Την ώρα που η χώρα μας επιχειρεί να καλύψει το κενό που την χωρίζει από τα υπόλοιπα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τηλεπικοινωνιακό χάρτη, ενδεικτικό της κατάστασης που επικρατεί είναι το γεγονός ότι, ενώ ο μέσος όρος των νοικοκυριών στην ΕΕ με οπτική ίνα στην πόρτα τους βρίσκεται σε επίπεδα άνω του 70%, το αντίστοιχο ποσοστό στην Ελλάδα μετά βίας φτάνει το 27,8%.
Κάπως έτσι, οι ταχύτητες που χαρακτηρίζουν το ελληνικό ίντερνετ βρίσκονται, κατά μέσο όρο, στο… προϊστορικό -VDSL- επίπεδο των 50Μbps, μία κατάσταση που επηρεάζει ποικιλοτρόπως την ελληνική οικονομία, αφού η απουσία υποδομών δημιουργεί μία σειρά από προβλήματα, σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Κάπως έτσι, το υπ. Ψηφιακής Διακυβέρνησης, επιχειρεί το τελευταίο διάστημα τους παρόχους να εντατικοποιήσουν τις προσπάθειες -και τις επενδύσεις του- προκειμένου να αντιστραφεί το κλίμα που έχει δημιουργηθεί.
Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι με βάση τα σημερινά στοιχεία, στην αγορά υπάρχουν μόλις 350.000 συνδέσεις οπτικής ίνας, με τον ΟΤΕ να απολαμβάνει… ηγεμονικά ποσοστά, καθώς ολοκλήρωσε το 2023 έχοντας 251.000 συνδρομητές, σημειώνοντας μάλιστα αύξηση 35.000 συνδέσεων στο τελευταίο τρίμηνο. Στη δεύτερη θέση ακολουθεί η Nova με 75.000 πελάτες, ενώ Vodafone και Inalan δεν δημοσιεύουν τον αριθμό των συνδέσεων.
Οι τελευταίες εξελίξεις
Όπως αναφέραμε, το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης πιέζει τους παρόχους να αναλάβουν πρωτοβουλίες προκειμένου να δοθεί μία λύση στην κατάσταση που επικρατεί αυτή τη στιγμή στη χώρα μας. Πάνω σε αυτό το πλαίσιο, πριν λίγο διάστημα ο ΟΤΕ έκανε τη δική του προσπάθεια προκειμένου να βοηθήσει στην αύξηση των συνδέσεων οπτικής ίνας μέχρι το σπίτι (FTTH), έχοντας καταθέσει πρόταση για έγκριση στην Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών & Ταχυδρομείων.
Συγκεκριμένα, η σχετική πρόταση για τις συνδέσεις οπτικής ίνας, προέβλεπε ένα σύστημα αμοιβαίων εκπτώσεων που μπορούσαν να φτάσουν και το 28% μεταξύ των παρόχων στις τιμές χονδρικής, με δεσμεύσεις όγκου συνδέσεων.
Έτσι, οι πάροχοι θα μπορούσαν να δεσμευθούν μεταξύ τους για τους όγκους συνδέσεων που θα φέρει ο ένας στο δίκτυο του άλλου, ανάλογα με τις περιοχές που καλύπτει ο καθένας με FTTH, διασφαλίζοντας σημαντικές εκπτώσεις. Το σύστημα αυτό ήταν ανοιχτό και διαθέσιμο, με τους ίδιους ακριβώς όρους, σε όλους τους παρόχους που δραστηριοποιούνται στην αγορά, ή προτίθενται να δραστηριοποιηθούν μελλοντικά.
Παρά τα θετικά στοιχεία της, η συγκεκριμένη πρόταση συνάντησε αντιδράσεις, τόσο από τους υπόλοιπους παρόχους, όσο κι από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με αποτέλεσμα ο ΟΤΕ να επανέλθει με νέα πρόταση αυτήν την εβδομάδα. Συγκεκριμένα, μία από τις σημαντικότερες αλλαγές είναι η απαλοιφή ενός σημείου που δημιούργησε και τις περισσότερες αντιδράσεις και αφορά τις ποινές με τις οποίες κινδύνευε ο πάροχος που είτε δεν κατάφερνε να «πιάσει» τους στόχους ή θα επιθυμούσε να αποχωρήσει νωρίτερα από την λήξη της 5ετούς συμφωνίας.
Στην πρόταση του ΟΤΕ συμπεριλαμβάνονται εκπτώσεις για την πενταετία και την περίοδο 2024-2028, ενώ ο ηγέτης των τηλεπικοινωνίων στη χώρα μας διατηρεί το δικαίωμα να προχωρήσει στην πρόταση νέας εκπτωτικής πολιτικής, εντός του 2028, κατόπιν έγκρισης της ΕΕΤΤ, εφόσον απαιτείται. Αναλυτικότερα, στο νέο μοντέλο που προτείνεται, υπάρχουν εκπτώσεις οι οποίες καθορίζονται βάσει του όγκου των ενεργών συνδέσεων που αυξάνονται κάθε χρόνο, ενώ θα υπάρχουν τέσσερις σχετικές βαθμίδες που θα αφορούν στους στόχους και το τιμολόγιο που θα αντιστοιχεί. Βασικό κριτήριο αποτελεί η ανάπτυξη του δικτύου οπτικών ινών που θα επιτυγχάνεται κάθε χρόνο, με τους χαμηλότερους στόχους να ξεκινούν από τις 30.000 νέες συνδέσεις και φτάνουν έως τις 210.000. Στον αντίποδα, οι υψηλότεροι στόχοι, που θα αποφέρουν και το bonus των μεγαλύτερων εκπτώσεων, θα ξεκινούν από τις 45.000 νέες συνδέσεις το 2024 και θα φτάνουν τις 315.000 το 2028. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, ο ΟΤΕ το 2024 θα έχει 1,33 εκατ. εμπορικά διαθέσιμες γραμμές, ενώ το 2028 θα τον βρει με 2,47 εκατ. συνδέσεις.
Επίσης, στην καινούργια πρόταση, μπορεί τα μηνιαία τέλη να είναι υψηλότερα, υπάρχουν όμως σημαντικά χαμηλότερες εφάπαξ χρεώσεις των τελών σύνδεσης και μετάβασης. Ειδικότερα, οι τιμές των μηνιαίων τελών το 2024 θα ξεκινούν από τα 8,90 ευρώ στα 100 Mbps, κατηγορία η οποία θα απολαμβάνει και τη μικρότερη έκπτωση, ενώ θα φτάνουν έως τα 14,62 ευρώ στο 1 Gbps το 2028. Ακόμα, τα εφάπαξ τέλη σύνδεσης ξεκινούν πλέον από τα 28,61 ευρώ και φτάνουν τα 30,73 ευρώ το 2028. Υπενθυμίζεται ότι, στην προηγούμενη πρόταση τα μηνιαία τέλη ξεκινούσαν από τα 7,21 ευρώ στα 100 Mbps με την μικρότερη έκπτωση την πρώτη χρονιά και κατέληγαν στα 12,98 ευρώ στο 1Gbps το 2028. Πλέον, μένει να γίνει γνωστό, πώς θα αντιδράσουν οι υπόλοιπες εταιρείες αλλά και οι αρμόδιες εποπτικές αρχές στην νέα πρόταση.
Το δυναμικό μπάσιμο της ΔΕΗ
Υπενθυμίζεται ότι στην αγορά των οπτικών ινών, δυναμικό είναι το «μπάσιμο» που επιχειρεί η ΔΕΗ. Συγκεκριμένα, η εταιρεία υλοποιεί ένα σημαντικό επενδυτικό πλάνο που αποσκοπεί στο να της επιτρέψει να κυριαρχήσει στην χονδρική αγορά. Η εταιρεία έλαβε την στρατηγική απόφαση να επιλέξει την εναέρια οπτική ίνα, αντί για την υπόγεια. Ο λόγος είναι ότι η επιλογή της ανάπτυξης του δικτύου οπτικών ινών να πραγματοποιηθεί κατά μήκος μέρους των 242.000 χιλιομέτρων του δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας του ΔΕΔΔΗΕ θεωρείται πιο απλή, πιο γρήγορη και πιο φτηνή απ’ ότι μια υπόγεια εγκατάσταση.
Έτσι, η ΔΕΗ θα μπορεί να προσφέρει χαμηλότερο κόστος ενοικίασης στους παρόχους, που κι εκείνοι, με τη σειρά τους, θα μπορούν να προσφέρουν χαμηλότερη τιμή στους καταναλωτές. Άλλωστε, οι άνθρωποι του ομίλου επιμένουν ότι, παρά το γεγονός ότι οι πληροφορίες τούς θέλουν να εξετάζουν το ενδεχόμενο εξαγοράς κάποιου παρόχου, εκείνοι ενδιαφέρονται αποκλειστικά για τον τομέα της χονδρικής.
Σε κάθε περίπτωση, το επιχειρηματικό σχέδιο προβλέπει επενδύσεις ύψους 680 εκατ. ευρώ στην προσεχή τριετία (2024-2026), με στόχο 1 εκατομμύριο συνδέσεις μέχρι το 2030. Σε περίπτωση που όλα κινηθούν βάση σχεδίου, η ΔΕΗ θα απολαύσει έσοδα κοντα στα 120 εκατ ευρώ μέχρι το τέλος της δεκαετίας, καθώς είναι σίγουρο πως πολλοί τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι θα σπεύσουν να ενοικιάσουν φθηνή χωρητικότητα. Σύμφωνα με τον προγραμματισμό, η οπτική ίνα θα έχει ταχύτητα της τάξης των 1.000 Mbps.
Με το δίκτυο Fiber to the Home της ΔΕΗ FiberGrid να έχει φτάσει ήδη σε 140.000 σπίτια σε 12 δήμους της Αττικής, σε μόλις 10 μήνες, η εταιρεία ανέθεσε με διαγωνιστική διαδικασία σε 12 αναδόχους την κατασκευή δικτύου Fiber to the Home σε επιπλέον περιοχές στην Αττική και σε Θεσσαλονίκη, Πάτρα, Ηράκλειο, Βόλο, Καλαμάτα, Λάρισα, Ιωάννινα, Κόρινθο, Τρίκαλα, Κοζάνη, Βέροια, και Μεγαλόπολη. Οι περιοχές έχουν επιλεγεί με βάση μεταξύ άλλων την πληθυσμιακή κάλυψη και την έλλειψη υποδομών FTTH.
Στόχος της ΔΕΗ FiberGrid είναι το δίκτυο FTTH να φτάσει σε 500.000 νοικοκυριά και επιχειρήσεις στο τέλος του 2024 και σε 1,7 εκατ. το 2025 στις παραπάνω περιοχές. Συνολικά, ο στόχος του Ομίλου ΔΕΗ είναι να προσφέρει κάλυψη με οπτική ίνα μέχρι το σπίτι σε 3 εκατ. νοικοκυριά και επιχειρήσεις σε όλη τη χώρα εντός της επόμενης πενταετίας. Οι επενδύσεις για την περίοδο 2024-2026 θα ανέλθουν σε περίπου €680 εκατ.
Οι υπόλοιποι παίκτες
Την ίδια ώρα, η Nova κάνει ένα βήμα πίσω στο επενδυτικό πλάνο που ανακοίνωσε τον Σεπτέμβριο του 2022
Αυτό καθώς μείωσε τον στόχο της από 1,6 σε 1 εκατ. συνδέσεις οπτικής ίνας, έως το 2027. Τέλος, από την πλευρά της, η Vodafone έχει ανακοινώσει επενδυτικό πλάνο ύψους 1 δισ. ευρώ την επόμενη τριετία. Μέχρι τώρα έχει φτάσει τις 280.000 γραμμές οπτικής ίνας μέχρι το σπίτι και 450.000 γραμμές οπτικής ίνας μέχρι την καμπίνα οι οποίες σταδιακά μετατρέπονται σε FTTH, ενώ συνολικά η εταιρεία στοχεύει στην κατασκευή 850.000 γραμμών FTTH μέχρι το 2026.
Γίνεται αντιληπτό ότι η χώρα μας δεν έχει άλλο καιρό να χάσει στην μάχη της τεχνολογικής αναβάθμισης, με αποτέλεσμα τόσο η πολιτική ηγεσία, όσο και οι πάροχοι, να εντείνουν τις προσπάθειές τους προκειμένου να επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα. Αν τελικά αυτό είναι αρκετό και η Ελλάδα καταφέρει να «ξεκολλήσει» από ταχύτητες -και τιμές- που θυμίζουν μια άλλη εποχή, μόνο ο χρόνος μπορεί να το κρίνει.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.