Ένας από τους κυρίαρχους παίκτες στον τομέα της αστικής μετακίνησης στην Ευρώπη ξεκίνησε επίσημα τη δραστηριότητά της στην Ελλάδα. Η Bolt, σε συνεργασία με τους οδηγούς ταξί, στοχεύει να αναβαθμίσει τις υπηρεσίες μεταφοράς στην Αθήνα τόσο για τους κατοίκους, όσο και για τους επισκέπτες της πόλης.
Η λογική που θα ακολουθήσει η Bolt για τις προσφερόμενες υπηρεσίες στην πρωτεύουσα θα είναι παρόμοια με αυτήν που ακολουθεί εδώ και χρόνια σε άλλες μεγάλες πόλεις της Ευρώπης. Προσφέροντας μία πλατφόρμα για επιλογή αστικής μεταφοράς, ο χρήστης θα έχει τη δυνατότητα να καλεί άμεσα το ταξί του, έχοντας πληροφορίες για το όχημα, τον οδηγό, το ποσό πληρωμής, αλλά και τους διαθέσιμους τρόπους συναλλαγής. Ένα τέτοιο σύγχρονο σύστημα αστικών μετακινήσεων εξασφαλίζει την προσβασιμότητα σε όλους, τη μεγαλύτερη ασφάλεια για οδηγούς και επιβάτες, βελτιώνοντας παράλληλα σε μεγάλο βαθμό την εμπειρία και την καθημερινότητα όλων των εμπλεκόμενων πλευρών.
Πιο αναλυτικά, οι επιβάτες μπορούν να κλείσουν εύκολα και γρήγορα τη διαδρομή τους μέσω της εφαρμογής Bolt, η οποία είναι διαθέσιμη για iOS και Android συσκευές. Με ένα σχετικά εύχρηστο περιβάλλον, η εφαρμογή διευκολύνει τον προγραμματισμό της διαδρομής, την παρακολούθηση της άφιξης του οχήματος και την άνετη μετακίνηση, παρέχοντας την ίδια στιγμή διαφανή τιμολόγηση, στοιχείο το οποίο – ειδικά στην Αθήνα – έχει προκαλέσει πολλές φορές αντιδράσεις από το επιβατικό κοινό.
Εκτός των άλλων, η Bolt έχει δηλώσει πως στόχο έχει την ανάπτυξη βιώσιμων πρακτικών για τις πόλεις στις οποίες δραστηριοποιείται.
Συνεπώς, η έναρξη της λειτουργίας της στην Αθήνα αποτέλεσε για την εταιρεία ένα σημαντικό βήμα, όπως ανέφερε, προς την υλοποίηση του οράματός της, το οποίο είναι μια πόλη με λιγότερα αυτοκίνητα και περισσότερες επιλογές βιώσιμης αστικής μετακίνησης.
Ο Ανταγωνισμός στον Κλάδο
Έτσι η Bolt έρχεται να προστεθεί στις ήδη υπάρχουσες πλατφόρμες ταξί που λειτουργούν στην Αθήνα, FreeNow και Uber, αυξάνοντας τον ανταγωνισμό και πιθανώς αλλάζοντας το τοπίο της αγοράς επιβατικών μεταφορών με ταξί. Μίας αγοράς εξόχως ελκυστικής, καθώς βάσει στοιχείων από την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), το μέγεθός της αγγίζει τα 4 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως, εκ των οποίων τα 800 εκατομμύρια – δηλαδή το 20% της αξίας της αγοράς – προέρχεται από τις ψηφιακές πλατφόρμες. Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, ο κλάδος αναμένεται να αναπτυχθεί περαιτέρω τα επόμενα χρόνια με το ψηφιακό κομμάτι να συνεχίζει να βρίσκεται στο επίκεντρο.
Η στρατηγική που θα ακολουθήσει η Bolt για να εδραιωθεί στην ελληνική αγορά παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς θα καθορίσει πώς θα τοποθετηθεί απέναντι στον ανταγωνισμό. Η Uber, έχοντας υιοθετήσει έναν πιο «premium» χαρακτήρα, συχνά δραστηριοποιείται με πολυτελή οχήματα και ανώτερης κατηγορίας αυτοκίνητα, στοχεύοντας σε ένα πιο εκλεκτικό πελατολόγιο. Με αυτόν τον τρόπο επιλέγει να διαφοροποιηθεί από τις παραδοσιακές υπηρεσίες ταξί, φορώντας το καπέλο του «premium» παίκτη της αγοράς. Από την άλλη, η FreeNow έχει καταφέρει να καθιερωθεί ως η πιο δημοφιλής πλατφόρμα ταξί σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις, συμπεριλαμβανομένης της Αθήνας, προσφέροντας πιο προσιτές τιμές.
Με αυτά τα δεδομένα, η Bolt φαίνεται να έχει δύο βασικές επιλογές. Αν θεωρήσουμε ότι η Uber έχει ήδη εδραιώσει τη θέση της στο «premium» κομμάτι της αγοράς και ότι η Αθήνα δεν διαθέτει επαρκές πληθυσμιακό μέγεθος για να υποστηρίξει δύο πλατφόρμες αυτής της κατεύθυνσης, η Bolt πιθανότατα θα κινηθεί σε πιο συμβατικές λύσεις. Έτσι, είτε θα επιχειρήσει να ανταγωνιστεί τη FreeNow με παρόμοιες τιμές, διαφοροποιούμενη μέσω βελτιωμένων υπηρεσιών – όπως ένα πιο εύχρηστο περιβάλλον εφαρμογής, ταχύτερη εξεύρεση οχήματος και καλύτερη παρακολούθηση της διαδρομής – είτε θα ακολουθήσει μια επιθετική τιμολογιακή πολιτική, μειώνοντας σημαντικά τις τιμές της για να προσελκύσει τόσο επιβάτες όσο και οδηγούς, διεκδικώντας δυναμικά μερίδιο αγοράς.
Αν λάβουμε υπόψη την έως τώρα στρατηγική της Bolt σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις, το δεύτερο σενάριο μοιάζει ιδιαίτερα πιθανό. Η εταιρεία συχνά επιλέγει να δηλώσει εμφατικά την παρουσία της και να διεκδικήσει άμεσα μερίδιο στην αγορά μέσω ανταγωνιστικών τιμών και, στη συνέχεια, να ενισχύσει τη σχέση της με το επιβατικό κοινό, προσαρμόζοντας και εξελίσσοντας τις υπηρεσίες της με βάση τα δεδομένα της αγοράς.
Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, η άφιξη ενός τρίτου μεγάλου παίκτη στον τομέα της αστικής μετακίνησης θεωρητικά θα είναι προς όφελος των επιβατών της Αθήνας. Σε οποιονδήποτε κλάδο, η αύξηση του ανταγωνισμού τις περισσότερες φορές μεταφράζεται σε βελτίωση των προσφερόμενων υπηρεσιών ή/και μείωση των τιμών. Μένει να δούμε αν αυτός ο κανόνας της οικονομίας της αγοράς θα τηρηθεί και στη συγκεκριμένη περίπτωση, ή θα παρατηρηθούν διάφορες «ανωμαλίες», το οποίο δυστυχώς στη χώρας μας δεν είναι σπάνιο φαινόμενο.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.