08 Ιαν 2025
READING

Η κατοικία ως επενδυτικό προϊόν: Συμφέρει η περίπτωση της Αθήνας;

4 MIN READ

Η κατοικία ως επενδυτικό προϊόν: Συμφέρει η περίπτωση της Αθήνας;

Η κατοικία ως επενδυτικό προϊόν: Συμφέρει η περίπτωση της Αθήνας;

Η αγορά κατοικίας μικρής σε επιφάνεια φαίνεται να είναι η πιο συμφέρουσα επιλογή για εκείνους τους – λίγους, ακόμη – Έλληνες που ενδιαφέρονται να διαθέσουν κεφάλαια σε διαμερίσματα, ως επενδυτικά προϊόντα. Ασύμφορη είναι ακόμη και για τους ξένους επενδυτές η αγορά κατοικίας, καθώς, παρότι οι τιμές είναι χαμηλές σε σύγκριση με τις ευρωπαϊκές αγορές, το ίδιο ισχύει και για τις αποδόσεις των ακινήτων που εκμισθώνονται.

Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Global Property, η μέση καθαρή απόδοση στην Ελλάδα φτάνει το 4,73% το τέταρτο τρίμηνο του 2024, την ώρα που στη Σερβία διαμορφώνεται σε 7% , στην Ολλανδία 6,2% και στη Βρετανία το 6,7%.

Όπως φαίνεται από τα δεδομένα της ίδιας πλατφόρμας, τα ποσοστά των yields είναι αντιστρόφως ανάλογα της επιφάνειας των κατοικιών, τουλάχιστον στο κέντρο της Αθήνας.

Για παράδειγμα, στην Πατησίων – Αχαρνών ένα διαμέρισμα ενός υπνοδωματίου, με τιμή πώλησης 80.000 ευρώ και μηνιαίο μίσθωμα 550 ευρώ προσφέρει ετήσια απόδοση 8,25%, την ώρα που διαμέρισμα τριών υπνοδωματίων στους Αμπελοκήπους, με τιμή πώλησης 290.000 ευρώ και μηνιαίο μίσθωμα 1.100 ευρώ έχει ετήσια απόδοση 4,55%.

Ενδεικτικά, διαμέρισμα ενός υπνοδωματίου στο Παγκράτι, που πωλείται προς 150.000 ευρώ κι ενοικιάζεται αντί 650 ευρώ το μήνα, προσφέρει ετήσια απόδοση 5,20%, όταν διαμέρισμα τριών υπνοδωματίων, με τιμή πώλησης 370.000 ευρώ και ενοικίασης 1.150 ευρώ, στην ίδια περιοχή έχει  ετήσια απόδοση 3,73%. Υπολογίσιμη είναι η διαφορά και στην περιοχή του Κολωνακίου – Λυκαβηττού, καθώς διαμέρισμα τεσσάρων υπνοδωματίων, με τιμή πώλησης 1,17 εκατ. ευρώ και μηνιαίο μίσθωμα 3.650 ευρώ, προσφέρει ετήσια απόδοση 3,74%, άρα η επένδυση δεν αποδίδει τους αναμενόμενους, ίσως, καρπούς.

Αυτό αποδεικνύουν και στοιχεία της βρετανικής 1st Move International για την καλύτερη τοποθεσία για επενδύσεις στον κλάδο του real estate στην Ευρώπη, η οποία έλαβε υπόψη τους φορολογικούς συντελεστές, το φόρο εισοδήματος επί των ενοικίων και την ακαθάριστη απόδοση ενοικίων. Η Ελλάδα βρέθηκε στην τρίτη θέση στη λίστα με τις χειρότερες χώρες για επενδύσεις σε ακίνητα, εξαιτίας του υψηλού κόστους αγοράς και των αυξημένων επιπέδων φόρου εισοδήματος, αφού ο μέσος συντελεστής του φόρου εισοδήματος από ενοίκια ξεπερνά το 33%. Στην ίδια λίστα βρέθηκε το Βέλγιο, με ένα από τα υψηλότερα κόστη συναλλαγών στην Ευρώπη και φόρο εισοδήματος επί των ενοικίων που μπορεί να φτάσει έως 50%, όπως και η Γαλλία, όπου ο μέσος συντελεστής φόρου εισοδήματος από ενοίκια των επενδυτών σε ακίνητα είναι 18,28%. Αντιθέτως, η Λιθουανία και η Ουγγαρία προσφέρουν την καλύτερη απόδοση επένδυσης για όσους θέλουν υψηλότερες απόδόσεις από την αγορά ακινήτων το 2025.

Με βάση την πρόσφατη έκθεση Νομισματικής Πολιτικής της Τράπεζας της Ελλάδος, οι επενδύσεις σε κατοικίες στο σύνολο της χώρας κατέγραψαν το εννεάμηνο του 2024, σε ετήσια βάση, μείωση κατά 4,6% και εξακολουθούν να βρίσκονται σε χαμηλό επίπεδο ως ποσοστό του ΑΕΠ (2,3%). Τα στοιχεία υποδηλώνουν ότι θα ανακάμψουν από το δεύτερο εξάμηνο του 2025, καθώς οι επιπτώσεις των αυστηρότερων συνθηκών χρηματοδότησης σταδιακά θα εξασθενούν και τα πραγματικά εισοδήματα των νοικοκυριών θα αυξάνονται.  Στοιχεία της Cerved θέλουν ποσοστό των Ελλήνων να βλέπουν την κατοικία ως επενδυτικό προϊόν, καθώς περίπου 250.000 καταθέτες με μέσο καταθετικό υπόλοιπο 300.000 στράφηκαν στο real estate για την τοποθέτηση κεφαλαίων, λόγω των χαμηλών επιτοκίων των προηγούμενων ετών και εξαιτίας του πληθωρισμού. Βέβαια ο ρυθμός είνα βραδύτερος σε σχέση με τα προ κρίσης επίπεδα, καθώς τo 69,5% των συμμετεχόντων στη συγκεκριμένη έρευνα αναζητούν ακίνητο για να καλύψουν τις στεγαστικές τους ανάγκες.

Άσσος στο μανίκι των επενδυτών μπορεί να είναι η ενεργειακή αναβάθμιση των ακινήτων, δεδομένου ότι σε πολλές περιπτώσεις διπλασιάζει την τιμή των ακινήτων. Σύμφωνα με στοιχεία της ελληνικής πλατφόρμας του Spitogatos για το τρίτο τρίμηνο του 2024, η τιμή μίας τυπικής κατοικίας 162 τετραγωνικών μέτρων, στα νησιά του Αιγαίου, για παράδειγμα, εκτοξεύεται κατά 2.499 ευρώ, όταν η μέση τιμή φτάνει τα 3.348 ευρώ ανά τ.μ.. Στην Αττική, μία κατοικία ενεργειακής κλάσης Ζ κι επιφάνειας 127 τετραγωνικών μέτρων πωλείται έως και 2.213 ευρώ παραπάνω όταν ένα σπίτι αντίστοιχης επιφάνειας αλλά ενεργειακής κλάσης Ζ ενώ βγαίνει στην αγορά με τιμή 3.209 ευρώ/τ.μ., δηλαδή είναι πάνω από μία φορά ακριβότερο ή 101,5%. Αυτό σημαίνει πως στην Αττική μία πράσινη κατοικία μπορεί να πωλείται ακόμα και προς 5.422 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο.

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.