Η Ελλάδα αντιμετωπίζει μία από τις μεγαλύτερες δημογραφικές προκλήσεις στην ιστορία της, καθώς τα ποσοστά γεννήσεων έχουν καταρρεύσει και ο πληθυσμός της γηράσκει ραγδαία.
Η εξέλιξη αυτή απειλεί την κοινωνική και οικονομική σταθερότητα της χώρας, ενώ θέτει τον ίδιο τον ελληνισμό σε κίνδυνο. Σύμφωνα με σχετικές έρευνες, πρόκειται για ένα φαινόμενο που δεν περιορίζεται στην Ελλάδα, καθώς παρόμοια προβλήματα καταγράφονται και σε άλλες ανεπτυγμένες χώρες, αλλά η έκτασή του στην ελληνική πραγματικότητα είναι ιδιαίτερα ανησυχητική.
Η δημογραφική πτώση και οι προβλέψεις
Όπως λοιπόν αποκαλύπτουν οι αριθμοί, οι δημογραφικές προβλέψεις για την Ελλάδα είναι εξαιρετικά δυσοίωνες. Ο πληθυσμός της χώρας, που σήμερα εκτιμάται σε περίπου 10,4 εκατομμύρια, αναμένεται να μειωθεί στα 7,5 εκατομμύρια έως το 2050.
Αυτή η πτώση αντιπροσωπεύει μία μείωση μεγαλύτερη από το ένα τέταρτο μέσα σε λίγες δεκαετίες, η οποία θυμίζει μάλλον περίοδο πολέμου. Παράλληλα, το ποσοστό γονιμότητας έχει πέσει στο 1,3, ένα από τα χαμηλότερα στην Ευρώπη και πολύ κάτω από το 2,1 που απαιτείται για την αντικατάσταση του πληθυσμού.
Η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί επιδεινώνεται από τη μείωση των γεννήσεων, οι οποίες το 2023 έφτασαν τις 71.400, τον χαμηλότερο αριθμό εδώ και έναν αιώνα. Επιπλέον, ο δείκτης γήρανσης είναι ανησυχητικά υψηλός, με το ποσοστό των ηλικιωμένων άνω των 65 ετών να είναι σχεδόν διπλάσιο από εκείνο των παιδιών κάτω των 14 ετών.
Αυτές οι τάσεις, σε συνδυασμό με άλλα προβλήματα, όπως η αστυφιλία και η απουσία υποδομών στην επαρχία, οδηγούν στην ερήμωση χωριών και μικρών πόλεων, υποβαθμίζοντας περαιτέρω τη ζωή στην ελληνική ύπαιθρο.
Οι λόγοι πίσω από την υπογεννητικότητα
Η υπογεννητικότητα στην Ελλάδα είναι αποτέλεσμα σύνθετων παραγόντων που συνδέονται τόσο με την οικονομική κατάσταση όσο και με κοινωνικές εξελίξεις. Η δεκαετία της οικονομικής κρίσης που ξεκίνησε το 2009 είχε καταστροφικές συνέπειες.
Η ανεργία των νέων έφτασε σε πρωτοφανή επίπεδα, με αποτέλεσμα πολλοί νέοι να μην μπορούν να δημιουργήσουν οικογένεια ή να φύγουν στο εξωτερικό αναζητώντας καλύτερες ευκαιρίες. Το λεγόμενο “brain drain” έχει στερήσει από τη χώρα μας πάνω από 500.000 ειδικευμένους νέους, μειώνοντας την παραγωγική βάση της Ελλάδας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, για την ελληνική περίπτωση, πολλοί ειδικοί «κατηγορούν» και τη δεκαετία του ’80, όταν οι τότε οικονομικές δυσκολίες είχαν οδηγήσει σε μείωση των γεννήσεων, άρα, που είχε ως αλυσιδωτή αντίδραση και τη μείωση των γυναικών σε παραγωγική ηλικία τις επόμενες δεκαετίες.
Επιπλέον, το αυξημένο κόστος διαβίωσης, η εργασιακή ανασφάλεια και οι περιορισμένες ευκαιρίες σταδιοδρομίας έχουν αποθαρρύνει τους νέους από το να αποκτήσουν παιδιά. Η γενικότερη αίσθηση αβεβαιότητας, σε συνδυασμό με κοινωνικές αλλαγές, έχει αλλάξει τις προτεραιότητες, με πολλούς να αναβάλλουν ή να εγκαταλείπουν την ιδέα της τεκνοποίησης.
Επιπτώσεις στην οικονομία και την κοινωνία
Η υπογεννητικότητα έχει άμεσες και έμμεσες επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία και κοινωνία. Η μείωση του εργατικού δυναμικού επιβαρύνει τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος και αυξάνει το κόστος για συντάξεις και υγειονομική περίθαλψη.
Ταυτόχρονα, περιορίζει τη δυναμική ανάπτυξης της οικονομίας, καθώς λιγότεροι άνθρωποι συμμετέχουν στην παραγωγική διαδικασία. Η ερήμωση των αγροτικών περιοχών είναι ένα ακόμη σοβαρό ζήτημα. Χωριά και μικρές πόλεις εγκαταλείπονται, με αποτέλεσμα την υποβάθμιση της πολιτιστικής κληρονομιάς και της κοινωνικής συνοχής. Εν τω μεταξύ, οι υψηλότεροι ρυθμοί γεννήσεων μεταξύ των μεταναστών, ειδικά από μη χριστιανικές χώρες, δημιουργούν ανησυχίες για αλλαγές στη δημογραφική σύνθεση της χώρας, προκαλώντας προβληματισμούς για τον κίνδυνο αντικατάστασης του πληθυσμού και απώλειας της εθνικής μας ταυτότητας.
Πρωτοβουλίες και λύσεις
Η ελληνική κυβέρνηση έχει λάβει ορισμένα μέτρα για την αντιμετώπιση του προβλήματος, αλλά απαιτείται ακόμη μεγαλύτερη προσπάθεια. Το υπουργείο Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας, που δημιουργήθηκε πρόσφατα, σχεδιάζει να διαθέσει 20 δισ. ευρώ μέχρι το 2035 για την υποστήριξη των οικογενειών. Οι δράσεις περιλαμβάνουν επιδόματα τέκνων, φοροαπαλλαγές, αυξημένες γονικές άδειες και προγράμματα στήριξης της μητρότητας.
Παράλληλα, η κυβέρνηση εξετάζει τρόπους να ενθαρρύνει τους νέους να παραμείνουν στη χώρα και να επιστρέψουν όσοι έχουν μεταναστεύσει. Αυτό απαιτεί τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, την παροχή οικονομικών κινήτρων και τη βελτίωση των υποδομών, ιδιαίτερα στις απομακρυσμένες περιοχές. Εξίσου σημαντική είναι η αλλαγή νοοτροπίας, με δράσεις που θα καλλιεργούν αίσθημα ασφάλειας και αισιοδοξίας για το μέλλον.
Η ευρύτερη ευρωπαϊκή διάσταση
Το δημογραφικό πρόβλημα δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Σε ολόκληρη την Ευρώπη, τα ποσοστά γεννήσεων είναι σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Οι γεννήσεις στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης μειώθηκαν δραματικά τα τελευταία χρόνια, γεγονός που ασκεί πίεση στα κρατικά οικονομικά και αυξάνει το κόστος για συντάξεις και υγειονομική περίθαλψη.
Η Ελλάδα, όπως και άλλες χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία, βρίσκεται στο επίκεντρο αυτής της κρίσης. Η ανάγκη για πολυεπίπεδες πολιτικές που θα προωθήσουν την αναπαραγωγή, θα στηρίξουν τις οικογένειες και θα ενισχύσουν την κοινωνική συνοχή είναι πιο επείγουσα από ποτέ.
Η υπογεννητικότητα αποτελεί υπαρξιακή απειλή για την Ελλάδα
Ωστόσο, όπως υποστηρίζουν ειδικοί, οι αλλαγές αυτές απαιτούν χρόνο και συντονισμένη δράση σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.
Σε κάθε περίπτωση, η υπογεννητικότητα στην Ελλάδα αποτελεί υπαρξιακή απειλή για τον ελληνισμό. Πρόκειται για ένα ζήτημα με βαθιές κοινωνικές, οικονομικές και πολιτιστικές συνέπειες, που απαιτεί άμεση δράση.
Η επιτυχία της χώρας να αναστρέψει την τάση αυτή εξαρτάται από την υιοθέτηση μακροπρόθεσμων στρατηγικών, την ενίσχυση της κοινωνικής ασφάλειας και τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος όπου οι νέες γενιές θα μπορούν να ευημερούν.
Στον πυρήνα αυτής της προσπάθειας βρίσκεται η ανάγκη να διασφαλιστεί ότι η Ελλάδα παραμένει μια χώρα με δυναμικό και ακμάζον πληθυσμό, έτοιμη να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις του μέλλοντος.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.