Κόντρα στο πληθωριστικό κύμα κινούνται τα brands των διεθνών οίκων πολυτελείας στην Ελλάδα, κερδίζοντας σταθερά έδαφος στην Αθήνα και στα δημοφιλή νησιά. Επόμενο «τσεκ» στη λίστα των luxury οίκων η απόβαση μέσω άλλου βραχίονα, όπως είναι αυτός της εστίασης, χωρίς ιδιαίτερη παρουσία στη χώρα μας.
Την προοπτική αυτή είδε κι έκοψε το νήμα η γαλλική πολυεθνική Louis Vuitton Moet Hennessy, φέρνοντας στην αθηναϊκή ριβιέρα το πρώτο
Cova Pasticceria της Ελλάδας. Το ιταλικό πολυτελές καφέ έχει κάνει το ντεμπούτο του στη μαρίνα του Αστέρα Βουλιαγμένης ήδη από τον Δεκέμβριο του 2023. Η Cova Pasticceria μετρά 200 χρόνια ιστορίας, αφού ιδρύθηκε το 1817 και ανήκει στις παλαιότερες επιχειρήσεις εστίασης στην Ιταλία. H Louis Vuitton Moet Hennessy απέκτησε το πλειοψηφικό πακέτο μετοχών της εταιρείας που ξεκίνησε από το ιστορικό κατάστημα του Μιλάνου, το 2013, ύστερα από «διαξιφισμό» με την Prada. To διεθνές ταξίδι του καφέ ξεκίνησε από την Ασία, στη συνέχεια ακολούθησε το Μονακό και η Μέση Ανατολή, με κορύφωση το Παρίσι και πλέον έχει συστηθεί στο ελληνικό κοινό.
Πρόκειται για ένα στοίχημα που δεν κατάφερε να κερδίσει η Armani στην Ελλάδα. Την προηγούμενη δεκαετία άνοιξε στην οδό Μηλιώνη στο Κολωνάκι το Emporio Armani café, που εγκαινιάστηκε παρουσία του εγχώριου jet set. Η προσπάθεια δεν μακροημέρευσε, και παρόλο που φημολογήθηκε ότι το καφέ θα ανοίξει ξανά το 2023, δεν επιχειρήθηκε να δοθεί δεύτερη ευκαιρία από τον ιταλικό οίκο, που λειτουργεί 23 εστιατόριο και καφέ παγκοσμίως, εκ των οποίων οκτώ στην Ευρώπη.
Κι αυτά δεν είναι τα μοναδικά πολυτελή brands που δραστηριοποιούνται στην εστίαση. Άγνωστα στη χώρα μας είναι τα Le Café V της Louis Vuitton, τα Gucci Osteria da Massimo Bottura του οίκου Gucci στην Ασία, τα Dior Cafe του γαλλικού οίκου σε Παρίσι και Μαϊάμι, το Bar Luce και Prada Caffè της Prada σε Ευρώπη και Ασία, καθώς και το Blue Box Cafe του αμερικανικού οίκου Tiffany.
Real estate πολυτελείας
Εκτός από την επέκταση στην εστίαση, δουλειές real estate πολυτελείας πραγματοποιούνται στην Κρήτη, χάρη στην υπογραφή της εσωτερικής διακόσμησης κατοικιών που αναπτύσσονται σε θέρετρο από διεθνή οίκο. Ο λόγος για τη τις βίλες που σχεδιάζονται και θα διατεθούν προς πώληση από τη Mirum Hellas και τον επιχειρηματία Βιτάλι Μπορίσοφ στο Elounda Hills. Πέντε από τις βίλες αυτές υπογράφει και σχεδιάζει εσωτερικά o Ralph Lauren, με την τιμή τους να ανέρχεται σε 22.000 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο, την ώρα που οι υπόλοιπες κατοικίες και διαμερίσματα θα πωληθούν προς 9.000 έως 13.000 ευρώ το τετραγωνικό. H επιφάνειά τους θα κυμαίνεται από 550 τ.μ. έως 900 τ.μ., ενώ οι πέντε βίλες θα διαθέτουν πέντε έως οκτώ υπνοδωμάτια με θέα στον κόλπο του Μιραμπέλου, ενώ ο σχεδιασμός τους θα παραπέμπει στην κρητική αρχιτεκτονική, με μεγάλα μπαλκόνια και κήπους κι επιπλέον θα περιλαμβάνουν μεγάλες ιδιωτικές πισίνες.
Ψώνια για λίγους
Πάντως, παρόλο που την τελευταία διετία χρόνια τα είδη πολυτελείας έχασαν περίπου 50 εκατομμύρια πελάτες, στην Ελλάδα η αγορά των luxury brands είναι ανθεκτική, κυρίως χάρη στον τουρισμό. Εξαίρεση σε αυτό αποτελεί η Prada, αφού σχεδόν το 50% του συνολικού της τζίρου στη χώρα μας προέρχεται από πωλήσεις σε Έλληνες και ακολουθούν Αμερικανοί, Ευρωπαίοι και Άραβες. Οι πωλήσεις της Prada στην Ελλάδα αυξήθηκαν κατά 27% στα 11,7 εκατ. ευρώ το 2023, ενώ πέρσι επεκτάθηκε στο Nammos Village στη Μύκονο. Οι πωλήσεις της Gucci, που διατηρεί τρία καταστήματα σε Αθήνα, Αστέρα Βουλιαγμένης και Μύκονο ξεπερνούν τα 22 εκατ. ευρώ, ενώ με ένα κατάστημα στη Σταδίου η Hermes έχει φτάσει τα 17,5 εκατομμύρια πωλήσεις. Πρωταθλήτρια είναι η Louis Vuitton, καταγράφοντας πωλήσεις σχεδόν 65 εκατομμυρίων. Η Chanel είχε τζίρο 27,87 εκατομμυρίων ευρώ.
Σύμφωνα με την έκθεση The future of Consumer goods: The market of luxury goods της KPMG, η Αθήνα και η Μύκονος είναι βασικοί προορισμοί αγορών, με μια σειρά διαφορετικών μοντέλων διανομής που υιοθετούν οι μάρκες.
Παγκοσμίως, η Ασία κατέχει το μεγαλύτερο μερίδιο προσωπικών ειδών πολυτελείας με 38%, ακολουθούμενη από την Αμερική με μερίδιο 32%, την Ευρώπη με 27% και τον υπόλοιπο κόσμο με 3%, ενώ εκτιμάται ότι η ετήσια ανάπτυξη έως το 2028 θα κυμαίνεται στο 3,2%
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.