Η Temu και η Shein, δύο από τις μεγαλύτερες και πιο επιτυχημένες εταιρείες στο χώρο του ηλεκτρονικού εμπορίου, αντιμετωπίζουν μεγάλες προκλήσεις από την κατάργηση των δασμολογικών εξαιρέσεων στις ΗΠΑ.
Οι εξαιρέσεις αυτές, οι οποίες επιτρέπουν την εισαγωγή προϊόντων αξίας έως 800 δολαρίων από την Κίνα και το Χονγκ Κονγκ χωρίς την επιβολή δασμών, θα λήξουν στις 2 Μαΐου 2025, γεγονός που αναμένεται να έχει σημαντικές συνέπειες για τις δύο εταιρείες. Η αλλαγή αυτή έχει προκαλέσει ανησυχία, καθώς οι δύο πλατφόρμες, που στηρίζονται στις χαμηλές τιμές των προϊόντων τους, αναγκάζονται να αναπροσαρμόσουν τις στρατηγικές τους προκειμένου να ανταπεξέλθουν στις νέες συνθήκες.
Η Temu, η οποία ανήκει στην PDD Holdings Inc., και η Shein, που ειδικεύεται σε ρούχα και αξεσουάρ, έχουν καταφέρει να διαπρέψουν στην αμερικανική αγορά κυρίως μέσω του μοντέλου των πολύ χαμηλών τιμών. Οι δύο εταιρείες, εκμεταλλευόμενες τη δυνατότητα των δασμολογικών εξαιρέσεων, είχαν τη δυνατότητα να προσφέρουν προϊόντα σε ιδιαίτερα προσιτές τιμές, καθιστώντας τα εξαιρετικά ανταγωνιστικά σε σχέση με μεγάλους παίκτες του λιανεμπορίου, όπως η Amazon. Οι προσιτές τιμές αυτών των προϊόντων είχε προκαλέσει μια τεράστια αύξηση στις πωλήσεις τους στις ΗΠΑ, καθώς πολλοί καταναλωτές ήταν πρόθυμοι να περιμένουν κάποιες μέρες για την παράδοση των παραγγελιών τους, κερδίζοντας όμως σημαντικές εκπτώσεις που προσέφεραν οι δύο πλατφόρμες.
Το μοντέλο αυτό, το οποίο στηρίζεται στην ταχύτητα παράδοσης και τις χαμηλές τιμές, επέτρεψε στις Temu και Shein να επεκταθούν ραγδαία στην αγορά των ΗΠΑ. Για την Temu, ειδικότερα, η προοπτική για το 2025 είναι εντυπωσιακή, καθώς εκτιμάται ότι θα πουλήσει προϊόντα αξίας 30 δισεκατομμυρίων δολαρίων στις ΗΠΑ. Παρόλα αυτά, η κατάργηση των δασμολογικών εξαιρέσεων έχει δημιουργήσει σοβαρές αβεβαιότητες για το μέλλον των δύο εταιρειών. Αντί για την ευχάριστη «φορολογική παράκαμψη» που προσέφεραν οι εξαιρέσεις, η επιβολή δασμών σε προϊόντα που προηγουμένως ήταν απαλλαγμένα από τέτοιες χρεώσεις, ενδέχεται να οδηγήσει σε αύξηση των τιμών των προϊόντων τους, κάτι που μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τη ζήτηση.
Η Temu και η Shein δεν είναι άγνωστες στις προκλήσεις που σχετίζονται με τη διαχείριση των δασμών. Πριν από την ανακοίνωση αυτής της κατάργησης, και οι δύο εταιρείες είχαν ήδη ξεκινήσει να επενδύουν σε νέες στρατηγικές προκειμένου να διαφοροποιήσουν τις εφοδιαστικές τους αλυσίδες και να ενισχύσουν την παρουσία τους στην αμερικανική αγορά. Η Temu, για παράδειγμα, προχωρά σε μαζικές παραγγελίες και συνεργασίες με τοπικούς προμηθευτές στις ΗΠΑ, προκειμένου να περιορίσει τα έξοδα αποστολής και να μειώσει τις επιπτώσεις από την επιβολή δασμών. Αντίστοιχα, η Shein επενδύει σε αποθήκες και κέντρα διανομής στις ΗΠΑ για να μειώσει τους χρόνους παράδοσης και να βελτιώσει την εμπειρία του πελάτη.
Αν και οι δύο εταιρείες αναγνωρίζουν τη σημασία της επένδυσης στις τοπικές εφοδιαστικές αλυσίδες, η κατάργηση των δασμολογικών εξαιρέσεων θα μπορούσε να πλήξει τη στρατηγική τους για χαμηλές τιμές. Οι καταναλωτές που είναι εξοικειωμένοι με τις πολύ χαμηλές τιμές των προϊόντων τους ίσως να αντιδράσουν αρνητικά σε αυξήσεις τιμών, με αποτέλεσμα να υπάρξει κάμψη στη ζήτηση. Παράλληλα, οι αντιδράσεις από την πλευρά των καταναλωτών ενδέχεται να ενισχυθούν, αν οι δύο εταιρείες δεν καταφέρουν να βρουν αποτελεσματικούς τρόπους να αντισταθμίσουν το κόστος των νέων δασμών.
Επιπλέον, η μετάβαση σε νέες στρατηγικές δεν είναι χωρίς κινδύνους και προκλήσεις. Η Temu και η Shein είναι γνωστές για τη χρήση του μοντέλου αποστολής προϊόντων άμεσα από την Κίνα, το οποίο τους επέτρεψε να αποφύγουν τους δασμούς που σχετίζονται με την παραδοσιακή αποστολή μέσω μεγάλων ναυτιλιακών εταιρειών. Εντούτοις, οι νέοι δασμοί ενδέχεται να καταστήσουν αυτό το μοντέλο λιγότερο αποδοτικό οικονομικά. Για παράδειγμα, η Shein και η Temu ίσως αναγκαστούν να προσαρμόσουν τη στρατηγική αποστολών τους, με αυξήσεις στις τιμές μεταφοράς ή την υιοθέτηση νέων αποθηκευτικών λύσεων στις ΗΠΑ, ώστε να διατηρήσουν το μοντέλο τους.
Η αύξηση των δασμών, ωστόσο, δεν είναι μόνο θέμα κόστους. Αποτελεί, επίσης, μια στρατηγική του αμερικανικού κράτους για να ενισχύσει τους ελέγχους στα εισαγόμενα προϊόντα και να περιορίσει τη διακίνηση παράνομων αγαθών, όπως οπιοειδή και άλλα επικίνδυνα προϊόντα, τα οποία κατηγορούνται για τη συμβολή τους στην αύξηση των τοξικομανών στην Αμερική. Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ είχε υποστηρίξει ότι η κατάργηση αυτής της εξαίρεσης ήταν αναγκαία για την αντιμετώπιση της εισαγωγής παράνομων προϊόντων. Αυτό το ρυθμιστικό πλαίσιο, αν και έχει θετικές επιπτώσεις στον περιορισμό του παράνομου εμπορίου, μπορεί να προκαλέσει αλυσιδωτές αντιδράσεις σε εταιρείες, όπως η Temu και η Shein, οι οποίες βασίζονται στην ταχύτητα και την ευχέρεια στην αποστολή προϊόντων σε διεθνείς αγορές.
Οι επικείμενες αλλαγές προκαλούν αβεβαιότητα, αλλά οι δύο εταιρείες δεν παραμένουν αδρανείς. Κάνοντας τις απαραίτητες προσαρμογές, ενδέχεται να συνεχίσουν να διατηρούν τη δυναμική τους στην αγορά των ΗΠΑ. Η Shein, για παράδειγμα, εκτιμάται ότι μπορεί να επενδύσει περαιτέρω στις αποθήκες της και να ενισχύσει την τοπική παραγωγή, ενώ η Temu εξετάζει τη στρατηγική αύξησης των παραγγελιών και τη συνεργασία με νέους προμηθευτές, ώστε να μειώσει τα κόστη και να ανταγωνιστεί με άλλες μεγάλες αλυσίδες.
Η άρση της δασμολογικής εξαίρεσης αποτελεί μια πρόκληση για τις Temu και Shein, αλλά και μια ευκαιρία να προσαρμοστούν και να καινοτομήσουν. Με τις κατάλληλες στρατηγικές, μπορεί να καταφέρουν να διατηρήσουν τη θέση τους στην αμερικανική αγορά και να συνεχίσουν να ανταγωνίζονται μεγάλες εταιρείες, διατηρώντας ταυτόχρονα τις χαμηλές τιμές που τις έκαναν δημοφιλείς. Ανεξάρτητα από τις προκλήσεις, η ικανότητά τους να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες θα κρίνει την πορεία τους στο μέλλον.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.