Η ΦΑΓΕ αποτελεί, χωρίς αμφιβολία, ένα από τα πιο εμβληματικά ονόματα στον κλάδο των γαλακτοκομικών προϊόντων, κεφαλαιοποιώντας την επιτυχία της και την μακρόχρονη ιστορία της.
Πριν από περίπου δέκα χρόνια βρέθηκε ξανά στο προσκήνιο, λαμβάνοντας την κρίσιμη απόφαση να αποχωρήσει από την αγορά του φρέσκου γάλακτος και να επικεντρωθεί στο γιαούρτι και τα τυριά. Αυτή η απόφαση αποτέλεσε μια τομή στην πορεία της εταιρείας, επηρεάζοντας την πορεία της τόσο στην εγχώρια όσο και στη διεθνή αγορά.
«Κόβοντας δεσμούς» ετών και η… «ναυαρχίδα» Τοtal
Σε καμία περίπτωση η απόφαση της ΦΑΓΕ να αποχωρήσει από την παραγωγή φρέσκου γάλακτος δεν ήταν εύκολη, δεδομένης της πολυετούς παρουσίας της στην αγορά αυτή. Εξάλλου, η εταιρεία ξεκίνησε την παραγωγή φρέσκου γάλακτος το 1993 και κατάφερε να εδραιωθεί στον χώρο.
Ωστόσο, με το πέρασμα του χρόνου, τα περιθώρια κέρδους στην αγορά του φρέσκου γάλακτος μειώνονταν, ενώ ο ανταγωνισμός γινόταν ολοένα και πιο σκληρός. Οι ανταγωνιστικές πιέσεις από άλλα προϊόντα, όπως αυτά της ιδιωτικής ετικέτας που εκμεταλλεύτηκαν και τη μείωση της αγοραστικής ισχύος των καταναλωτών, ώθησαν τη ΦΑΓΕ να επανεξετάσει τη στρατηγική της.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η απόφαση αυτή πάρθηκε σταδιακά. Από το 2006, η ΦΑΓΕ άρχισε να μειώνει την παρουσία της στην αγορά του φρέσκου γάλακτος, καθώς οι προσπάθειές της να αυξήσει τη ζήτηση μέσω αλλαγών στη συσκευασία και την εμπορική στρατηγική δεν είχαν το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Η μετατόπιση της στρατηγικής επικεντρώθηκε αρχικά στο γάλα υψηλής παστερίωσης, όπου η εταιρεία διατήρησε ηγετικό μερίδιο αγοράς.
Όμως, ακόμη και σε αυτή την κατηγορία, οι προσδοκίες δεν υλοποιήθηκαν πλήρως. Τελικά, το 2015-2016, η ΦΑΓΕ αποφάσισε να αποχωρήσει οριστικά από την αγορά γάλακτος, πουλώντας τις υποδομές της στο Αμύνταιο.
Αντίθετα, η εταιρεία επένδυσε σημαντικά στην παραγωγή γιαουρτιού, με ναυαρχίδα το Total, και σε μικρότερο βαθμό στα τυροκομικά προϊόντα. Το γιαούρτι, ειδικά, παρουσιάζει υψηλότερα μεικτά περιθώρια κέρδους σε σχέση με το γάλα, κάτι που ευνόησε αυτήν την απόφαση.
Με την αποχώρησή της από την αγορά του γάλακτος, η ΦΑΓΕ κατάφερε να επικεντρωθεί στις εξαγωγές, όπου το ελληνικό γιαούρτι έχει γίνει ένα προϊόν διεθνούς φήμης, οδηγώντας την εταιρεία σε νέες επιτυχίες.
Ο πρωταγωνιστικός ρόλος των διεθνών αγορών
Η απόφαση της ΦΑΓΕ να επικεντρωθεί στο γιαούρτι και τα τυριά και να δώσει έμφαση στις διεθνείς αγορές έχει αποδώσει καρπούς. Σήμερα, πάνω από το 88% των προϊόντων της πωλούνται εκτός Ελλάδας, με κύριες αγορές τις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιταλία.
Αυτές οι αγορές ήταν και οι βασικές που οδήγησαν στην αύξηση του κύκλου εργασιών της το 2023, ο οποίος έφτασε τα 629,2 εκατ. δολάρια, σημειώνοντας αύξηση 13,9% σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
Αξιοσημείωτη είναι η αύξηση των μικτών κερδών της εταιρείας, η οποία ανήλθε σε 292,2 εκατ. δολάρια, σημειώνοντας εντυπωσιακή άνοδο 70%. Η αύξηση αυτή αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό στη μείωση του κόστους παραγωγής, κυρίως λόγω της πτώσης των τιμών του γάλακτος τόσο στην Ελλάδα όσο και στις ΗΠΑ.
Τα λειτουργικά κέρδη επίσης αυξήθηκαν κατά 124,3%, φτάνοντας τα 125,8 εκατ. δολάρια, ενώ τα καθαρά κέρδη τριπλασιάστηκαν, φτάνοντας τα 82,7 εκατ. δολάρια, από 29,3 εκατ. δολάρια το 2022.
Στην Ελλάδα, ωστόσο, η εταιρεία αντιμετωπίζει προκλήσεις. Το 2023, η ΦΑΓΕ υποχώρησε στη δεύτερη θέση στην αγορά γιαουρτιού, με μερίδιο 16,2% σε όγκο και 18,9% σε αξία, λόγω της αυξημένης διείσδυσης των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας. Παρά αυτές τις δυσκολίες στην εγχώρια αγορά, η στρατηγική εξωστρέφειας φαίνεται να είναι η σωστή κίνηση, δεδομένης της σταθερής αύξησης των πωλήσεων και των κερδών στις ξένες αγορές.
Οι προκλήσεις και οι προοπτικές
Παρά τις διεθνείς επιτυχίες, η ΦΑΓΕ δεν επαναπαύεται αλλά συνεχίζει να επενδύει σε νέες αγορές και παραγωγικές υποδομές, με σκοπό να αυξήσει την παρουσία της στην Ευρώπη και να ενισχύσει τη διεθνή της θέση. Ένα από τα μεγαλύτερα πρότζεκτ της είναι η δημιουργία νέας μονάδας παραγωγής στην Ολλανδία, η οποία αναμένεται να τεθεί σε πλήρη λειτουργία έως το 2028.
Αυτή η κίνηση θα ενισχύσει σημαντικά τη δυναμικότητα παραγωγής και την ανταγωνιστικότητα της ΦΑΓΕ, επιτρέποντας στην εταιρεία να αντιμετωπίσει τον ανταγωνισμό στην ευρωπαϊκή αγορά με μεγαλύτερη επιτυχία.
Ταυτόχρονα, η μείωση του κόστους παραγωγής και η εκμετάλλευση των διεθνών αγορών αποτελούν τους βασικούς πυλώνες της στρατηγικής της εταιρείας για την επόμενη δεκαετία. Με την τρίτη γενιά της οικογένειας Φιλίππου να έχει αναλάβει το τιμόνι, η ΦΑΓΕ φαίνεται να είναι σε θέση να συνεχίσει την πορεία ανάπτυξής της και να εδραιώσει περαιτέρω την παρουσία της στις διεθνείς αγορές.
Η ιστορία της ΦΑΓΕ – 98 χρόνια διαδρομής
Η ΦΑΓΕ ιδρύθηκε το 1926 από τον Αθανάσιο και τον Κωνσταντίνο Φιλίππου, οι οποίοι άνοιξαν το πρώτο τους γαλακτοπωλείο στην Αθήνα.
Η εταιρεία γρήγορα κατάφερε να εδραιωθεί στην ελληνική αγορά, κυρίως χάρη στο γιαούρτι της, το οποίο έγινε δημοφιλές στις αρχές της δεκαετίας του 1950.
Στη δεκαετία του 1970, η ΦΑΓΕ ήταν η πρώτη εταιρεία στην Ελλάδα που εισήγαγε επώνυμα προϊόντα γιαουρτιού, ενώ το 1980 ξεκίνησε τις εξαγωγές στην Ευρώπη. Το 1998, η εταιρεία επεκτάθηκε στις ΗΠΑ, όπου κατασκεύασε υπερσύγχρονη μονάδα παραγωγής γιαουρτιού.
Τα αποτελέσματα δείχνουν να δικαιώνουν την ΦΑΓΕ για την απόφασή της
Η τρίτη γενιά της οικογένειας ανέλαβε την ηγεσία της εταιρείας στα μέσα της δεκαετίας του 2000, και από τότε η ΦΑΓΕ έχει υιοθετήσει μια στρατηγική εξωστρέφειας, με σκοπό την περαιτέρω ανάπτυξή της.
Η απόφαση της ΦΑΓΕ να αποχωρήσει από την αγορά του φρέσκου γάλακτος και να επικεντρωθεί στο γιαούρτι και τα τυριά αποδεικνύεται σωστή στρατηγική κίνηση.
Η εταιρεία κατάφερε να αυξήσει σημαντικά τα κέρδη της και να ενισχύσει τη διεθνή της παρουσία. Παρά τις προκλήσεις στην ελληνική αγορά, η εξωστρέφεια και οι επενδύσεις σε νέες αγορές και υποδομές εγγυώνται τη συνεχιζόμενη ανάπτυξή της.
Με τη στρατηγική αυτή, η ΦΑΓΕ συνεχίζει να αποτελεί μια από τις κορυφαίες ελληνικές πολυεθνικές εταιρείες με το μέλλον να κρίνεται ευοίωνο.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.