Η τεχνητή νοημοσύνη έχει αναδειχθεί ως μια από τις πιο καθοριστικές τεχνολογικές εξελίξεις της εποχής μας. Από τη χρήση της σε καθημερινές εφαρμογές μέχρι τον ρόλο της στον επιχειρηματικό και κυβερνητικό τομέα, η AI έχει αρχίσει να επηρεάζει σε βάθος τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί ο σύγχρονος κόσμος. Οι δυνατότητές της είναι τεράστιες και, σε πολλές περιπτώσεις, φέρνουν πραγματική πρόοδο. Παράλληλα, όμως, δεν λείπουν και οι ανησυχίες, κυρίως σε ό,τι αφορά την ασφάλεια, την ηθική και τη χρήση της από κακόβουλους παράγοντες.
Για τις επιχειρήσεις, η τεχνητή νοημοσύνη έχει μετατραπεί σε βασικό εργαλείο ανάπτυξης. Μπορεί να αυτοματοποιήσει χρονοβόρες και επαναλαμβανόμενες εργασίες, να μειώσει το κόστος λειτουργίας, να ενισχύσει την παραγωγικότητα και να παρέχει στους υπεύθυνους πιο έξυπνα δεδομένα για στρατηγικές αποφάσεις. Από την εξυπηρέτηση πελατών μέσω chatbots, μέχρι την ανάλυση αγοραστικής συμπεριφοράς και τη δημιουργία προγνωστικών μοντέλων πωλήσεων, η AI προσφέρει λύσεις που κάποτε ήταν αδιανόητες. Παράλληλα, χρησιμοποιείται στην ανάπτυξη νέων προϊόντων, στη βελτιστοποίηση της εφοδιαστικής αλυσίδας και στην υποστήριξη του ανθρώπινου δυναμικού, προσφέροντας εξατομικευμένες εμπειρίες και αυξάνοντας την αποτελεσματικότητα των οργανισμών.
Όμως η τεχνητή νοημοσύνη δεν επηρεάζει μόνο τις επιχειρήσεις. Αφορά και τον απλό χρήστη. Στη ζωή των καταναλωτών έχει ενσωματωθεί σε ψηφιακές βοηθούς, εφαρμογές υγείας, υπηρεσίες ροής περιεχομένου και ακόμα και στις μηχανές αναζήτησης. Η καθημερινή εμπειρία γίνεται πιο εύκολη και «έξυπνη», καθώς η AI μαθαίνει από τις συνήθειες του χρήστη και του προτείνει λύσεις πριν ακόμα τις ζητήσει. Η δυνατότητα εξατομίκευσης των υπηρεσιών έχει βελτιώσει την εμπειρία του καταναλωτή, ενώ η ευκολία με την οποία γίνεται η πρόσβαση σε πληροφορίες, η διαχείριση χρόνου και η λήψη αποφάσεων έχει κάνει την τεχνητή νοημοσύνη σχεδόν αόρατα παρούσα στην καθημερινότητά μας.
Ωστόσο, όσο ευεργετική κι αν είναι η τεχνολογία αυτή, κρύβει και σοβαρούς κινδύνους. Ο πιο εμφανής είναι η χρήση της από εγκληματίες για να ενισχύσουν τις δραστηριότητές τους. Η τεχνητή νοημοσύνη έχει πλέον ενσωματωθεί στις τακτικές των κυβερνοεπιθέσεων. Οι απατεώνες μπορούν να δημιουργήσουν ρεαλιστικά deepfake βίντεο ή ηχητικά αποσπάσματα, πλαστές ταυτότητες, να σπάσουν κωδικούς πρόσβασης σε ελάχιστο χρόνο ή να ξεγελάσουν ανθρώπους μέσα από εξαιρετικά πειστικά μηνύματα ηλεκτρονικού ψαρέματος. Ο συνδυασμός AI με κοινωνική μηχανική γνώση καθιστά τις επιθέσεις δυσκολότερες στην αναγνώριση και πολύ πιο επικίνδυνες. Επιπλέον, το ότι η τεχνολογία είναι σχετικά εύκολα προσβάσιμη, επιτρέπει ακόμα και σε λιγότερο εξειδικευμένους δράστες να επιχειρήσουν σοβαρές παραβιάσεις.
Η αντιμετώπιση της εγκληματικότητας που βασίζεται στην τεχνητή νοημοσύνη απαιτεί μια σφαιρική και πολυεπίπεδη στρατηγική. Δεν αρκεί μια τεχνολογική λύση, ούτε είναι επαρκές να βασιζόμαστε αποκλειστικά σε ανθρώπινη κρίση. Η φύση της AI είναι τέτοια που λειτουργεί ταχύτατα, προσαρμόζεται, μαθαίνει και δημιουργεί νέες μορφές απειλών. Επομένως, η πρόληψη και η προστασία απαιτούν ταυτόχρονη επένδυση σε τεχνολογία, ανθρώπινο δυναμικό και θεσμική θωράκιση.
Σε επίπεδο τεχνολογίας, ο πρώτος και σημαντικότερος μηχανισμός είναι η ίδια η AI, χρησιμοποιούμενη για καλό. Οι εταιρείες που ειδικεύονται στην κυβερνοασφάλεια δημιουργούν συστήματα τεχνητής νοημοσύνης που εντοπίζουν πρότυπα ύποπτης δραστηριότητας σε πραγματικό χρόνο. Για παράδειγμα, αν ένα σύστημα εντοπίσει απότομη μεταφορά χρημάτων από έναν λογαριασμό ή πολλαπλές προσπάθειες πρόσβασης με λανθασμένο κωδικό, μπορεί να ενεργοποιήσει αυτόματα μπλοκάρισμα της διαδικασίας ή ειδοποίηση στον υπεύθυνο ασφαλείας.
Τα συστήματα εντοπισμού απειλών με AI δεν περιορίζονται μόνο στο να ανιχνεύουν εισβολές, αλλά μπορούν να αναγνωρίζουν και νέες μορφές επίθεσης πριν καν υλοποιηθούν πλήρως. Μηχανές εκμάθησης (machine learning) εκπαιδεύονται σε βάσεις δεδομένων επιθέσεων, ώστε να «προβλέπουν» πώς εξελίσσονται οι επιθέσεις και να αντιδρούν εγκαίρως. Σε πολλές περιπτώσεις, έχουν αποδειχθεί πιο γρήγορες και αποτελεσματικές από τους ανθρώπους αναλυτές.
Παράλληλα, ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην ταυτοποίηση χρηστών μέσω βιομετρικών δεδομένων και AI. Συστήματα που βασίζονται σε αναγνώριση προσώπου, φωνής ή ακόμα και συμπεριφοράς (όπως πώς πληκτρολογεί κάποιος) μπορούν να αποτελέσουν ισχυρό φίλτρο ασφαλείας, αποτρέποντας πρόσβαση από απατεώνες που χρησιμοποιούν ψεύτικες ταυτότητες ή deepfakes.
Ωστόσο, η τεχνολογία από μόνη της δεν φτάνει. Χρειάζεται να εκπαιδευτούν οι χρήστες, σε επιχειρήσεις και οργανισμούς, ώστε να αναγνωρίζουν τα σημάδια εξαπάτησης. Πολλές από τις πιο πετυχημένες κυβερνοεπιθέσεις βασίζονται σε παραπλάνηση, όχι στην τεχνική υπεροχή. Η λεγόμενη «κοινωνική μηχανική» εκμεταλλεύεται την άγνοια ή τη βιασύνη των υπαλλήλων. Αν ένας εργαζόμενος ξέρει πώς να εντοπίζει ένα ύποπτο email ή πώς να επιβεβαιώνει την ταυτότητα κάποιου σε μια βιντεοκλήση, οι πιθανότητες επιτυχίας μιας απάτης μειώνονται δραστικά.
Επιπλέον, οι οργανισμοί οφείλουν να δημιουργήσουν σαφείς διαδικασίες ασφάλειας. Για παράδειγμα, καμία οικονομική συναλλαγή δεν πρέπει να γίνεται χωρίς διπλή επαλήθευση. Οι λογαριασμοί υψηλής πρόσβασης πρέπει να προστατεύονται με ισχυρή ταυτοποίηση δύο παραγόντων. Και η πρόσβαση σε ευαίσθητα δεδομένα πρέπει να δίνεται μόνο με βάση το «αναγκαίο για την εργασία» και όχι με γενικευμένα δικαιώματα.
Σε θεσμικό επίπεδο, πρέπει να αναπτυχθεί ένα σύγχρονο νομικό πλαίσιο που να καλύπτει τις νέες μορφές απειλών. Η χρήση deepfakes, για παράδειγμα, δεν είναι πάντα παράνομη, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί για σοβαρές απάτες. Ο νομοθέτης καλείται να προλάβει εξελίξεις που ήδη συμβαίνουν και να θέσει σαφή όρια και υποχρεώσεις για εταιρείες, προγραμματιστές, αλλά και χρήστες. Παράλληλα, η συνεργασία σε διεθνές επίπεδο είναι απαραίτητη, καθώς η κυβερνοεγκληματικότητα δεν γνωρίζει σύνορα.
Τέλος, είναι αναγκαίο να ενισχυθούν οι φορείς επιβολής του νόμου, με κατάλληλα τεχνολογικά μέσα, προσωπικό με γνώσεις πληροφορικής και πρόσβαση σε διακρατικά δίκτυα πληροφόρησης. Η ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου τομέα μπορεί να είναι καθοριστική για την ταχεία αντιμετώπιση ενός κινδύνου.
Η τεχνητή νοημοσύνη δεν είναι ούτε καλή ούτε κακή από μόνη της. Είναι ένα ισχυρό εργαλείο στα χέρια εκείνων που την χρησιμοποιούν. Το στοίχημα είναι να καταφέρουμε να την αξιοποιήσουμε υπεύθυνα, για την ενίσχυση της καινοτομίας, την προστασία της κοινωνίας και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής. Αν το πετύχουμε, τότε η AI μπορεί να αποτελέσει πραγματικά έναν από τους μεγαλύτερους συμμάχους του ανθρώπου στον 21ο αιώνα.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.