Ο κλάδος τροφίμων και ποτών στην Ελλάδα αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους πυλώνες της οικονομίας, με ισχυρές εταιρείες να διαμορφώνουν το επιχειρηματικό τοπίο.
Στο αφιέρωμα που ακολουθεί παρουσιάζονται 10 από τις μεγαλύτερες εταιρείες τροφίμων στην Ελλάδα, που κατέχουν κυρίαρχη θέση στην αγορά και έχουν σημαντική επιρροή τόσο στην εγχώρια οικονομία όσο και στις διεθνείς εξαγωγές.
Coca-Cola HBC Hellas
Η Coca-Cola HBC Hellas είναι ένας από τους σημαντικότερους παίκτες στην ελληνική αγορά τροφίμων και ποτών, με ηγετική θέση στον τομέα των αναψυκτικών. Η εταιρεία είναι θυγατρική του παγκόσμιου κολοσσού Coca-Cola HBC και καλύπτει ένα ευρύ φάσμα προϊόντων, όπως αναψυκτικά, χυμούς, νερά και ενεργειακά ποτά.
Το 2023 η Coca-Cola Τρία Έψιλον Ελλάδος είδε τον κύκλο εργασιών της να ανέρχεται στα 669,4 εκατ, ευρώ, αυξημένος κατά 16,7% σε σχέση με τα 573,6 εκατ. ευρώ του 2022. Το μεικτό κέρδος ανήλθε σε 223,2 εκατ. ευρώ, αυξημένο κατά 23,66% συγκριτικά με τα 180,5 εκατ. ευρώ του 2022, ενώ τα κέρδη προ φόρων κατέγραψαν εντυπωσιακή άνοδο κατά 54,82% από τα 39,4 εκατ. ευρώ στα 61 εκατ. ευρώ. Ακόμα, τα κέρδη μετά από φόρους αυξήθηκαν κατά 65%, στα 43,9 εκατ. ευρώ από 26,6 εκατ. ευρώ. Τέλος, ο όγκος πωλήσεων αυξήθηκε από τα 112,7 εκατ. κιβώτια σε 119,6 εκατ. κιβώτια.
Η οικονομική ευρωστία της επιχείρησης φαίνεται κι από το γεγονός ότι ο συνολικός δανεισμός της Coca-Cola Τρία Έψιλον Ελλάδος στις 31 Δεκεμβρίου 2023 ήταν μηδενικός. Οι συνεχείς επενδύσεις σε καινοτομία και βιωσιμότητα, όπως η μείωση της χρήσης πλαστικών, έχουν διατηρήσει την Coca-Cola HBC Hellas στην κορυφή της αγοράς
Vivartia (ΔΕΛΤΑ, Μπάρμπα Στάθης)
Ο όμιλος Vivartia κατέχει εξέχουσα θέση στην ελληνική αγορά τροφίμων και περιλαμβάνει τα γνωστά brands ΔΕΛΤΑ (γαλακτοκομικά προϊόντα) και Μπάρμπα Στάθης (καταψυγμένα λαχανικά και προϊόντα). Η ΔΕΛΤΑ, που ιδρύθηκε το 1952, είναι από τις πιο ιστορικές εταιρείες στον τομέα των γαλακτοκομικών, ενώ η Μπάρμπα Στάθης είναι από τις ηγέτιδες εταιρείες στην κατηγορία των καταψυγμένων τροφίμων. Ο όμιλος συνεχίζει να επενδύει σε καινοτομία και βιωσιμότητα, και έχει επεκταθεί με τις γνωστές αλυσίδες Goody’s και Everest στον τομέα της εστίασης.
Ο Όμιλος Vivartia, υπό τον έλεγχο του CVC, κατέγραψε το 2023 σημαντική βελτίωση στα οικονομικά του αποτελέσματα, επιστρέφοντας στην κερδοφορία. Το rebound του κλάδου εστίασης, με πρωταγωνιστή τον Όμιλο Goody’s, συνέβαλε στην ενίσχυση των εσόδων, με τα καθαρά κέρδη από συνεχιζόμενες δραστηριότητες να φτάνουν τα 2,99 εκατ. ευρώ, σε σύγκριση με τις ζημιές των 21,67 εκατ. ευρώ το 2022.
Οι συνολικές πωλήσεις του ομίλου αυξήθηκαν κατά 9% στα 902,6 εκατ. ευρώ, ενώ τα EBITDA ανήλθαν στα 91,9 εκατ. ευρώ. Ωστόσο, οι συσσωρευμένες ζημιές εξακολουθούν να ξεπερνούν τα 76,73 εκατ. ευρώ. Ο όμιλος προχώρησε σε αναδιάρθρωση των δανείων του, μειώνοντας τον συνολικό δανεισμό από 679,2 εκατ. ευρώ σε 645,4 εκατ. ευρώ. Οι βασικοί κλάδοι, όπως τα γαλακτοκομικά, τα κατεψυγμένα προϊόντα και η εστίαση, κατέγραψαν αυξήσεις στις πωλήσεις και τα κέρδη τους, ενισχύοντας τη συνολική οικονομική θέση του ομίλου. Ωστόσο, η διοίκηση αναμένει ότι οι προκλήσεις στην παγκόσμια οικονομία, λόγω των γεωπολιτικών εντάσεων και των πληθωριστικών πιέσεων, θα συνεχίσουν να επηρεάζουν τη ζήτηση και τα οικονομικά αποτελέσματα.
Nestlé Hellas
Η Nestlé Hellas είναι η ελληνική θυγατρική του παγκόσμιου κολοσσού Nestlé και αποτελεί έναν από τους βασικούς παίκτες στην ελληνική αγορά τροφίμων και ποτών. Η εταιρεία παράγει και διανέμει μια μεγάλη γκάμα προϊόντων, που περιλαμβάνει δημοφιλείς μάρκες όπως ο καφές Nescafé και Λουμίδης, τα δημητριακά Fitness, Cheerios, και τα εμφιαλωμένα νερά Κορπή και Perrier. Το 2022, ο κύκλος εργασιών της έφτασε τα 379 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 7% σε σύγκριση με το 2021.
Η Nestlé Ελλάς κατέγραψε αύξηση τζίρου για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, αλλά αντιμετωπίζει πιέσεις στην κερδοφορία της. Συγκεκριμένα, ο κύκλος εργασιών της εταιρείας αυξήθηκε κατά 7,91%, φτάνοντας τα 409 εκατ. ευρώ, σε σχέση με τα 379 εκατ. ευρώ το 2022. Ωστόσο, η αύξηση των εξόδων πωλήσεων κατά 4% και του κόστους πωληθέντων κατά 9% περιόρισαν τη συνολική κερδοφορία.
Το μικτό κέρδος έφτασε τα 138,59 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 7% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά. Παρόλα αυτά, τα κέρδη προ φόρων μειώθηκαν κατά 9,22%, φτάνοντας τα 26,52 εκατ. ευρώ, ενώ τα κέρδη μετά από φόρους ανήλθαν σε 21,1 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας πτώση 8,59% από τα 23,1 εκατ. ευρώ το 2022.
Ελληνικά Γαλακτοκομεία (Όλυμπος)
Η εταιρεία Ελληνικά Γαλακτοκομεία, που είναι γνωστή για τα προϊόντα της με την επωνυμία Όλυμπος, αποτελεί έναν από τους ισχυρότερους «παίκτες» στον κλάδο των γαλακτοκομικών στην Ελλάδα. Με έμφαση στην ποιότητα και τη χρήση τοπικών πρώτων υλών, η Όλυμπος εξάγει τα προϊόντα της σε πάνω από 40 χώρες, ενισχύοντας τη διεθνή φήμη της ελληνικής γαλακτοκομικής παραγωγής.
Ο όμιλος Ελληνικών Γαλακτοκομείων, γνωστός για την επωνυμία Όλυμπος, σημείωσε ισχυρή ανάπτυξη το 2023 με αύξηση πωλήσεων περίπου 20%. Οι πωλήσεις του ανήλθαν σε 598,5 εκατ. ευρώ, από 493,8 εκατ. ευρώ το 2022, καθιστώντας τον τον κορυφαίο όμιλο γαλακτοκομικών προϊόντων στην Ελλάδα. Παράλληλα, το EBITDA του ομίλου αυξήθηκε στα 90 εκατ. ευρώ από 65 εκατ. ευρώ, ενώ τα κέρδη προ φόρων ανήλθαν σε 36 εκατ. ευρώ, καταγράφοντας άνοδο από τα 33 εκατ. ευρώ το προηγούμενο έτος.
Οι επενδύσεις και εξαγορές για το 2023 έφτασαν τα 156 εκατ. ευρώ, με σημαντική έμφαση στην επέκταση των δραστηριοτήτων στις διεθνείς αγορές, καθώς το 61% των πωλήσεων προέρχεται από το εξωτερικό. Οι αγορές της Ρουμανίας και της Βουλγαρίας, όπου διαθέτει βιομηχανικές μονάδες, συνέβαλαν σε αυτήν την ανάπτυξη, με εξαγωγές και πωλήσεις στο εξωτερικό να ανέρχονται στα 365,1 εκατ. ευρώ.
Το 2024, ο όμιλος αναμένεται να διατηρήσει την ανοδική του πορεία με προβλεπόμενες πωλήσεις στα 640 εκατ. ευρώ, εκμεταλλευόμενος τις ευκαιρίες που προσφέρει η μείωση του πληθωρισμού, για αύξηση όγκων και μεριδίων αγοράς.
ΜΕΒΓΑΛ
Η ΜΕΒΓΑΛ είναι μια από τις μεγαλύτερες και παλαιότερες γαλακτοβιομηχανίες στην Ελλάδα, με έδρα στη Μακεδονία. Η εταιρεία προσφέρει μεγάλη γκάμα προϊόντων, όπως γάλα, γιαούρτι και τυρί, ενώ συνεχίζει να εξάγει τα προϊόντα της σε πολλές χώρες της Ευρώπης και της Ασίας. Η ΜΕΒΓΑΛ επενδύει συνεχώς σε νέες τεχνολογίες και καινοτόμες μεθόδους παραγωγής.
Παρά τις προκλήσεις και τις πληθωριστικές πιέσεις, η ελληνική αγορά γαλακτοκομικών προϊόντων έδειξε ανθεκτικότητα το 2023, με αύξηση 9,1% κυρίως λόγω του πληθωρισμού. Η ΜΕΒΓΑΛ ξεχώρισε με εντυπωσιακή αύξηση πωλήσεων 18,4%, φτάνοντας τα 182,2 εκατ. ευρώ, υπερβαίνοντας την αγορά και ενισχύοντας το μερίδιό της.
Οι εξαγωγές συνέβαλαν σημαντικά στην επιτυχία της εταιρείας, με αύξηση αξίας κατά 23% και όγκου κατά 4%, υποδεικνύοντας την ισχυρή ζήτηση για τα ελληνικά γαλακτοκομικά στο εξωτερικό. Η κερδοφορία της ΜΕΒΓΑΛ σχεδόν διπλασιάστηκε, με τα EBITDA να φτάνουν τα 15,5 εκατ. ευρώ και τα καθαρά κέρδη να εκτοξεύονται στα 8,4 εκατ. ευρώ.
Παράλληλα, σημειώθηκε αύξηση στα χρηματοοικονομικά έξοδα κατά 61,17%, λόγω των υψηλών επιτοκίων. Οι επενδύσεις στην έρευνα και ανάπτυξη περιορίστηκαν στα 91 χιλ. ευρώ, ενδεχομένως υποδεικνύοντας μια στρατηγική εστίαση στην εδραίωση των υφιστάμενων προϊόντων.
Το 2024, η ΜΕΒΓΑΛ και η ευρύτερη αγορά γαλακτοκομικών θα συνεχίσουν να αντιμετωπίζουν προκλήσεις από τα υψηλά επιτόκια και την αστάθεια του ενεργειακού κόστους. Παρά τις δυσκολίες, η εταιρεία φαίνεται προσανατολισμένη στη διατήρηση της κερδοφορίας της, επωφελούμενη από την ισχυρή ζήτηση στην εγχώρια και διεθνή αγορά.
Mondelez International
Η Mondelez Ελλάς κατέγραψε αξιοσημείωτη ανάπτυξη το 2023, με τις πωλήσεις να αυξάνονται κατά 92,5 εκατ. ευρώ, φτάνοντας τα 262,347 εκατ. ευρώ, κυρίως λόγω της εξαγοράς του εμπορικού κλάδου της Mondelez Ελλάς Snacks Production και την ενσωμάτωση των προϊόντων της πρώην Chipita, όπως τα 7Days και Molto, στο χαρτοφυλάκιό της. Η εταιρεία παρουσίασε εντυπωσιακή άνοδο στα καθαρά κέρδη, τα οποία αυξήθηκαν κατά 308,8% στα 13,832 εκατ. ευρώ.
Αυτή η αύξηση οδήγησε σε σημαντική βελτίωση του διανεμόμενου μερίσματος, το οποίο για τη χρήση του 2023 ανέρχεται σε 13,141 εκατ. ευρώ, έναντι των 3,214 εκατ. ευρώ το 2022. Η εταιρεία έχει επίσης προχωρήσει σε πρόβλεψη 700.000 ευρώ για πιθανές αποζημιώσεις λόγω λήξης εμπορικών συνεργασιών.
Αν και η πώληση της δραστηριότητας της τσίχλας, που αντιπροσώπευε το 7% του ετήσιου κύκλου εργασιών, ενδέχεται να ασκήσει πίεση στα έσοδα, η Mondelez Ελλάς στρέφεται στα snacks, εστιάζοντας σε προϊόντα σοκολάτας και ζύμης. Η πώληση της δραστηριότητας της τσίχλας ολοκληρώθηκε τον Μάρτιο του 2024 στην Ελλάδα, με την Perfetti Van Melle να αναλαμβάνει τη διαχείριση. Η εταιρεία συνεχίζει την ανάπτυξή της παρά τις προκλήσεις, όπως η αύξηση του κόστους πρώτων υλών.
Πίνδος
Η Πίνδος είναι ο ηγέτης στον τομέα της πτηνοτροφίας στην Ελλάδα και η μεγαλύτερη συνεταιριστική επιχείρηση στον αγροτοδιατροφικό τομέα. Η εταιρεία διακρίνεται για την παραγωγή υψηλής ποιότητας κοτόπουλου, που παράγεται με τις πιο σύγχρονες μεθόδους. Η Πίνδος επενδύει συνεχώς σε τεχνολογίες αιχμής για τη διασφάλιση της ποιότητας και της βιωσιμότητας της παραγωγής της. Ο Αγροτικός Πτηνοτροφικός Συνεταιρισμός «Πίνδος», με τα γνωστά κοτόπουλα Πίνδος, συνεχίζει να καταγράφει εντυπωσιακές επιδόσεις, αποτελώντας τον μεγαλύτερο πρωτοβάθμιο συνεταιρισμό στον κλάδο της πτηνοτροφίας στην Ελλάδα. Σε μια χρονιά με προκλήσεις και αυξημένα λειτουργικά κόστη, ο συνεταιρισμός παρουσίασε ισχυρή ανάπτυξη, πολλαπλασιάζοντας τα καθαρά κέρδη του σχεδόν πέντε φορές, φτάνοντας τα 6,8 εκατ. ευρώ, από 1,5 εκατ. ευρώ το 2022.
Ο κύκλος εργασιών του ΑΣΠΙ «Πίνδος» έφτασε τα 356,5 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση σε σχέση με τα 337,9 εκατ. ευρώ το προηγούμενο έτος. Τα κέρδη προ φόρων και τόκων αυξήθηκαν σημαντικά στα 13,9 εκατ. ευρώ, από 6,6 εκατ. ευρώ το 2022, ενώ ο τραπεζικός δανεισμός μειώθηκε με βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις στα 81,5 εκατ. ευρώ.
Ο συνεταιρισμός επεκτείνεται δυναμικά και σε άλλους τομείς. Η Αγροζωή, μια καθετοποιημένη πτηνοτροφική επιχείρηση, αποτελεί μέρος του ομίλου από το 2001, ενώ η Green Πίνδος, δραστηριοποιείται στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, ενισχύοντας την ευρύτερη επιχειρηματική του παρουσία. Οι συνολικές πωλήσεις του ομίλου ανέρχονται στα 400 εκατ. ευρώ, καταδεικνύοντας την επιτυχημένη στρατηγική του στον κλάδο.
Κρι-Κρι
Η Κρι Κρι είναι μια από τις πλέον ανερχόμενες γαλακτοβιομηχανίες της Ελλάδας, με βάση τις Σέρρες. Η εταιρεία παράγει δημοφιλή προϊόντα, όπως γιαούρτια και παγωτά, και έχει καταφέρει να διευρύνει σημαντικά την παρουσία της τόσο στην ελληνική όσο και στη διεθνή αγορά, με εξαγωγές σε πάνω από 24 χώρες. Η Κρι Κρι επενδύει στη συνεχή ανάπτυξη και βελτίωση των προϊόντων της, εστιάζοντας στην ποιότητα και την καινοτομία. Η Κρι Κρι κατέγραψε εντυπωσιακή απόδοση κατά το πρώτο εξάμηνο του 2024, με τα καθαρά κέρδη να φτάνουν τα 26,32 εκατ. ευρώ και τον κύκλο εργασιών να αυξάνεται κατά 15,8%, αγγίζοντας τα 130,87 εκατ. ευρώ. Οι πωλήσεις γιαουρτιού στην Ελλάδα ξεπέρασαν τα 37,8 εκατ. ευρώ, παρά τη μείωση της αξίας λόγω χαμηλότερων τιμών και της στροφής των καταναλωτών προς τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας. Ωστόσο, στον τομέα του παγωτού, η εταιρεία σημείωσε ισχυρή διψήφια αύξηση 21,7%, ενισχυόμενη από τις καιρικές συνθήκες και την επέκταση του δικτύου πωλήσεων.
Οι πωλήσεις γιαουρτιού στις αγορές εξωτερικού παρουσίασαν ανάπτυξη 27,8%, με τα εξαγωγικά έσοδα να ξεπερνούν τα 63 εκατ. ευρώ, ενώ οι σημαντικές αγορές του Ηνωμένου Βασιλείου, της Ιταλίας και η είσοδος στη Γαλλία έχουν ενισχύσει το διεθνές αποτύπωμα της εταιρείας. Η Κρι Κρι παραμένει ηγέτιδα στην παραγωγή γιαουρτιών ιδιωτικής ετικέτας στην Ελλάδα, κερδίζοντας έδαφος στην αγορά.
Η διοίκηση προβλέπει συνολικές πωλήσεις που θα ξεπεράσουν τα 245 εκατ. ευρώ για το 2024, αναμένοντας περιθώριο EBIT της τάξης του 16%. Η εταιρεία ενισχύει την παρουσία της στην τοπική κοινωνία με 100 νέες προσλήψεις, αυξάνοντας το δυναμικό της σε 700 εργαζομένους, ενώ δρομολογεί επενδύσεις 50 εκατ. ευρώ για την προσεχή τριετία.
ΕΨΑ
Η ΕΨΑ, που ιδρύθηκε το 1924, είναι από τις πιο ιστορικές εταιρείες παραγωγής αναψυκτικών στην Ελλάδα. Η εταιρεία έχει καταφέρει να διατηρήσει την παραδοσιακή της ταυτότητα, παράλληλα με την εισαγωγή νέων γεύσεων και προϊόντων, όπως τα φυσικά και βιολογικά αναψυκτικά, ενώ είναι γνωστή για την αυθεντική γεύση και τη δέσμευσή της στην υψηλή ποιότητα.
Το 2023 αποτέλεσε καθοριστική χρονιά για την εταιρεία, η οποία σημείωσε σημαντική βελτίωση στις πωλήσεις και προχώρησε σε στρατηγικές συνεργασίες, όπως η σύμπραξη με την PepsiCo. Οι πωλήσεις της εταιρείας αυξήθηκαν κατά 28,8%, φτάνοντας τα 13,8 εκατ. ευρώ, σε σύγκριση με τα 10,7 εκατ. ευρώ το 2022. Η συνεργασία με την PepsiCo, που ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2023, συνέβαλε στην ενίσχυση της παραγωγικής δυναμικότητας της ΕΨΑ, σηματοδοτώντας ένα σημαντικό βήμα για την επέκτασή της στην αγορά αναψυκτικών.
Παρά την αύξηση των εσόδων, η ΕΨΑ αντιμετώπισε προκλήσεις λόγω υψηλών εξόδων. Το κόστος πωλήσεων αυξήθηκε κατά 31,97%, ενώ οι λειτουργικές δαπάνες σημείωσαν άνοδο 10,88%. Τα έξοδα αυτά συνδέονται με τις προσπάθειες αναδιοργάνωσης και εκσυγχρονισμού της εταιρείας. Ως αποτέλεσμα, η ΕΨΑ κατέγραψε καθαρές ζημίες 1,3 εκατ. ευρώ και το EBITDA ήταν αρνητικό στα 81.525 ευρώ.
Η κεφαλαιακή ενίσχυση ύψους 5,1 εκατ. ευρώ και το ομολογιακό δάνειο 3 εκατ. ευρώ από την Alpha Bank παρείχαν την οικονομική στήριξη που απαιτείται για την ανάκαμψη. Με τις ενέργειες αυτές, η ΕΨΑ επιδιώκει να βελτιώσει την οικονομική της θέση, διατηρώντας την προοπτική για μελλοντική ανάπτυξη και ενδυνάμωση της παρουσίας της στην αγορά. Παράλληλα, η επένδυση του τραπεζίτη Νίκου Καραμούζη και η αποεπένδυση της Ηπειρωτικής Βιομηχανίας Εμφιαλώσεων έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην πορεία της ΕΨΑ προς το μέλλον.
Μύλοι Λούλη
Η Μύλοι Λούλη είναι η μεγαλύτερη εταιρεία παραγωγής αλεύρων στην Ελλάδα και από τις πιο παλιές στον κλάδο, με ιστορία που ξεκινά από το 1782. Η εταιρεία προσφέρει μια ευρεία γκάμα αλεύρων για οικιακή και επαγγελματική χρήση, και κατέχει ηγετική θέση στην ελληνική αγορά, ενώ εξάγει και σε πολλές χώρες του εξωτερικού. Επενδύει συνεχώς σε νέες τεχνολογίες και καινοτόμα προϊόντα, ενισχύοντας τη βιωσιμότητα και την ποιότητα.
Η Μύλοι Λούλη κατέγραψε μικρή πτώση πωλήσεων το πρώτο εξάμηνο του 2024, με τον κύκλο εργασιών του ομίλου να διαμορφώνεται στα 98,76 εκατ. ευρώ, μειωμένος κατά 1,37% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2023. Οι πωλήσεις της εταιρείας επίσης υποχώρησαν κατά 1,15%, φτάνοντας τα 86,65 εκατ. ευρώ. Παρά τη μείωση αυτή, σημειώθηκε αύξηση στις πωλήσεις συγκεκριμένων κατηγοριών, όπως τα καταναλωτικά και επαγγελματικά προϊόντα αλευρόμυλου, καθώς και τα μείγματα αρτοποιίας.
Τα προσαρμοσμένα EBITDA του ομίλου αυξήθηκαν εντυπωσιακά κατά 73,19%, φτάνοντας τα 10,34 εκατ. ευρώ, γεγονός που αντικατοπτρίζει τη βελτίωση της λειτουργικής αποδοτικότητας. Ωστόσο, τα κέρδη προ φόρων μειώθηκαν κατά 19,25%, καθώς ο όμιλος επηρεάστηκε από τη μείωση των τιμών πώλησης. Παράλληλα, το καθαρό χρέος μειώθηκε κατά 20,31%, φτάνοντας τα 43,48 εκατ. ευρώ.
Ο τομέας των δημητριακών σημείωσε σημαντική αύξηση 65,10% στις πωλούμενες ποσότητες, ενώ οι πωλήσεις αυξήθηκαν κατά 42,99%, φτάνοντας τα 22,61 εκατ. ευρώ. Παρά τις προκλήσεις, η Μύλοι Λούλη συνεχίζει να επενδύει με στόχο τη σταθερή ανάπτυξη και την ενίσχυση των κεφαλαίων της, με μείωση των δαπανών σε πάγια περιουσιακά στοιχεία και βελτίωση της καθαρής ταμειακής ροής.
Σημεία-«κλειδιά» αποδεικνύονται οι επενδύσεις σε καινοτομία, ποιότητα και βιωσιμότητα
Οι συγκεκριμένες εταιρείες είναι ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της «ραχοκοκαλιάς» του ελληνικού κλάδου τροφίμων και ποτών, με σημαντική συνεισφορά στην οικονομία της χώρας, αλλά και με διεθνή παρουσία. Η συνεχής επένδυση σε καινοτομία, ποιότητα και βιωσιμότητα, καθώς και η ενίσχυση των εξαγωγών, τους επιτρέπει να διατηρούν ισχυρές θέσεις στην αγορά.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.