό, καθώς η Ookla κάνει λόγο για αύξηση κατά 42% (44,27 Mbps ήταν η μέση ταχύτητα το 2022) και η ΕΕΤΤ κατά 60,4% (47,9 Mbps το 2022).
Τέλος, στο πεδίο της κινητής, υπάρχουν στοιχεία μόνο από την Ookla, τα οποία κάνουν λόγο για μέση ταχύτητα πρόσβασης στα 111,3 Mbps, από 101,1 Mbps το 2022.
Πώς οι υψηλές ταχύτητες επηρεάζουν την παραγωγικότητα
Αφού λοιπόν αναλύσαμε την κατάσταση που επικρατεί στη χώρα μας, ας δούμε πως οι γρήγορες και σταθερές συνδέσεις ίντερνετ μπορούν να ευνοήσουν την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας.
Ένα σημαντικό κομμάτι είναι αυτό της επικοινωνίας, καθώς οι υψηλές ταχύτητες επιτρέπουν πιο γρήγορες ανταλλαγές email, βίντεο-κλήσεων και άμεσων μηνυμάτων, μειώνοντας το χρόνο αναμονής και αυξάνοντας την αποτελεσματικότητα. Ακόμα, επιτυγχάνεται η άμεση πρόσβαση σε δεδομένα, καθώς οι επιχειρήσεις μπορούν να κατεβάζουν και να ανεβάζουν μεγάλα αρχεία πιο γρήγορα, διευκολύνοντας την πρόσβαση σε πληροφορίες και τη συνεργασία μεταξύ των μελών της ομάδας.
Σημαντικός είναι και ο αντίκτυπος στην εξυπηρέτηση πελατών, καθώς, με καλύτερες ταχύτητες, οι επιχειρήσεις μπορούν να εξυπηρετούν τους πελάτες πιο άμεσα μέσω διαδικτυακών καναλιών, όπως τα chatbots και οι βίντεο-κλήσεις. Επίσης, οι επιχειρήσεις μπορούν να συλλέγουν και να αναλύουν δεδομένα πελατών σε πραγματικό χρόνο, προσφέροντας πιο στοχευμένες και εξατομικευμένες υπηρεσίες.
Δε θα πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι ένα σημαντικό κομμάτι για τις περισσότερες επιχειρήσεις είναι η διείσδυση σε νέες αγορές. Είναι λοιπόν ξεκάθαρο ότι η δυνατότητα να προσεγγίσεις πελάτες και συνεργάτες σε διαφορετικές γεωγραφικές τοποθεσίες γίνεται ευκολότερη, αυξάνοντας τις ευκαιρίες για διεθνείς συνεργασίες και πωλήσεις. Επιπροσθέτως, σε μία εποχή που το ηλεκτρονικό εμπόριο αποτελεί βασικό κομμάτι της επιχειρηματικότητας, οι ταχύτητες ίντερνετ ενισχύουν τις πλατφόρμες ηλεκτρονικών πωλήσεων, επιτρέποντας γρηγορότερες συναλλαγές και καλύτερη εμπειρία χρήστη.
Φυσικά οι υψηλές ταχύτητες ίντερνετ υποστηρίζουν την ανάπτυξη και εφαρμογή νέων τεχνολογιών όπως το Internet of Things (IoT), η Τεχνητή Νοημοσύνη (AI) και το cloud computing, ενώ η δυνατότητα για real-time συνεργασία μέσω εργαλείων όπως το Google Drive και το Microsoft Teams ενθαρρύνει τη δημιουργικότητα και την καινοτομία.
Τέλος, όταν η περιφέρεια δε μπορεί να προσφέρει πρόσβαση σε γρήγορο και σταθερό ίντερνετ, ουσιαστικά οποιαδήποτε σκέψη για αποκέντρωση βγαίνει από το κάδρο, ενώ και οι κάτοικοι που ήδη ζουν στις συγκεκριμένες περιοχές είναι πολύ πιθανό να φύγουν.
Η… απάντηση της Ελλάδας
Πάντως, αυτή τη περίοδο οι μεγάλοι πάροχοι τηλεπικοινωνιών τρέχουν επενδυτικά προγράμματα με σκοπό την βελτίωση της κατάστασης που επικρατεί.
Η ΔΕΗ,επιχειρεί εδώ και καιρό δυναμική είσοδο στον κλάδο των οπτικών ινών και για τον σκοπό αυτό υλοποιεί ένα σημαντικό επενδυτικό πλάνο στην αγορά της χονδρικής το οποίο προβλέπει επενδύσεις ύψους 680 εκατ. ευρώ στην προσεχή τριετία (2024-2026), με στόχο 1 εκατομμύριο συνδέσεις μέχρι το 2030. Σύμφωνα με τον προγραμματισμό, η οπτική ίνα θα έχει ταχύτητα της τάξης των 1.000 Mbps.
Ακόμα, η ΔΕΗ έκανε γνωστή την πρόθεσή της να εισέλθει και στην λιανική αγορά της οπτικής ίνας και του internet, παρέχοντας στους καταναλωτές σχετικές υπηρεσίες, πριν από τέλους του χρόνου, με καταναλωτικά προϊόντα για internet στο σπίτι ή την επιχείρηση σε ταχύτητες έως 2,5 Gbps.
Μέσα από το δίκτυο Fiber to the Home της ΔΕΗ FiberGrid να έχει φτάσει ήδη σε 140.000 σπίτια σε 12 δήμους της Αττικής, ενώ ανέθεσε με διαγωνιστική διαδικασία σε 12 αναδόχους την κατασκευή δικτύου Fiber to the Home σε επιπλέον περιοχές στην Αττική και σε Θεσσαλονίκη, Πάτρα, Ηράκλειο, Βόλο, Καλαμάτα, Λάρισα, Ιωάννινα, Κόρινθο, Τρίκαλα, Κοζάνη, Βέροια, και Μεγαλόπολη.
Στόχος της ΔΕΗ FiberGrid είναι το δίκτυο FTTH να φτάσει σε 500.000 νοικοκυριά και επιχειρήσεις στο τέλος του 2024 και σε 1,7 εκατ. το 2025 στις παραπάνω περιοχές.
Από την πλευρά του, ο ΟΤΕ έχει ανακοινώσει επενδυτικό πρόγραμμα 3 δισ. ευρώ μέχρι το 2027 με στόχο να καλύψει με οπτική ίνα περίπου τα 2/3 της χώρας. Στο τέλος του 2023, 1,331 εκατ. σπίτια και επιχειρήσεις είχαν πρόσβαση στο δίκτυο FTTH, ενώ αναμένεται να φτάσει περίπου τα 1,8 εκατ. μέχρι το τέλος του 2024.
Ακόμα, η Vodafone υλοποιεί επενδυτικό πλάνο ύψους 1 δισ. ευρώ την επόμενη τριετία, ενώ, σύμφωνα με τα στοιχεία, αυτή τη στιγμή διαθέτει 280.000 γραμμές οπτικής ίνας μέχρι το σπίτι και 450.000 γραμμές οπτικής ίνας μέχρι την καμπίνα οι οποίες σταδιακά μετατρέπονται σε FTTH. Συνολικά η εταιρία στοχεύει στην κατασκευή 850.000 γραμμών FTTH μέχρι το 2026.
Η Nova αρχικά είχε κάνει γνωστό ότι έχει θέσει σε εφαρμογή επενδυτικό πλάνο ύψους 2 δισ. ευρώ, σκοπεύοντας έως το του 2027 να έχει υλοποιήσει περίπου 1,6 εκατ. συνδέσεις οπτικής ίνας. Τελικά, ύστερα από κυβερνητικές πιέσεις με επίκεντρο το χρονοδιάγραμμα, «έριξε» τις προσδοκίες στο 1 εκατ. συνδέσεις μέχρι το 2026.
Τέλος, την δική της προσπάθεια κάνει και η Inalan, με επενδύσεις ύψους 150 εκατ. ευρώ σε βάθος πενταετίας, με την στήριξη του καναδικού επενδυτικού κεφαλαίου Fiera Infrastructure που διαχειρίζεται περιουσιακά στοιχεία αξίας 130 δισ. ευρώ. Η εταιρία επιθυμεί να φτάσει τις 1,6 εκατ. συνδέσεις μέχρι το 2030.
Η Ελλάδα θα πρέπει να ανεβάσει… ταχύτητα για να προλάβει τον ψηφιακό μετασχηματισμό
Συνοψίζοντας, οι προσφερόμενες ταχύτητες ίντερνετ παίζουν καθοριστικό ρόλο στην επιχειρηματικότητα. Οι υψηλές ταχύτητες μπορούν να ενισχύσουν την παραγωγικότητα, την εξυπηρέτηση πελατών, την επέκταση αγορών και την καινοτομία, ενώ οι χαμηλές ταχύτητες μπορούν να προκαλέσουν καθυστερήσεις, κακή εξυπηρέτηση, περιορισμένη διείσδυση στην αγορά και εμπόδια στην υιοθέτηση νέων τεχνολογιών. Η χώρα μας είναι φανερό ότι πρέπει να τρέξει για να προλάβει το «τρένο» του ψηφιακού μετασχηματισμού. Και, ειδικότερα, να τρέξε με μεγαλύτερη… ταχύτητα.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.