18 Φεβ 2025
READING

Κοσμήματα: Μία «απρόσμενη» παραγωγική δύναμη για την Ελλάδα

4 MIN READ

Κοσμήματα: Μία «απρόσμενη» παραγωγική δύναμη για την Ελλάδα

Κοσμήματα: Μία «απρόσμενη» παραγωγική δύναμη για την Ελλάδα

Κατά τον τίτλο μίας εκ των ταινιών της σειράς Τζέιμς Μποντ, πράκτορ 007 «τα διαμάντια είναι παντοτινά». Τα κοσμήματα φαίνεται ότι έχουν ευρύτερα τη δική τους ξεχωριστή αξία, κάτι που αποτυπώνεται και στην ελληνική αγορά. Η Ελλάδα κάτέχει μία αξιοπρόσεκτη θέση στην κατάταξη των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την μεγαλύτερη παραγωγή κοσμημάτων σε αξία για το 2023.

Η χώρα μας σύμφωνα με στοιχεία της ευρωπαϊκής στατιστικής Αρχής (Eurostat) βρίσκεται στην πέμπτη θέση των χωρών – μελών με την μεγαλύτερη παραγωγή κοσμημάτων σε αξία. Την πρώτη θέση καταλαμβάνει η Ιταλία με 1,55 δισεκατομμύρια ευρώ και μερίδιο 36%, τη δεύτερη θέση η Γαλλία με 1,44 δισεκατομμύρια ευρώ και μερίδιο 33, την τρίτη η Γερμανία με 444 εκατομμύρια ευρώ και μερίδιο 10% και την πέμπτη η Ελλάδα με μερίδιο 1%. Σε σύγκριση με το 2022, οι μεγαλύτερες σχετικές αυξήσεις στην αξία παραγωγής κοσμημάτων αναφέρθηκαν στην Κροατία (+26%), στην Τσεχία (+25%) και στην Ιρλανδία (+20%). Αντίθετα, οι μεγαλύτερες μειώσεις καταγράφηκαν στη Λιθουανία (-36%), τη Λετονία (16%) και την Ιταλία (-8%).

Μπορεί το μερίδιο της Ελλάδας να είναι μικρό, ωστόσο δεν παύει να αποτελεί σημαντικό επίτευγμα για μία χώρα με τον μικρότερο πληθυσμό σε σχέση με τις τέσσερις πρώτες που προηγούνται τις χώρας μας στην κατάταξη της Eurostat. Ποσοστό που εάν κανείς αναλογιστεί την ανοδική πορεία που έχει η ελληνική οικονομία το τελευταίο χρονικό διάστημα σε συνδυασμό με την ανοδική πορεία του τουρισμού, θα μπορούσε να κινηθεί ανοδικά τα επόμενα χρόνια, αποτελώντας μία «απρόσμενη» παραγωγική δύναμη για την εγχώρια οικονομική δραστηριότητα.

Σημειώνεται ότι η συνολική αξία παραγωγής κοσμημάτων το 2023 στα κράτη – μέλη σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat ανέρχεται στα 4,36 δισεκατομμύρια ευρώ.

Ο ειδικός φόρος στα είδη πολυτελείας και ο ρόλος του στην κατανάλωση

Πρόσφατη μελέτη του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος (ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ) έδειξε ότι η κατάργηση του ειδικού φόρου πολυτελείας σε κοσμήματα και ρολόγια θα μπορούσε να ευνοήσει θετικά τη ζήτηση. Οι περισσότερες μονάδες βρίσκονται στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, με τον κλάδο να βασίζεται σε μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις και εξειδικευμένους τεχνίτες. Παρά τις δυσκολίες, όπως η έντονη διεθνής ανταγωνιστικότητα και η άνοδος της τιμής του χρυσού, η ελληνική αργυροχρυσοχοΐα άντεξε στην κρίση, κυρίως λόγω της σύνδεσης με τον τουρισμό και τις εξαγωγές.

Η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε καλύτερη θέση από αυτήν που βρισκόταν το 2010, οπότε και επιβλήθηκε ο υπό εξέταση ειδικός φόρος πολυτελείας. Λόγω του ότι οι καταναλωτές και οι καταναλώτριες έχουν μεγαλύτερη αγοραστική δύναμη σε σχέση με δεκαπέντε χρόνια πριν -έστω κι αν αυτή συρρικνώνεται από την κρίση ακρίβειας- ο φόρος επηρεάζει δυνητικά μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού, το οποίο είναι σε θέση πλέον να προβεί σε τέτοιου είδους αγορές και πιθανά αποθαρρύνεται λόγω του φόρου. Ένας φόρος πολυτελείας οφείλει εξ ορισμού να μην πλήττει τα χαμηλά και μεσαία εισοδήματα σύμφωνα με το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, ωστόσο ενδέχεται να τα επηρεάζει αρνητικά, καθώς τα χρυσά κοσμήματα είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με πολιτιστικές και θρησκευτικές εκφάνσεις της ζωής στην Ελλάδα, καθιστώντας απαραίτητη την αγορά τους σε περιπτώσεις οι οποίες δεν χαρακτηρίζονται κατ’ ανάγκην από πολυτέλεια.

Αύξηση τζίρου στην εγχώρια αγορά – Επιστροφή στα δαχτυλίδια με πολύτιμους λίθους

Το 2023 στην Ελλάδα σημειώθηκε αύξηση πωλήσεων κατά 10% έναντι του 2022 στα προϊόντα αργυροχρυσοχοΐας, σύμφωνα με την Πανελλήνια Ομοσπονδία Βιοτεχνών Αργυροχρυσοχόων Κοσμηματοπωλών Ωρολογοπωλών. Το 2022 ήταν μια θετική χρονιά για τον κλάδο, ενώ οι τζίροι των καταστημάτων του κλάδου καταγράφουν μεσοσταθμικά άνοδο που μεταφράζεται σε ποσοστό 15%. Αντίστοιχο ποσοστό ανόδου καταγράφεται και στην αγορά του ρολογιού, που αποτελεί ένα από τα πλέον δυναμικά κομμάτια της αγοραστικής πίτας του κλάδου. Αναφορικά με τις επιλογές των καταναλωτών, αυτές παραμένουν σταθερές, με τις βέρες, τα δαχτυλίδια και δη τα μονόπετρα, τα βαφτιστικά αντικείμενα (σταυρουδάκια κλπ), αλλά και τα προσκυνηματικού χαρακτήρα είδη (εικόνες) να κρατούν τα σκήπτρα των πωλήσεων. Σημαντική ζήτηση καταγράφεται τα τελευταία χρόνια – τάση που επανεμφανίστηκε μετά από αποχή ετών – για τα δαχτυλίδια που κοσμούνται από πολύτιμους λίθους.

Το 48% των παραγωγικών επιχειρήσεων δραστηριοποιούνται στην Αττική, το 20% στη Βόρεια Ελλάδα, το 17% στην Ήπειρο και Κεντρική Ελλάδα, το 9% στην Κρήτη και ένα µικρό ποσοστό 6% στην υπόλοιπη χώρα. Οι επιχειρήσεις του κλάδου είναι σε πολύ µεγάλο ποσοστό τους (90%) πολύ µικρές επιχειρήσεις µε ένα έως δέκα άτοµα προσωπικό, το 7% απασχολεί 11-20 άτομα και µόνο το 3% απασχολεί 20 έως 50 άτοµα.

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.