Καμία τάση υποχώρησης δεν παρουσίασαν και το 2023 οι τιμές των πολυτελών κατοικιών στη λεγόμενη Αθηναϊκή Ριβιέρα, οι οποίες κατέγραψαν σημαντική αύξηση 4,6% σε σχέση με το 2022. Είναι φανερό ότι το «παιχνίδι» του Real Estate για… ακριβά γούστα έχει πλέον προσελκύσει και «πορτοφόλια» από το εξωτερικό, με αποτέλεσμα πλέον οι τιμές σε περιοχές όπως η Βουλιαγμένη, η Βούλας και η Γλυφάδα, που θεωρούνται οι πιο ακριβές, να φτάνουν κατά μέσο όρο τα 11.200 ευρώ ανά τ.μ.
Χαρακτηριστικό της ανεξέλεγκτης πορείας των πραγμάτων είναι το γεγονός ότι ορισμένες πολυτελείς κατοικίες στις συγκεκριμένες περιοχές, οι οποίες αυτή τη στιγμή βρίσκονται στο στάδιο της ολοκλήρωσης και θα παραδοθούν μέσα στο 2024, έφτασαν να πωλούνται έναντι 12.500 ευρώ ανά τ.μ.
Ανάλογη είναι και η κατάσταση στο Ελληνικό, με τις παραθαλάσσιες κατοικίες (Cove Residences, The Cove Villas, Riviera Tower) στις οποίες μπήκε πωλητήριο το τελευταίο διάστημα να γίνονται ανάρπαστες και να πωλούνται μεταξύ 9.500 με 10.000 ευρώ το τ.μ. Αξίζει να σημειωθεί ότι ένα συγκεκριμένο διαμέρισμα στο Riviera Tower αγοράστηκε για 32.000 ευρώ το τ.μ.
Γιατί ο κόσμος συνεχίζει να αγοράζει;
Μπορεί τα ποσά αυτά να προκαλούν ζάλη στην πλειοψηφία των Ελλήνων, η πραγματικότητα όμως είναι ότι η χώρα μας θεωρείται ότι προσφέρει εξαιρετικές ευκαιρίες στους ενδιαφερόμενους επενδυτές. Κι αυτό γιατί, όπως αναδεικνύει η ανάλυση της διεθνούς εταιρείας συμβούλων Savills, η αγορά της Αθήνας κατατάσσεται στη 19η θέση ανάμεσα σε 23 πόλεις που θεωρούνται οι ισχυρότερες αγορές πολυτελών κατοικιών, ενώ εξακολουθεί να είναι και από τις φθηνότερες πρωτεύουσες.
Γίνεται λοιπόν αντιληπτό ότι, παρά τις σημαντικές αυξήσεις, πολλές είναι οι κατηγορίες των ενδιαφερόμενων που δε διστάζουν να επενδύσουν τα χρήματά τους. Άλλωστε, όσο και το πρόγραμμα «Golden Visa» παραμένει σε ισχύ, άνθρωποι με σημαντική οικονομική επιφάνεια, που κυρίως ενδιαφέρονται για την απόκτηση του διαβατηρίου, μπορούν να αποκτήσουν μαζί και μία πολυτελή κατοικία σε μία όμορφη περιοχή. Όχι άσχημη προσφορά.
Η… ελπίδα για μείωση των τιμών
Όπως βέβαια γίνεται εύκολα αντιληπτό, η κατάσταση αυτή δεν ευνοεί τους ανθρώπους που ενδιαφέρονται να αγοράσουν… μόνο το σπίτι, και αναγκάζονται να πληρώσουν τιμές που για τα ελληνικά δεδομένα είναι υψηλότερες του αναμενομένου.
Στην κατάσταση αυτή αναμένεται να βάλουν «φρένο» οι νέες οικιστικές αναπτύξεις στο Ελληνικό, με την υπογραφή της Lamda Development, που σχετίζονται με το project Little Athens. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που έχουν γίνει γνωστές, ο μέσος όρος πώλησής τους κυμαίνεται στα 7.500 ευρώ το τετραγωνικό, ποσό σημαντικά χαμηλότερο από αυτά που συναντάμε πλέον στα Νότια Προάστια.
Μάλιστα, στα σχέδια της Lamda βρίσκεται και η δημιουργία ακόμα 1.230 κατοικιών του Little Athens. Αυτές υπολογίζεται να είναι έτοιμες μέχρι το τέλος του 2026, με τις τιμές τους να κυμαίνονται από 6.000 έως 7.500 ευρώ το τ.μ. Γίνεται λοιπόν εύκολα αντιληπτό ότι θα σημειωθεί ισχυρή πίεση στις τιμές των προς πώληση κατοικιών στα Νότια Προάστια, την στιγμή που σήμερα, ένα ρετιρέ τεσσάρων δωματίων στη Βούλα, κοστίζει 12.500 ευρώ το τ.μ. Θεωρείται όμως βέβαιο ότι με την ύπαρξη ενός τόσο ισχυρού ανταγωνισμού, δύσκολα θα μπορέσουν οι τιμές αυτές να παραμείνουν αμετάβλητες.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το ενδιαφέρον των αγοραστών προκειμένου να εξασφαλίζουν μία πολυτελή κατοικία στην Αθηναϊκή Ριβιέρα έχει επιτρέψει στη Lamda Development να βάλει στα ταμεία της περίπου 2,28 δισεκατομμύρια ευρώ. Μάλιστα, το project περιλαμβάνει και δεύτερη φάση ανάπτυξης, για την περίοδο 2027-2037, στην οποία προβλέπεται η δημιουργία επιπλέον 6.500 κατοικιών, με τις μελλοντικές εισπράξεις από τις πωλήσεις να υπολογίζονται συνολικά στα 9 δισ. ευρώ.
Πρωταθλήτρια η Αθήνα στην άνοδο των τιμών
Ένα ενδιαφέρον στοιχείο που αποκαλύπτει ο δείκτης Savills Prime Residential Index Report είναι ότι οι αγορές πολυτελών κατοικιών στις χώρες της Νότιας Ευρώπης δεν επηρεάζονται από την οικονομική αστάθεια, τον υψηλό πληθωρισμό και τα αυξανόμενα επιτόκια.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στην Αθήνα καταγράφηκε η υψηλότερη αύξηση στις τιμές των κατοικιών σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες του Νότου. Σημαντικές ήταν και οι αυξήσεις σε Ισπανία και Ιταλία, με τις κεφαλαιουχικές αξίες να αυξάνονται στη Μαδρίτη κατά 4%, στη Βαρκελώνη κατά 3,4%, στη Ρώμη κατά 3,3% και στο Μιλάνο 2,5%.
Δύο σημαντικά πλεονεκτήματα που έχουν οι συγκεκριμένες πόλεις σε σχέση με αντίστοιχες στη Β. Ευρώπη είναι ότι οι τιμές τους είναι πιο χαμηλές και το κλίμα τους πιο θερμό. Μάλιστα, το απόθεμα προνομιακών ακινήτων σε κάθε αγορά παραμένει επίσης περιορισμένο, γεγονός που συνεχίζει να υποστηρίζει την αύξηση των τιμών.
Αναφορικά με τις χώρες της Β. Ευρώπης, στο Άμστερνταμ οι κεφαλαιουχικές αξίες αυξήθηκαν κατά 1,3% το 2ο εξάμηνο, αντισταθμίζοντας τις μειώσεις των τιμών που καταγράφηκαν το πρώτο εξάμηνο του έτους. Μια ανάκαμψη που πιθανότατα θα συνεχιστεί, καθώς η αγορά παραμένει ανεπαρκής και οι δυνητικοί αγοραστές αναμένουν αύξηση των μισθών σε ολόκληρη την Ολλανδία.
Επιστρέφοντας στην ελληνική πραγματικότητα, η προσφορά πολυτελών κατοικιών σε χαμηλότερες τιμές στο Ελληνικό αναμένεται να επιφέρει μείωση στις τιμές πώλησης των κατοικιών στα Νότια Προάστια, αφού διαφορετικά δε θα μπορεί να καλυφθεί το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Σε κάθε περίπτωση πάντως η μεγάλη ζήτηση για ακίνητα σε συνδυασμό με την μικρή προσφορά μόνο θετικά μπορούν να λειτουργήσουν για τις πολυτελείς κατοικίες που πωλούνται στις συγκεκριμένες περιοχές.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.