Ήταν μια εκδήλωση της Ένωσης Ανωτάτων Στελεχών Ελλάδος (ΕΑΣΕ), όταν ο πρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών, ή ΣΕΒ, Σπύρος Θεοδωρόπουλος, έθεσε την ανάγκη για αύξηση των μισθών στην Ελλάδα. Πολλοί σεβαστοί και διακεκριμένοι πήραν το λόγο και τοποθετήθηκαν. Ανάμεσα τους, ακούστηκε και η θέση της πολιτείας. Μας έμειναν πολλά απ΄τα όσα ακούστηκαν, αλλά πιο πολύ, μας σημάδεψε αυτό που μας δένει με τους μισθούς της Ουγκάντας.
Ο πρόεδρος του ΣΕΒ, Σπύρος Θεοδωρόπουλος ηγείται του ομίλου τροφίμων Bespoke SGA Holdings AE, που περιλαμβάνει εταιρείες όπως η ΙΟΝ και η Νίκας, ενώ έχει διατελέσει πρόεδρος της Ένωσης Εισηγμένων Εταιρειών, αντιπρόεδρος της ΕΧΑΕ και μέλος των διοικητικών συμβουλίων της Εθνικής Τράπεζας και της ΔΕΗ. Η γνώμη του λοιπόν για την ελληνική οικονομική πραγματικότητα είναι πάντα αξιοπρόσεκτη. Να, που όμως, αποφάσισε να μιλήσει για την κατάσταση των μισθών των Ελλήνων εργαζομένων. Ο εξέχων επιχειρηματίας αναγνώρισε ότι οι αποδοχές των εργαζομένων έχουν μείνει πίσω, υπογραμμίζοντας τη σημασία της κοινωνικής συνοχής και της ευημερίας των πολιτών, ως εργαζομένων και καταναλωτών. Επεσήμανε, βέβαια, ότι οι αυξήσεις πρέπει να γίνουν με προσοχή, αποφεύγοντας ακρότητες. Τόνισε δε, την ανισορροπία μεταξύ της αύξησης του κατώτατου μισθού και της στασιμότητας του μέσου μισθού, υποστηρίζοντας την ανάγκη για συλλογικές συμβάσεις εργασίας ως μέσο διασφάλισης δίκαιων αμοιβών.
Ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος, ανάμεσα στα όσα είπα έκανε αναφορά στο ότι η Ελλάδα δεν συντάχθηκε και δεν υπέγραψε, το Άρθρου 6 του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας ή ΔΟΕ, που αφορά στη διαιτησία στις εργασιακές διαφορές. Η Ελλάδα δεν έχει επικυρώσει τη συγκεκριμένη σύμβαση, πράγμα που σημαίνει ότι, σε περίπτωση διαφωνίας κατά τη διαδικασία συλλογικών διαπραγματεύσεων, η μονομερής προσφυγή στη διαιτησία μπορεί να οδηγήσει σε ακραίες διαπραγματευτικές θέσεις και εντάσεις μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων. Ο κ. Θεοδωρόπουλος φαίνεται να συντάσσεται με εκείνους που πιστεύουν πως η επικύρωση του Άρθρου 6, θα μπορούσε να συμβάλει στη δημιουργία ενός πιο ισορροπημένου και δίκαιου πλαισίου για τη διευθέτηση εργασιακών διαφορών, προωθώντας τη συνεργασία και την κατανόηση. Μάλιστα ο διακεκριμένος επιχειρηματίας τόνισε πως, εκτός από την Ελλάδα, μόνο χώρες όπως η Ουγκάντα δεν έχουν υπογράψει το συγκεκριμένο άρθρο και πως όλη αυτή η κατάσταση λειτουργεί σε βάρος των εργαζομένων, ενώ ζήτησε την αναθεώρηση του θεσμικού πλαισίου για την επίτευξη ουσιαστικών αλλαγών.
Ο πρόεδρος του ΣΕΒ έκφρασε τη θέση του, πως οι αναπτυξιακοί νόμοι δεν πρέπει να συνδέονται αποκλειστικά και μόνο, με γνώμονα τη δημιουργία θέσεων εργασίας, αλλά να αξιολογούνται βάσει της επίδρασής τους στην ίδια την παραγωγικότητα. Επεσήμανε, ακόμα, ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην εύρεση κατάλληλου προσωπικού, γεγονός που επηρεάζει την ανταγωνιστικότητά τους. Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος τονίζει την ανάγκη για αύξηση των μισθών, εκσυγχρονισμό του θεσμικού πλαισίου για τις εργασιακές σχέσεις, ενώ επανειλημμένα έχει κάνει λόγο για την έλλειψη εργατικού δυναμικού στη χώρας. Πολλές φορές στο παρελθόν έχει εκτιμήσει πως τρεις παράγοντες ευθύνονται για το κενό των κατάλληλων ανθρώπων στις ελληνικές επιχειρήσεις. Θεωρεί πως το brain drain, με χιλιάδες νέους, εξειδικευμένους επαγγελματίες να έχουν μεταναστεύσει στο εξωτερικό αναζητώντας καλύτερες συνθήκες εργασίας και υψηλότερες αμοιβές, η αναντιστοιχία δεξιοτήτων, που οφείλεται σε παρωχημένα εκπαιδευτικά προγράμματα και ελλιπή διασύνδεση πανεπιστημίων και αγοράς εργασίας και η χαμηλή ανταγωνιστικότητα των μισθών ενισχύουν την τάση μετανάστευσης. Η ακόμα χειρότερα, θεωρείται μάταιη η προσπάθεια για την ένταξη στις εργασιακές σχέσεις, με ό,τι αυτό συνεπάγεται κοινωνικά.
Από πλευράς πολιτείας, η ανταπάντηση στις θέσεις του κ. Θεοδωρόπουλου, αφορούσε στο ότι η παραγωγικότητα σχετίζεται άμεσα με το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν και τις ώρες εργασίας και πως οι επιχειρήσεις, πρέπει από μόνες τους, να εξετάσουν το ενδεχόμενο αύξησης των αποδοχών των εργαζομένων τους. Αναφέρθηκε ακόμα ότι έχουν ληφθεί μέτρα για την ανακοπή του brain drain, προσφέροντας κίνητρα και εισάγοντας την ψηφιακή κάρτα εργασίας, η οποία συμβάλλει στη διαφάνεια και την προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων. Υπολογίζεται πως περισσότεροι από 500.000 κυρίως νέοι και μορφωμένοι Έλληνες, έφυγαν από τη χώρα μεταξύ 2010-2020 και πολλοί απ αυτούς, διαπρέπουν, πια, σε μεγάλες εταιρείες και πανεπιστήμια του εξωτερικού, που η ψηφιακή κάρτα ίσως, δεν τους αρκετή για να επιστρέψουν στην χώρα, παρά μόνο αν είναι κάνουν διακοπές τον Αύγουστο.
Από την πλευρά του Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών θεωρήθηκε πως ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα δεν είναι χαμηλός και πως το ποσοστό των εργαζομένων που αμείβονται με αυτόν είναι ιδιαίτερα υψηλό, με αποτέλεσμα τη δυσκολία αποταμίευσης και την περιορισμένη κατανάλωση. Είναι και για το ΙΟΒΕ αποδεκτό και φανερό πως ο μέσος μισθός παραμένει χαμηλός και λίγοι εργαζόμενοι λαμβάνουν ικανοποιητικές αποδοχές, γεγονός που επηρεάζει την μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της οικονομίας. Ακόμη, ο φόρος εισοδήματος παραμένει υψηλός λόγω του πληθωρισμού, μειώνοντας την πραγματική αξία των εισοδημάτων. Είναι, ακόμη ανάγκη η αναβάθμιση των δεξιοτήτων των εργαζομένων, καθώς πολλοί παραμένουν εγκλωβισμένοι σε παρωχημένα εκπαιδευτικά πρότυπα, λαμβάνοντας χαμηλές αποδοχές. Από την Ένωση Ανωτάτων Στελεχών Επιχειρήσεων τονίστηκε η σημασία της δημιουργίας ενός καλύτερου εργασιακού περιβάλλοντος, με το σκεπτικό πως οι ευχαριστημένοι εργαζόμενοι είναι οι πιο παραγωγικοί. Έγινε λόγος για την προώθηση της αξιοκρατίας, της διαφάνειας και της επένδυσης στην εκπαίδευση, ώστε οι εργαζόμενοι να αισθάνονται ότι συμβάλλουν ουσιαστικά στην ανάπτυξη της επιχείρησης.
Με λίγα λόγια, όλοι συμφωνούν πως είναι ανάγκη να αυξηθούν οι μισθοί στην Ελλάδα, για να βελτιωθεί τόσο η κοινωνική συνοχή της χώρας και το βιοτικό επίπεδο, όσο και η παραγωγικότητα. Μένει να το δούμε και στην πράξη.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.