Πόσο απέχει η Ελλάδα από την πραγματική επικράτηση της ηλεκτροκίνησης και την αντικατάσταση των αυτοκινήτων με κινητήρα εσωτερικής καύσης που συνεχίζουν να βρίσκονται στην πρώτη θέση προτίμησης των αγοραστών; Η πραγματικότητα δείχνει ότι η χώρα μας έχει ακόμα αρκετά χιλιόμετρα να διανύσει.
Προκειμένου να δημιουργηθούν οι απαιτούμενες υποδομές που θα επιτρέψουν σε έναν υποψήφιο αγοραστή να αποκτήσει ένα αμιγώς ηλεκτροκίνητο όχημα. Αυτό που κυρίως λείπει στην εγχώρια αγορά εκτός από την ευρύτερη αντίληψη των αγοραστών για τα οφέλη της ηλεκτροκίνησης – για παράδειγμα εξοικονόμηση χρημάτων και προστασία του περιβάλλοντος -, είναι και η δυνατότητα να φορτίζουν γρήγορα και αποτελεσματικά τα αυτοκίνητά τους. Εάν για παράδειγμα κάποιος επιλέξει να διανύσει την απόσταση Αθήνας – Θεσσαλονίκης για ένα επαγγελματικό ή ψυχαγωγικό ταξίδι, το πιθανότερο είναι ότι θα δυσκολευτεί αρκετά να εντοπίσει σημεία ταχείας φόρτισης – κοινώς ultra fast chargers – και υπό την προϋπόθεση ότι το αυτοκίνητό του υποστηρίζει την ταχύτατη φόρτιση σε δέκα το πολύ λεπτά, προκειμένου να μην χρειαστεί να δαπανήσει πολύτιμο χρόνο, παραμένοντας επί μακρόν σε κάποιο σταθμό φόρτισης της Εθνικής Οδού.
Η «εκλαΐκευση» της ηλεκτροκίνησης
Η επιδότηση που δίνεται από το κράτος για την αγορά ηλεκτρικών αυτοκινήτων αποτελεί σε κάθε περίπτωση ένα ισχυρό κίνητρο. Κυρίως όμως για όσους επιλέγουν να έχουν ηλεκτρικά αυτοκίνητα πόλης. Όπου οι ιδιοκτήτες μπορούν να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους σε ένα οικιακό wallbox φόρτισης, ενδεχομένως – αν και όχι με βεβαιότητα – στο χώρο εργασίας τους και ίσως σε κάποιο εμπορικό κέντρο ή σούπερ μάρκετ που διαθέτει τέτοιου είδους εγκαταστάσεις. Ωστόσο η «εκλαΐκευση» των ηλεκτροφορτιστών σε σημείο τέτοιο που να είναι διαθέσιμοι σε πολλά σημεία των ελληνικών δρόμων της πρωτεύουσας ή της περιφέρειας αλλά και της ηλεκτροκίνησης ευρύτερα, είναι κάτι από το οποίο η απόσταση που μας χωρίζει είναι προς το παρόν αρκετή.
Στο τελευταίο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Μεταφορών και Υποδομών, Γιάννης Ξιφαράς, μίλησε για την ηλεκτροκίνηση, όντας ιδιαιτέρως ειλικρινής. Παραδέχτηκε ουσιαστικά ότι για να μπορέσει η Ελλάδα να συμβαδίσει στον τομέα της ηλεκτροκίνησης με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, απαιτούνται έως και 3,5 χρόνια, κάτι που σχετίζεται άμεσα και με την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Μόλις το 4,7% των πωλήσεων του 2023 ήταν ηλεκτρικά αυτοκίνητα
Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2023 στην Ελλάδα μόλις το 4,7% των νέων πωλήσεων αυτοκινήτων αντιστοιχούσε σε ηλεκτρικά, ποσοστό που είχε η Ευρώπη μεταξύ 2019-2020.
Το γεγονός είναι ότι η Ελλάδα έχει μία σημαντική ευκαιρία τα επόμενα χρόνια στο συγκεκριμένο τομέα κυρίως γιατί διαθέτει έναν από τους γηραιότερους στόλους αυτοκινήτων στην Ευρώπη, με μέση ηλικία άνω των 17 χρόνων, ουδείς μπορεί να το αρνηθεί. Ωστόσο, για να αλλάξει η τρέχουσα συνθήκη, απαιτούνται πολλές ακόμα πρωτοβουλίες και φυσικά η τοποθέτηση φορτιστών σε πολλά περισσότερα σημεία των ελληνικών δρόμων ή πεζοδρομίων.
Τι γίνεται στον κόσμο
Τα πράγματα δεν είναι απολύτως ρόδινα και σε αρκετές χώρες του εξωτερικού, καθώς οι πολίτες αρκετών αναπτυγμένων οικονομικά χωρών, έχουν εκφράσει την επιθυμία τους να επιστρέψουν σε αυτοκίνητο με κινητήρα εσωτερικής καύσης. Από το Mobility Consumer Pulse της McKinsey για το 2024, που κυκλοφόρησε στα τέλη Ιουλίου, προκύπτει πως το 46% των ιδιοκτητών ηλεκτρικών οχημάτων (EV) στις ΗΠΑ θεωρούν «πολύ πιθανό» να επιστρέψουν στην κατοχή ενός οχήματος με κινητήρα εσωτερικής καύσης (ICE) στην επόμενη αγορά τους. Στην έρευνα με δείγμα 37.000 καταναλωτές παγκοσμίως, η Αυστραλία είχε τους περισσότερους κατοίκους οι οποίοι προβληματίζονται και ενδεχομένως θα επέστρεφαν σε κινητήρες εσωτερικής καύσης. Στη συγκεκριμένη χώρα ένας στους δυο ιδιοκτήτες ηλεκτρικών οχημάτων δηλώνει έτοιμος να επιστρέψει σε μία τέτοια επιλογή. Αλλες χώρες που συμπεριλήφθηκαν στην έρευνα ήταν οι ΗΠΑ, Βραζιλία, Κίνα, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ιαπωνία, Νορβηγία και συνολικά 15 χώρες που καλύπτουν το 80% της παγκόσμιας αγοράς ηλεκτροκίνησης. Το μέσο ποσοστό των ερωτηθέντων που θέλει να εγκαταλείψει το ηλεκτρικό του όχημα ανέρχεται σε 29%. Σε αυτούς εξαίρεση αποτελούν οι Κινέζοι.
Ένας από τους λόγους που και σε άλλες χώρες – πλην της Ελλάδας – δημιουργεί προβληματισμό ως προς την πραγματική ευκολία και εξυπηρέτηση που προσφέρουν τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, είναι οι ελλιπείς υποδομές. Ωστόσο η ίδια έρευνα παρουσίασε ευρήματα όπως το διαρκές άγχος του οδηγού για την επαρκήαυτονομία του οχήματός του. Σύμφωνα με την έρευνα, το 35% των οδηγών ηλεκτρικών αυτοκινήτων που σκέφτονται να στραφούν σε όχημα με κινητήρα εσωτερικής καύσης αναφέρει ως βασικό λόγο την έλλειψη επαρκούς δημόσιας υποδομής φόρτισης, ενώ το 21% λέει ότι δεν αντέχει πλέον το άγχος σχετικά με την πρόσβαση σε σημείο φόρτισης.
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, τα στοιχεία του Συνδέσμου Εισαγωγέων Αντιπροσώπων Αυτοκινήτων, παρουσιάζουν μία αξιοσημείωτη οπτική. Για τον Αύγουστο του 2024, τα υβριδικά επιβατικά αυτοκίνητα αποτέλεσαν την πρώτη επιλογή στις προτιμήσεις των καταναλωτών (47,5%) κάτι που σημαίνει ότι το κοινό επιθυμεί σε αυτοκίνητο με ηλεκτροκινητήρα, ωστόσο επιδιώκει να έχει ταυτόχρονα και τη σιγουριά που του προσφέρει ο βενζινοκινητήρας. Στη δεύτερη θέση πωλήσεων τον ίδιο μήνα βρέθηκαν τα βενζινοκίνητα (32,5%). Αναλυτικότερα, τον όγδοο μήνα του έτους εκ των 8.149 επιβατικών αυτοκινήτων που ταξινομήθηκαν, 3.870 ήταν υβριδικά (47,5%), 2.648 βενζινοκίνητα (32,5%), 514 ηλεκτρικά (6,3%), 458 plug-in υβριδικά (6,1%) και 344 πετρελαιοκίνητα (4,2%). Από το σύνολο των επιβατικών αυτοκινήτων που πωλήθηκαν τον Αύγουστο (8.149), το 53,8% είχε κινητήρα ως 1.400 κυβικά εκατοστά.
Σημαντική παράμετρο βέβαια αποτελεί και η διαφορά τιμής που έχουν τα ηλεκτρικά από τα συμβατικά αυτοκίνητα, ακόμα και εάν τα πρώτα επιδοτούνται.
Θυμίζουμε τέλος ότι οι χώρες της Ε.Ε. έχουν συμφωνήσει για την πλήρη κατάργηση των οχημάτων με κινητήρες εσωτερικής καύσης έως το 2035, στο πλαίσιο των προσπαθειών για μηδενισμό των εκπομπών καυσαερίων. Η συγκεκριμένη συμφωνία επετεύχθη προ διετίας και παρά τις ενστάσεις που αρχικά είχε η Ιταλία, ζητώντας την παράταση της προθεσμίας για ακόμα πέντε χρόνια. Ωστόσο η πραγματικότητα βρίσκεται συχνά αρκετά μακριά από την επιθυμία ή τα πλάνα που καταρτίζουν κυβερνήσεις κρατών και θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ένας στόχος που σήμερα φαντάζει αρκετά φιλόδοξος. Μένει λοιπόν να αποδειχτεί κατά πόσο είναι και ρεαλιστικός.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.