Ο Ζαν Πολ Σαρτρ έγραφε συνηθώς στο Παρισινό Café de Flore, φυσικά στην αριστερή όχθη του Σηκουάνα, στο Σαιν-Ζερμαίν-ντε-Πρε. Εκεί κοντά, σε ένα άλλο καφέ, στο Les Deux Magots, ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ έγραφε το «Για ποιον χτυπά η καμπάνα», όταν ζούσε στο Παρίσι τη δεκαετία του 1920.
Στο Caffè San Marco, στη Τεργέστη, πάλι, ο Τζέιμς Τζόυς έγραφε σελίδες του «Οδυσσέα» του. Μα σε καφέ του Εδιμβούργου, στο «The Elephant House» η σταρ και βαθύπλουτη τώρα Τζόαν Ρόουλινγκ έγραψε το πρώτο βιβλίο της, «Ο Χάρι Πότερ και η Φιλοσοφική Λίθος», γιατί βρίσκονταν σε δύσκολη οικονομική κατάσταση και δεν είχε θέρμανση στο σπίτι της. Το σκωτσέζικο καφέ της επέτρεπε να κάθεται για ώρες, πίνοντας έναν απ τους πιο φτηνούς καφέδες, να γράφει και ταυτόχρονα να ζεσταίνεται. Μα τώρα πια, τόσο στη Σκωτία, όσο και στο υπόλοιπο Ηνωμένο Βασίλειο και στην Ιρλανδία, πληθαίνουν οι πινακίδες «απαγορεύεται ο φορητός υπολογιστής»! Η επόμενη Τζόαν Ρόουλινγκ ή ένας νέος Τζέιμς Τζόυς να καθίσουν σπίτι τους να γράψουν, όπως και οι φοιτητές, οι αρθρογράφοι, οι γραφιάδες γενικά και εκείνοι οι διανοούμενοι που συνηθίζουν με τη παρουσία τους, τις ζωηρές συζητήσεις ή την συγκέντρωση στα γραπτά να ζωντανεύουν και να κάνουν τα καφέ όλων των μεγάλων πόλεων.
Εδώ που τα λέμε, η άνοδος της τηλεργασίας έχει μετατρέψει τις καφετέριες των κεντρικών σημείων των μεγάλων πόλεων, σε προσωρινά γραφεία για εργαζόμενους, που ανοίγουν θήκες, στήνουν λάπτοπ, ετοιμάζουν καλώδια και ψάχνουν πρίζες. Παραγγέλνοντας και πίνοντας ένα καφέ, μπορούν να καθίσουν με τις ώρες, καταλαμβάνοντας το τραπέζι και να εργαστούν, εκτός χώρου εργασίας, βλέποντας άλλους ανθρώπους, ακούγοντας τη μουσική τους, παίρνοντας τον αέρα τους, με ζέστη, Wi-Fi και σύνδεση στο Internet, με εξωστρέφεια. Αυτή η διάθεση του κόσμου, σε συνδυασμό με την παραδοσιακή λειτουργεία ως χώρο επαφής και ανταλλαγής απόψεων και την ευελιξία που προσφέρουν οι σύγχρονες μορφές εργασίας, προκαλεί αντιδράσεις από ιδιοκτήτες, που επιθυμούν να διατηρήσουν τον αρχικό χαρακτήρα των χώρων τους. Καφέ δηλαδή και όχι γραφείο! Η εικόνα των μοναχικών πελατών να δουλεύουν πάνω σε φορητούς υπολογιστές, λοιπόν, έχει γίνει συνηθισμένη, τόσο, που εκεί που ακούγονταν φιλικές συνομιλίες και κυριαρχούσε μια ζωντάνια, τώρα έχει σιωπή και οθόνες.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, πολλές ανεξάρτητες καφετέριες έχουν περάσει στη δράση και όλο και πυκνώνουν οι πινακίδες: «απαγορεύεται η χρήση φορητών υπολογιστών». Για τον Ολι Γκόλντ, του Pophams Bakery στο Ίσλινγκτον και στο Χάκνεϊ στο Λονδίνο, με φήμη για φρεσκοψημένα κρουασάν του, η απόφαση να περιορίσει τους φορητούς υπολογιστές ήταν και οικονομική και πολιτιστική. Οι πελάτες που παρέμεναν για ώρες αγοράζοντας μόνο έναν φθηνό καφέ δεν συνέβαλλαν αρκετά στην επιβίωση της επιχείρησης. Επιπλέον, η παρουσία των συσκευών άλλαζε την ατμόσφαιρα, μετατρέποντας το χώρο σε ένα απρόσωπο γραφείο. Παρόμοιες ανησυχίες εξέφρασε στη Gurdina και ο Chris Chaplin, ιδιοκτήτης του Milk and Bean στο μεσαιωνικού χαρακτήρα Νιούμπερι στο Μπερκσάιρ. Φτιάχνοντας την επιχείρηση των ονείρων του, ήθελε να έχει ζεστασιά και φιλικότητα ο χώρος, που δημιούργησε με υψηλά αισθητικά κριτήρια. Αντί γι’ αυτό το καφέ του κατακλύζεται από βλοσυρούς εργαζόμενους, που σιωπηλοί πιάνουν από ένα τραπέζι ο καθένας με τις ώρες. Τελικά επέλεξε να επιβάλει περιορισμό στη χρήση φορητών υπολογιστών σε μία ώρα την ημέρα και πλήρη απαγόρευση τα Σαββατοκύριακα.
Οι μεγάλες αλυσίδες, όμως σε Ηνωμένο Βασίλειο και Ιρλανδία, όπως τα Costa Cafe, η Caffè Nero και Starbucks, επωφελούνται απ τη μεγάλη έκταση των καταστημάτων τους, καθώς και το ότι βρίσκονται παντού, δεν επιβάλλουν περιορισμούς και έχουν και ειδικούς διαμορφωμένους χώρους, με μικρά τραπέζια και πρίζες για τους υπολογιστές. Η Starbucks στις ΗΠΑ και τον Καναδά, όμως, έχει εφαρμόσει τη πολιτική της απαγόρευσης στους πελάτες να χρησιμοποιούν τις εγκαταστάσεις χωρίς να κάνουν αγορές.
Από την άλλη πλευρά, εταιρείες όπως η Black Sheep Coffee, που αν και ξεκίνησε μόλις το 2013 στο Λονδίνο, έχει περισσότερα από 70 καταστήματα παγκοσμίως, φημίζεται για τον ειδικό καφέ του και το rebel μάρκετινγκ σε Costa – Starbucks, επιλέγουν να διατηρήσουν μια ανοιχτή σε όλους πολιτική. «Ο τρόπος με τον οποίο οι πελάτες θέλουν να περνούν το χρόνο τους, ενώ πίνουν είναι δική τους υπόθεση» λένε οι επικεφαλής της αλυσίδας καφέ, «εμείς στα Black Sheep του καλωσορίζουμε όλους, με ή χωρίς φορητό υπολογιστή: φοιτητές και ηλικιωμένους, νέους επαγγελματίες και γονείς που κάνουν την βόλτα τους, έξω απ’ το σπίτι. Είτε έρχεστε μόνοι σας, με συνοδό ή με ολόκληρη την οικογένειά σας, είτε έρχεστε για να διαβάσετε ένα βιβλίο, είτε για να ένα ραντεβού, εμείς, είμαστε εδώ για να σας εξυπηρετήσουμε και να σας κάνουμε να νιώσετε ευπρόσδεκτοι».
Πάντως, απ’ το «απαγορεύεται ο φορητός υπολογιστής» κολλημένο στα τζάμια και διπλά ένα κατάστημα με φιλοσοφία «ελάτε και περάστε ωραία όπως επιθυμείτε», ακόμη και υπολογιστή να μη θες να χρησιμοποιήσεις, πιο δελεαστικό θα φανεί το δεύτερο σε όλους.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.