Στην Ελλάδα, το θέμα της στέγασης είναι κάτι που απασχολεί όλο και περισσότερο κόσμο. Πολλοί νιώθουν ότι το σπίτι τους δεν τους καλύπτει όπως παλιά, είτε γιατί έχει μικρό χώρο, είτε γιατί βρίσκεται σε σημείο που πλέον δεν τους εξυπηρετεί. Η καθημερινότητα αλλάζει, το ίδιο και οι ανάγκες μας.
Κάποιοι θέλουν ένα δωμάτιο παραπάνω για να δουλεύουν από το σπίτι, άλλοι απλώς ονειρεύονται λίγη παραπάνω άνεση. Δεν είναι όμως πάντα τόσο απλό να μετακομίσεις. Το υψηλό κόστος των ακινήτων και γενικά η αίσθηση οικονομικής πίεσης κάνει πολλούς να διστάζουν, ακόμα κι αν θα ήθελαν να κάνουν το επόμενο βήμα.
Υπάρχει μια διάχυτη αίσθηση ότι αν οι συνθήκες ήταν λίγο πιο ευνοϊκές, π.χ. αν έπεφταν τα επιτόκια ή αν υπήρχε περισσότερη στήριξη από το κράτος, αρκετοί θα το τολμούσαν. Κάποιοι θα το έκαναν με το που έβρισκαν ένα σπίτι σε καλή τοποθεσία, άλλοι αν έπαιρναν μια αύξηση ή ένιωθαν πιο σίγουροι για τα οικονομικά τους. Η αλήθεια είναι πως η επιθυμία για αλλαγή δεν λείπει. Αλλά ανάμεσα στο «θέλω» και στο «μπορώ» υπάρχει ένα χάσμα, και αυτό τις περισσότερες φορές είναι το πορτοφόλι.
Και δεν είναι ότι όλοι θέλουν να πάνε σε κάποιο φανταχτερό loft στο κέντρο. Ο κόσμος απλώς ψάχνει ένα σπίτι που να τον χωράει, να του προσφέρει ηρεμία και να νιώθει πως ζει αξιοπρεπώς. Σε αρκετές περιπτώσεις, το βλέμμα στρέφεται στα προάστια ή ακόμα και σε αγροτικές περιοχές, κυρίως από ανθρώπους που έχουν κουραστεί από τον θόρυβο, την πίεση και τα έξοδα της πόλης. Άλλωστε, με την εξ αποστάσεως εργασία που έχει μπει για τα καλά στη ζωή μας, το να μένεις πιο μακριά από το κέντρο δεν είναι πια τόσο απαγορευτικό.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η εικόνα είναι αρκετά ίδια. Η επιθυμία για μετακόμιση υπάρχει και μάλιστα είναι ζωντανή σε πολλές χώρες, είτε μιλάμε για εκείνους που ζουν σε μεγάλες πόλεις είτε για όσους είναι ήδη σε πιο ήσυχες περιοχές. Οι λόγοι είναι σχεδόν παντού κοινοί: καλύτερη ποιότητα ζωής, περισσότερος χώρος, καλύτερη τοποθεσία, λιγότερο άγχος. Ο σύγχρονος Ευρωπαίος δεν μετακομίζει επειδή απλώς θέλει αλλαγή. Μετακομίζει γιατί θέλει να ζήσει καλύτερα — κι αυτό πολλές φορές σημαίνει να αλλάξει περιβάλλον, γειτονιά, ακόμα και χώρα.
Αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι ότι δεν υπάρχει μία ενιαία τάση. Άλλοι θέλουν να πάνε στις πόλεις, να έχουν κοντά τους τα πάντα: υπηρεσίες, διασκέδαση, ευκαιρίες για δουλειά. Άλλοι όμως προτιμούν τη ζωή σε πιο ήρεμους ρυθμούς, κοντά στη φύση, με λιγότερο κόσμο και καθαρό αέρα. Αυτή η πολυμορφία δείχνει πόσο διαφορετικές είναι οι ανάγκες του καθενός, αλλά και το πόσο σημαντικό είναι να υπάρχουν επιλογές για όλους — είτε θέλεις τον παλμό της πόλης είτε την ηρεμία της επαρχίας.
Παράλληλα, όμως, και στην Ευρώπη ισχύει το ίδιο πρόβλημα: τα οικονομικά. Οι τιμές των ακινήτων σε πολλές χώρες έχουν φτάσει σε επίπεδα που δυσκολεύουν ακόμα και τη συζήτηση για αλλαγή κατοικίας. Οι περισσότεροι σκέφτονται πολύ σοβαρά το αν μπορούν να αντέξουν το κόστος μιας αγοράς ή ακόμα και μιας μετακόμισης. Το ίδιο ισχύει και για τους ενοικιαστές, που συχνά νιώθουν πως πληρώνουν πολλά… για λίγα. Σε κάποιες χώρες, η δυσαρέσκεια αυτή είναι έντονη και μάλιστα εντοπίζεται κυρίως σε ανθρώπους που δεν έχουν τη δυνατότητα να αποκτήσουν δικό τους σπίτι.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν και εκείνοι που είναι ευχαριστημένοι με τη σημερινή τους κατάσταση. Σε χώρες όπως η Ολλανδία και η Ρουμανία, το επίπεδο ικανοποίησης από τη στέγαση είναι πολύ υψηλό. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο γεγονός ότι εκεί υπάρχουν καλύτερες συνθήκες: περισσότερη ιδιοκατοίκηση, καλύτερης ποιότητας σπίτια και γενικά μια πιο σταθερή σχέση του πολίτη με το σπίτι του. Δεν είναι τυχαίο ότι όσοι έχουν το σπίτι στο όνομά τους νιώθουν πιο ασφαλείς και ευχαριστημένοι — είτε το έχουν αγοράσει με δάνειο είτε με δικά τους χρήματα ή γονικές παροχές.
Η σύνδεση ανάμεσα στην ιδιοκατοίκηση και το αίσθημα σταθερότητας είναι φανερή σε όλη την Ευρώπη. Όταν κάποιος νιώθει πως το σπίτι του είναι πραγματικά “δικό του”, τείνει να επενδύει περισσότερο σε αυτό — όχι μόνο οικονομικά, αλλά και συναισθηματικά. Αντίθετα, οι ενοικιαστές, ιδιαίτερα σε περιοχές με υψηλό κόστος και χαμηλής ποιότητας κατοικίες, εκφράζουν πολύ πιο συχνά δυσφορία.
Και ενώ κάποιοι λαοί φαίνεται να νιώθουν πιο «βολεμένοι», σε άλλες χώρες η διάθεση για αλλαγή είναι ιδιαίτερα έντονη. Σε μέρη όπως η Τουρκία, η Πορτογαλία ή η Σλοβενία, πολλοί κάτοικοι δηλώνουν πρόθυμοι να μετακομίσουν, αν τους δοθεί η ευκαιρία. Η ανάγκη για καλύτερη διαβίωση και περισσότερη οικονομική άνεση είναι πιο ισχυρή από τη συνήθεια του «μένω εκεί που είμαι».
Επιπρόσθετα, οι κάτοικοι μεγάλων πόλεων φαίνεται να σκέφτονται πιο έντονα τη μετακόμιση σε σχέση με όσους μένουν ήδη σε πιο ήσυχες περιοχές. Ίσως το άγχος και η πίεση της πόλης να φθείρουν περισσότερο ή ίσως απλώς η ζωή στην επαρχία να είναι πιο ισορροπημένη. Σε κάθε περίπτωση, γίνεται ξεκάθαρο ότι η στέγαση δεν είναι απλά ζήτημα χώρου ή τοποθεσίας — είναι μια σύνθετη, προσωπική υπόθεση που συνδέεται άμεσα με την ποιότητα ζωής, την οικονομική δυνατότητα και την ψυχική ευημερία.
Μπορεί να μην υπάρχει μια κοινή απάντηση για όλους, αλλά αυτό που είναι σίγουρο είναι πως οι Ευρωπαίοι, όπως και οι Έλληνες, ψάχνουν σπίτια που να τους “χωρούν” πραγματικά — όχι μόνο στα τετραγωνικά, αλλά και στα όνειρα που κουβαλούν μέσα τους.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.