Με επιλογή για καριέρα ή επειδή πρέπει να επιβιώσουν σε άγριες οικονομικές εποχές οι γυναίκες χρειάζεται να προσπαθήσουν πιο πολύ, να μορφωθούν και να καλλιεργήσουν δεξιότητες περισσότερο από τους άνδρες, να αμειφθούν λιγότερο και τελικά να εξελιχθούν καταβάλλοντας τουλάχιστον την διπλάσια προσπάθεια. Και;
Μετά απ όλον αυτόν κοπιαστικό αγώνα, στην εξελιγμένη και υψηλής πολιτισμικής διαβίωσης Ευρωπαϊκή Ένωση, οι γυναίκες, τελικά καταφέρνουν να βρεθούν σε διευθυντικές, κορυφαίες θέσεις; Σύμφωνα με την Eurostat… όχι! Τα ποσοστά γυναικών σε διευθυντικές θέσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση παρουσιάζουν, μεν, σταθερή αύξηση τα τελευταία χρόνια, αλλά η πρόοδος παραμένει αργή και η ισορροπία μεταξύ των φύλων μοιάζει πολύ μακρινή ακόμα. Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, περίπου 3,7 εκατομμύρια γυναίκες κατέχουν, σήμερα, διευθυντικές θέσεις στην ΕΕ, έναντι 3,1 εκατομμυρίων το 2014. Αυτή η αύξηση αντιστοιχεί σε μια μεταβολή από 31,8% σε 34,8% σε μια ολόκληρη δεκαετία και παρόλο που οι γυναίκες αποτελούν το 46,4% του εργατικού δυναμικού! Δε το λέμε και πρόοδο, αυτό!
Οι χώρες με τις υψηλότερες αναλογίες γυναικών σε ηγετικές θέσεις είναι η Σουηδία με 43,7%, η Λετονία με 42,9% και η Πολωνία με 42,3%. Οι συγκεκριμένες χώρες, εφαρμόζουν ενεργές πολιτικές για την ισότητα, όπως μακροχρόνιες άδειες γονέων, ή υποχρεωτικές ποσοστώσεις στις εργασίες και ενώ ούτε εκεί, είναι βέβαια ρόδα σπαρμένα κάτω από τους επαγγελματικούς γυναικείους δρόμους, έχουν, παρ όλα αυτά προοδευτικότερες άλλων, κοινωνικές νοοτροπίες, που ευνοούν τη γυναικεία απασχόληση.
Στο αντίθετο άκρο βρίσκονται το Λουξεμβούργο με 22,2%, η Κροατία με 23,8% και η Τσεχία με 27,4%. Στο πιο πλούσιο Ευρωπαϊκό κράτος, το Λουξεμβούργο, η έντονη εστίαση στον τομέα των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, έναν παραδοσιακά ανδροκρατούμενο κλάδο, σε συνδυασμό με την έλλειψη ισχυρών μέτρων για την ενίσχυση της ισότητας, συμβάλλει στο να μην εξελίσσονται πολλές γυναίκες στις εταιρικές ιεραρχίες. Η Κροατία και η Τσεχία, αντιμετωπίζουν βαθύτερες κοινωνικές και πολιτισμικές προκαταλήψεις σχετικά με τους ρόλους των φύλων, με τις γυναίκες να συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν εμπόδια στην επαγγελματική ανέλιξη. Παρόλο που όλες αυτές οι χώρες έχουν κάνει βήματα προς την κατεύθυνση της ισότητας, η έλλειψη πιο δραστικών πολιτικών όπως υποχρεωτικές ποσοστώσεις γυναικών σε διοικητικά συμβούλια ή καλύτερα συστήματα υποστήριξης για την εργαζόμενη μητέρα, όπως φαίνεται από τα στοιχεία της Eurostat, διαιωνίζουν την ανισότητα. Αλλά και οι επιχειρηματικές κουλτούρες σε αυτές τις χώρες είναι αποθαρρυντικές για τις γυναίκες, με τους άνδρες ανώτερα στελέχη να μην ευνοούν, παρά σπάνια, την ένταξη γυναικών στις ανώτατες θέσεις.
Η Κύπρος, η Μάλτα και η Σουηδία έχουν καταγράψει τις σημαντικότερες αυξήσεις από το 2014, με προσαυξήσεις αντίστοιχα στο 10,5, στο 8,3 και στο 6,5 ποσοστιαίων μονάδων, εξαιτίας των ισχυρών πολιτικών ισότητας φύλων, ευνοϊκών εργασιακών μέτρων και πολιτισμικής προόδου στην ένταξη των γυναικών στην αγορά εργασίας. Στον αντίποδα βρίσκονται η Ουγγαρία και η Σλοβενία, που παρουσίασαν μείωση 2,6 ποσοστιαίων μονάδων και η Λιθουανία μείωση 1,7 μονάδων. Και στα τρία αυτά κράτη, η έλλειψη αποτελεσματικών πολιτικών ισότητας φύλων, η επιρροή παραδοσιακών κοινωνικών προτύπων που εμποδίζουν την ανέλιξη των γυναικών και οι οικονομικές ανισορροπίες περιορίζουν τις ευκαιρίες της ανέλιξης των γυναικών σε ανώτερες θέσεις, ενώ η έλλειψη υποδομών για την εξισορρόπηση επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής, αναγκάζει τις γυναίκες σε αποχώρηση γυναικών από την αγορά εργασίας.
Με αριθμούς, η Γαλλία ξεχωρίζει, έχοντας 785.600 γυναίκες σε διευθυντικές θέσεις, ακολουθούμενη από τη Γερμανία με 528.000 και την Πολωνία με 507.500. Στην Ελλάδα, ο αριθμός των γυναικών διευθυντών αυξήθηκε από 32.000 το 2021 σε 39.000 το 2023, αλλά εξακολουθεί να είναι πολύ πίσω από άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Χώρες όπως η Γερμανία και η Γαλλία έχουν δείξει ότι μέτρα όπως οι υποχρεωτικές ποσοστώσεις σε διοικητικά συμβούλια μπορούν να φέρουν αξιοσημείωτα αποτελέσματα. Ωστόσο, η διαφορά μεταξύ των φύλων στις ηγετικές θέσεις εξακολουθεί να είναι σημαντική και η πορεία προς την πλήρη ισότητα απαιτεί συνεχείς και συντονισμένες προσπάθειες. Επιστήμονες και γυναικείες οργανώσεις ορίζουν πολλούς παράγοντες που ευθύνονται για την διαιώνιση αυτής της διαρκής ανισότητας. Ο Δρ. Λάρς Τούρνμπεργκ από το Πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης επισημαίνει ότι «οι γυναίκες σε θέσεις διευθυντικές ή εξουσίας συχνά αντιμετωπίζουν κοινωνική αντίσταση, όταν εκδηλώνουν τα ίδια χαρακτηριστικά ηγεσίας που επαινούνται στους άνδρες, σε ένα φαινόμενο γνωστό ως likeability penalty».
Η Δρ. Μαρία Χάνσεν από το Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης βάζει σε μια μόλις φράση μια καθολική αλήθεια. «Ακόμα και όταν οι γυναίκες φτάνουν σε ανώτερες θέσεις» λέει «συχνά τοποθετούνται στα κρίσιμα πόστα με αυξημένο κίνδυνο αποτυχίας, γεγονός που ενισχύει τα στερεότυπα».
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.