Η Αθήνα αποτελεί ελκυστικό τουριστικό προορισμό σε παγκόσμια κλίμακα κι αυτό αποτυπώνεται από την άνοδο του αριθμού των τουριστών που την επισκέπτονται τα τελευταία χρόνια.
Σε αυτό συμβάλει, διαχρονικά, η ιστορία της και τα αξιοθέατα που προσελκύουν τουρίστες από πολλές περιοχές του κόσμου. Μέχρι σήμερα εκδηλώνεται μεγάλο ενδιαφέρον από Αμερικανούς τουρίστες, από Ισραηλινούς, αλλά και Γάλλους, ενώ όλο και πιο συχνά συναντά κανείς πολυάριθμα γκρουπ Κινέζων. Επίσης, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται αύξηση τουριστών από τις Αραβικές χώρες, οι οποίοι την επιλέγουν και για τις υψηλού επιπέδου παρεχόμενες τουριστικές υπηρεσίες.
Σταθερή επιλογή παραμένει για πολίτες της Γερμανίας, του Ηνωμένου Βασιλείου και της γειτονικής Ιταλίας, των Βαλκανικών χωρών και της Σκανδιναβίας.
Η αύξηση αυτή οφείλεται σε αρκετούς λόγους, όπως είναι η άνοδος του συνεδριακού τουρισμού και των εκθέσεων που πραγματοποιούνται στην πόλη, το γεγονός ότι ακόμη παραμένει από τις πιο οικονομικές επιλογές συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, αλλά και της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών και καταλυμάτων.
Τα παραπάνω οδηγούν όλο και περισσότερους επενδυτές να την επιλέγουν για ξενοδοχειακές επενδύσεις. Αυτό αποτυπώνεται στην αύξηση αξίας ξενοδοχειακών μονάδων για το 2024, και για τρίτη συνεχομένη χρονιά, με την αύξηση να φτάνει το 11,8% αποτελώντας την υψηλότερη τιμή της τετραετίας. Επίσης, η αύξηση των εσόδων ανά διαθέσιμο δωμάτιο (RevPAR) ενισχύουν το επενδυτικό ενδιαφέρον, αλλά και οι επενδύσεις σε νέες και πολυτελείς υποδομές προσελκύουν τουρίστες υψηλού επιπέδου και επιχειρηματίες.
Μετά την δύσκολη περίοδο της πανδημίας και της ανισορροπίας που έφερε στον κλάδο, η κατάσταση έχει ομαλοποιηθεί, με την τουριστική κίνηση να αυξάνεται τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη.
Η αξία των ξενοδοχείων αυξήθηκε κατά 2% το 2024 σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με την Ανατολική Ευρώπη να παραμένει σε χαμηλότερα επίπεδα συγκριτικά, την Γερμανία να παρουσιάζει μικρή άνοδο και πρωτεύουσες όπως η Μαδρίτη, το Εδιμβούργο και η Λισαβόνα να εμφανίζουν αύξηση πάνω από 6 – 7%. Αποτέλεσμα ήταν η αύξηση της επενδυτικής δραστηριότητας στην Ευρώπη κατά 67% για το 2024 και οι συναλλαγές να φτάσουν τα 17,8 δις ευρώ.
Κύριοι αγοραστές εμφανίζονται τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια (funds) με επενδύσεις της τάξης των 5,3 δις ευρώ με την παρουσία τους έχει ενισχυθεί τα τελευταία χρόνια, καθώς προσφέρουν σημαντική ρευστότητα, βοηθώντας στην αναδιάρθρωση και αναβάθμιση του ξενοδοχειακού τομέα. Σημαντική ήταν και η παρουσία των βορειοαμερικανικών funds, που αντιπροσώπευαν το 25% των εξαγορών το 2024, επισημαίνοντας τη διεθνή διάσταση των επενδύσεων στην ευρωπαϊκή ξενοδοχειακή αγορά.
Εκτιμήσεις για το 2025 και σε βάθος τετραετίας για την ξενοδοχειακή αγορά στην Ευρώπη
Σύμφωνα με διεθνείς εκτιμήσεις, με ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 2,84%, η αύξηση εσόδων στην αγορά των ξενοδοχείων στην Ευρώπη αναμένεται να φτάσει τα 131,72 δις δολάρια μέχρι το 2029.
Οι επικρατέστερες τάσεις είναι δύο. Από την μία χώρες όπως η Γαλλία, η Ισπανία και η Ιταλία εμφανίζουν μία αυξητική τάση στις επιλογές των τουριστών πολυτελών και υψηλής ποιότητας ξενοδοχείων, τα οποία προσελκύουν εύπορους ταξιδιώτες που επιθυμούν μια πολυτελή εμπειρία και από την άλλη χώρες όπως η Πολωνία και η Ουγγαρία να προσελκύουν όλο και περισσότερους ταξιδιώτες που υπολογίζουν το κόστος και επιλέγουν ξενοδοχεία μεσαίας τάξης ή οικονομικά.
Το διαδίκτυο αναμένεται να παίξει εξέχων ρόλο μέχρι το 2029, καθώς οι διαδικτυακές κρατήσεις εκτιμάται ότι θα αποφέρουν το 83% των συνολικών εσόδων στην ξενοδοχειακή αγορά.
Η αύξηση των τουριστών για το 2025 υπολογίζεται στο 35,6%, ενώ για το 2029 εκτιμάται ότι θα φτάσει το 40%, δηλαδή 336,83 εκατομμύρια τουρίστες.
Βέβαια, σε όλες αυτές τις εκτιμήσεις θα πρέπει να υπολογιστούν και οι νέες πολιτικές του Αμερικανού Προέδρου Ντόναλντ Τράμπ, που ανατρέπουν την παγκόσμια οικονομική ισορροπία και δημιουργούν ανασφάλεια στην αγορά.
Η επιβολή δασμών στην Ευρώπη, αναμένεται να αυξήσει το κόστος στις ξενοδοχειακές προμήθειες σε κατασκευαστικό επίπεδο, αλλά και στα ξενοδοχεία που εξαρτώνται από προϊόντα και υλικά που προέρχονται από τις ΗΠΑ, οδηγώντας σε αύξηση των τιμών και τον περιορισμό των κερδών τους. Αυτό θα επηρεάσει πιθανά τους τουρίστες που ψάχνουν οικονομικά συμφέρουσες διαμονές, καθώς η αύξηση των τιμών μπορεί να καταστήσει κάποιους προορισμούς δυσπρόσιτους.
Επίσης, η αβεβαιότητα που έχει δημιουργηθεί λόγω των πολιτικών εντάσεων μεταξύ ΗΠΑ και Ευρώπης, μπορεί να επηρεάσει την επενδυτική εμπιστοσύνη στην Ευρώπη. Η πολιτική αστάθεια οδηγεί τις αγορές και τους επενδυτές στο να είναι πιο διστακτικοί στο να αναλάβουν νέα ρίσκα και να δημιουργήσουν επιπρόσθετες καθυστερήσεις σε επενδύσεις ξενοδοχειακών ακινήτων.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.