Μπορεί η ακρίβεια και ο πληθωρισμός να έχουν αναγκάσει τους Έλληνες να περιορίσουν αρκετές από τις αγαπημένες τους συνήθειες, όπως φαίνεται όμως ο καφές συνεχίζει να παραμένει στο «απυρόβλητο», ανεξαρτήτως των συνθηκών που επικρατούν. Άλλωστε, οι επίσημοι αριθμοί σχετικά με την κατανάλωση του αγαπημένου ροφήματος στη χώρα μας δεν αφήνουν αμφιβολίες αναφορικά με την υψηλή του δημοφιλία.
Ειδικότερα, οι Έλληνες καταναλώνουν 40.000 τόνους καφέ το χρόνο, ποσοστό το οποίο παρουσιάζει γεωμετρική αύξηση. Από το νούμερο αυτό, το 40% αφορά στην κατανάλωση εκτός σπιτιού, ενώ το 60% στην κατανάλωση που πραγματοποιείται εντός σπιτιού. Άλλωστε, το 56% των Ελλήνων προτιμά να πίνει τον καφέ του στο σπίτι, σε αντίθεση με το 25% που επιλέγει να τον απολαύσει στον χώρο όπου εργάζεται, και το ποσοστό 18% των καταναλωτών που πίνουν καφέ σε κάποιο μαγαζί ή στο χέρι.
Αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με πανελλαδική έρευνα που διεξήγαγε η Kάπα Research για λογαριασμό της Ελληνικής Ένωσης Καφέ, στην οποία περιγράφει το προφίλ του Έλληνα καταναλωτή, περισσότεροι από 8 στους 10 (ποσοστό 84%) πίνουν καφέ σε καθημερινή βάση. Μάλιστα, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, ακόμα και όσοι δεν πίνουν οι ίδιοι καφέ, έχουν στο σπίτι τους, ανεβάζοντας το ποσοστό των καταναλωτών οι οποίο αγοράζουν καφέ στο εντυπωσιακό 95%.
Μία αγορά 4 δισ. ευρώ
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, η αγορά του καφέ είναι μία από τις πιο αποδοτικές στην Ελλάδα, καθώς σε τιμές λιανικής η αξία της ξεπερνά τα 4 δισ. ευρώ. Από το ποσό αυτό, περισσότερα εκ των 3,5 δισ. ευρώ προέρχονται από την επιτόπια κατανάλωση στα καταστήματα καφεστίασης και τα takeaway, ενώ οι πωλήσεις στα σούπερ μάρκετ φτάνουν μεταξύ 300 και 350 εκατ. ευρώ.
Μάλιστα, οι λάτρεις του καφέ είναι και «πιστοί» αγοραστές αφού σχεδόν 7 στους 10 καταναλώνουν πάνω από έναν καφέ ημερησίως. Ειδικότερα, το 31% των ερωτηθέντων πίνει έναν καφέ ημερησίως, το 40% πίνει δύο και το 22% τρεις, ενώ στις πιο… υψηλές κατηγορίες, το 4% των καταναλωτών καφέ πίνει τέσσερις καφέδες κάθε μέρα, ενώ το 2% παραπάνω από τέσσερις.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η ιδιαίτερη σχέση του καφέ με τους Έλληνες αποτυπώνεται και από το γεγονός ότι το 100% των καταναλωτών το χαρακτηρίζει ως ρόφημα απόλαυσης, το 55% υποστηρίζει ότι του προσφέρει τόνωση, ενώ το 42% θεωρεί ότι του χαρίζει χαλάρωση και ξεκούραση.
Όπως γίνεται λοιπόν αντιληπτό, η αγορά καφέ στη χώρα μας προσφέρει εξαιρετικές προοπτικές για τους εμπλεκόμενους σε αυτήν, κάτι το οποίο αποδεικνύεται και από τον μεγάλο αριθμό καταστημάτων εστίασης που λειτουργούν στην Ελλάδα.
Ειδικότερα, εστιάζοντας στις κάψουλες καφέ, οι πωλήσεις τους φτάνουν κοντά στο 10% των συνολικών πωλήσεων καφέ στα σούπερ μάρκετ, ενώ σύμφωνα με έρευνα του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών ένας στους δύο καταναλωτές διαθέτει στο σπίτι του μηχανή για εσπρέσο με κάψουλες.
Με βάση αυτούς τους αριθμούς, αλλά και τη σταδιακή μεταστροφή των προτιμήσεων που παρατηρείται στους Έλληνες καταναλωτές, από γεύσεις όπως ο ελληνικός καφές και ο φραπέ, προς τον espresso και τον freddo espresso, δεν είναι παράλογη η μεγάλη μέχρι τώρα «μάχη» που παρατηρείται μεταξύ των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στις κάψουλες espresso.
Οι «μεγάλοι» παίκτες και οι διαφοροποιήσεις
Στην Ελλάδα η αγορά της κάψουλας καφέ μπορούμε να πούμε ότι χωρίζεται σε τρεις κατηγορίες.
Η μία αφορά την κάψουλα που προσφέρεται στα σούπερ μάρκετ, η δεύτερη μία premium κατηγορία καταστημάτων τύπου Nespresso ενώ η τρίτη κατηγορία είναι η πώληση σε καταστήματα καφέ , με τις κάψουλες αυτής της κατηγορίας, πολλές φορές, να πωλούνται και στα σούπερ μάρκετ.
Στην πρώτη κατηγορία συναντάμε τις κάψουλες εταιρειών όπως L’ Oρ, Ιlly, Jacobs, Lavazza, και Perla, ενώ στη δεύτερη, ουσιαστικά, πρωταγωνιστεί η Nespresso με τα μπουτίκ καταστήματά της που προσφέρουν μία διαφορική εμπειρία καφέ. Στην τρίτη, συναντάμε τις κάψουλες από γνωστές εταιρείες καφέ όπως Starbucks, Costa Coffee, και Coffee Way, Coffee island, Γρηγόρης, με τις περισσότερες να τις συναντάμε και στα ράφια των σούπερ μάρκετ.
Ενδεικτικά είναι τα νούμερα τα οποία απεικονίζουν τα μερίδια αγοράς σε όγκο, για το 2022. Εκεί, είναι ξεκάθαρη η πρώτη θέση που απολαμβάνουν οι κάψουλες της Starbucks, καθώς καταλαμβάνουν μερίδιο 32,1%. Από κοντά ακολουθούν οι κάψουλες L’Or της Jacobs Douwe Egberts, συγκεντρώνοντας μερίδιο 28,5%. Οι δύο αυτές επιλογές, επί της ουσίας, κυριαρχούν στην αγορά, καθώς η Lavazza, που βρίσκεται στην τρίτη θέση, καταλαμβάνει μερίδιο 7,8%, η Illy είναι τέταρτη με 7,2%, ενώ η Costa Coffee της Coca-Cola, διαθέτει μερίδιο 6%. Ακολουθούν οι κάψουλες Jacobs με 5,8%, η Dimello έχει ποσοστό 4,9%, η ιδιωτική ετικέτα ποσοστό 3,8% και οι κάψουλες της Coffeeway μερίδιο 1,7%.
Σε κάθε περίπτωση, ο καφές αποδεικνύει ότι είναι κάτι πολύ περισσότερο από ένα απλό ρόφημα, με εκατομμύρια πιστούς στη χώρα μας. Οι παραδοσιακές δυνάμεις και τα «βαριά» ονόματα δείχνουν να έχουν ξεχωρίσει στις κάψουλες, έχοντας καταφέρει να αναπτύξουν ισχυρούς «δεσμούς» με τους καταναλωτές, το μέγεθος της αγοράς όμως είναι τέτοιο που επιτρέπει και σε άλλους «παίκτες» να δραστηριοποιούνται με επιτυχία.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.