15 Ιαν 2025
READING

Ποιος πιστεύει ακόμα στα στερεότυπα: Έλληνες οι πιο σκληρά εργαζόμενοι Ευρωπαίοι, Γερμανοί οι τελευταίοι

5 MIN READ

Ποιος πιστεύει ακόμα στα στερεότυπα: Έλληνες οι πιο σκληρά εργαζόμενοι Ευρωπαίοι, Γερμανοί οι τελευταίοι

Ποιος πιστεύει ακόμα στα στερεότυπα: Έλληνες οι πιο σκληρά εργαζόμενοι Ευρωπαίοι, Γερμανοί οι τελευταίοι

Θυμάστε εκείνη τη διαφήμιση μπαταριών με τα αρκουδάκια που ένα, ένα σταματούσαν να δουλεύουν και ένα μόνο συνέχιζε και χοροπήδαγε βροντώντας τα πιατίνια του; Ε! Όταν οι άλλοι σταματούν, οι Έλληνες συνεχίζουν, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης και την Eurostat.

Οι «τεμπέληδες Νότιοι», οι «Έλληνες που μόνο να γλεντάνε και να πάνε στα καφενεία ξέρουν», οι κάποτε παρακατιανοί PIGS (Portugal, Italy, Greece, Spain, που το ακρωνύμιο σήμαινε γουρούνια, όπως θα θυμάστε), αποτελούν ένα στερεότυπο που απείχε και απέχει παρασάγγας από την πραγματικότητα, βεβαιωμένο από ευρωπαϊκούς θεσμούς και οργανισμούς, μάλιστα.  Οι Έλληνες εργάζονται 39,9 ώρες την εβδομάδα και λείπουν με ασθένεια μόνο 4 ημέρες τον χρόνο, λοιπόν. Ακολουθούν οι Πολωνοί ως  σκληρά εργαζόμενοι, ενώ οι  Γερμανοί εργάζονται λιγότερο απ’ όλους τους άλλους. Οι ώρες εργασίας στην Ελλάδα ξεπερνούν τις 1.700 ετησίως, δηλαδή περί τις σχεδόν 400 περισσότερες σε σύγκριση με τους Γερμανούς, οι οποίοι εργάζονται 1.301 ώρες τον χρόνο. Παράλληλα, σύμφωνα με τη Eurostat το 2023, από τις χώρες της ΕΕ, η Ελλάδα είχε το υψηλότερο ποσοστό εργαζομένων με πολλές ώρες στην εργασία τους (11,6%), ακολουθούμενη από την Κύπρο (10,4%) και τη Γαλλία (10,1%). Εν τω μεταξύ, τα χαμηλότερα ποσοστά καταγράφηκαν στη Βουλγαρία (0,4%), τη Λιθουανία και τη Λετονία (1,1% η καθεμία). Φυσικά η εργατικότητα των Ελλήνων, δεν μεταφράζεται σε καλέ αποδοχές και  παραμένει πολύ πίσω από τον μέσο όρο των χωρών της Ευρώπης,  στην τρίτη θέση από το τέλος, με τις μέσες ετήσιες αποδοχές των Ελλήνων εργαζομένων το 2023 να ανέρχονται σε 17.013 ευρώ. Σύμφωνα με την Eurostat, η Ελλάδα ξεπερνά πλέον μόνο την Ουγγαρία και τη Βουλγαρία στην κατάταξη των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τις χαμηλότερες μέσες αποδοχές. Στη Βουλγαρία που βρίσκεται «σταθερά» στην τελευταία θέση της ευρωπαϊκής κατάταξης, οι μέσες ετήσιες αποδοχές ανέρχονται σε 13.503 ευρώ. ΟΙ Γερμανοί είναι οι πολύ ασθενικός λαός, ή πρωταθλητές στην κοπάνα, αφού αριστεύουν σε σκορ με 25 ημέρες αναρρωτικής ετησίως, πολύ περισσότερες από τις 14 του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τις 9 των Ελβετών, τις 6 των Βρετανών και φυσικά, τις 4 των Ελλήνων, που και άρρωστοι σπεύδουν στις δουλειές, μάλλον για να μη χάσουν το μεροκάματο.

Η Neuer Zürcher Zeitung έκανε τη δική της ανάλυση για τα στοιχεία  ΟΟΣΑ και την Eurostat, τονίζοντας πως σε όλες τις χώρες οι ώρες εργασίας έχουν μειωθεί σε σχέση με το 2000. Οι Γερμανοί, βέβαια, μοιάζουν να μην έχουν «διάθεση εργασίας» , καθώς οι ώρες τους έχουν περιοριστεί το 2022 σε 1301, κατά 76 λιγότερες από ό,τι πριν από 23 χρόνια. Στην Αυστρία οι ώρες εργασίες έχουν μειωθεί το ίδιο διάστημα κατά 151 και στην Ελβετία κατά 131, ενώ στην Ελλάδα κατά 80, παραμένοντας ωστόσο κατά σχεδόν 400 ολόκληρες ώρες, περισσότερες έναντι των Γερμανών, που είναι και οι πρώτοι στις αναρρωτικές άδειες, με 25 ημέρες ετησίως, πολύ περισσότερες από τις 14 του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τις 9 των Ελβετών και τις 6 των Βρετανών. Η ελβετική εφημερίδα αναδεικνύει ακόμη το γεγονός ότι, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, ενώ κατά την διάρκεια της πανδημίας οι Γερμανοί έλειψαν κατά μέσο όρο 20 ημέρες ετησίως, μετά την πανδημία οι ημέρες αναρρωτικής άδειας, αντί να περιοριστούν, αυξήθηκαν. Επιπλέον, ο εργαζόμενος στην Γερμανία έχει 31 ημέρες διακοπές τον χρόνο, ενώ ο εργαζόμενος στην Ελβετία 26. «Δεν είναι λοιπόν περίεργο που η Γερμανία θεωρείται και πάλι ο ασθενής της Ευρώπης, λόγω της κατάστασης της οικονομίας της», σχολιάζει η Neuer Zürcher Zeitung.

Η εφημερίδα αναλύει πως έχει σημειωθεί αλλαγή κουλτούρας, με στροφή προς τον προσωπικό ελεύθερο χρόνο και τις εκτός εργασίες φιλοδοξίες. Θεωρεί δείγμα ευημερίας το γεγονός ότι π.χ. ένας εργαζόμενος στην Ελβετία έχει την άνεση να εργάζεται κατά 40% λιγότερο από έναν εργαζόμενο στην Πολωνία, αν και αυτό δεν εξηγεί τις «κοπάνες» με τις αναρρωτικές. Αποσαφηνίζει δε, ότι «η εργασία δεν είναι τόσο αποδοτική όσο θα έπρεπε». Σε πολλές χώρες, όταν πρόκειται π.χ. για οικογένειες, η επιπλέον εργασία μεταφράζεται συχνά σε καθαρή απώλεια εισοδήματος λόγω της υψηλής φορολογίας. Η Σουηδία αναγνώρισε το πρόβλημα και μείωσε τους συντελεστές για οικογένειες από 53% σε 32%, ενθαρρύνοντας πολλούς να επιστρέψουν σε εργασία πλήρους απασχόλησης, ενώ την ίδια ώρα η Γερμανία επιβάλλει 41% και η Ελβετία 26%. Για τους χαμηλόμισθους, η κατάσταση στην Γερμανία είναι ακόμη πιο αποθαρρυντική για περισσότερη εργασία. Η τάση για λιγότερη εργασία επιτείνεται στην Γερμανία, σύμφωνα με την εφημερίδα, με αιτία και τα γενναιόδωρα προνοιακά επιδόματα, τα οποία μειώνονται όσο αυξάνεται το εισόδημα του εργαζόμενου, δημιουργώντας οικονομικό αντικίνητρο για επιπλέον εργασία. Η συνεχής μείωση των ωρών εργασίας είναι ανησυχητική, αφού αυξάνει το κόστος εργασίας υπονομεύοντας την ανταγωνιστικότητα. Ένας κύριος, ο Χόλγκερ Σέφερ από το Γερμανικό Ινστιτούτο Οικονομίας  δήλωσε στην BILD, πως «είναι σίγουρο ότι στην Γερμανία έχουμε υψηλότερο ποσοστό εργαζόμενων σε σχέση με άλλες χώρες, αλλά αυτοί οι εργαζόμενοι δουλεύουν λιγότερο, άρα δεν φθάνουμε τις δυνατότητές μας και αυτό είναι προβληματικό».

Στην ερώτηση αν είναι οι Γερμανοί τεμπέληδες, ο αναλυτής του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομίας απάντησε -ε, και τι θα έλεγε; «Όχι απαραίτητα! Κάθε άτομο σταθμίζει τα οφέλη της εργασίας, την δική του δηλαδή ευημερία και την απώλεια ελεύθερου χρόνου. Πολλοί λίγοι άνθρωποι θα εργαστούν λιγότερο, εάν αυτό δεν αξίζει οικονομικά». Ο Γερμανός αναλυτής προειδοποίησε ότι, «αν δεν αλλάξει γρήγορα η πολιτική, η ευημερία στην Γερμανία απειλείται σοβαρά». 

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.