Ο κλάδος της ελληνικής οινοποιίας διανύει μια περίοδο σημαντικών αλλαγών και ανακατατάξεων, με τις παραδοσιακές δυνάμεις του χώρου να υποχωρούν και νέους παίκτες να εισέρχονται δυναμικά στην αγορά.
Η αυξανόμενη παγκόσμια ζήτηση για ελληνικό κρασί, σε συνδυασμό με τις επενδύσεις στον κλάδο, δημιουργεί νέα δεδομένα και προκαλεί σημαντικές εξελίξεις, όπως εξαγορές και στρατηγικές συνεργασίες.
Οι παραδοσιακές δυνάμεις και η υποχώρησή τους
Ιστορικά, η ελληνική οινοποιία ελέγχονταν από λίγες μεγάλες εταιρείες, με ονόματα όπως Κουρτάκης, Τσάνταλης και Μπουτάρης να είναι για δεκαετίες ήταν από τους πρωταγωνιστές του κλάδου.
Η υποχώρηση των παραδοσιακών δυνάμεων άνοιξε το δρόμο για την είσοδο νέων παικτών στην ελληνική οινοποιία. Οι νέες εταιρείες του κλάδου δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στην ποιότητα, την καινοτομία και τη βιωσιμότητα, ενώ πολλές από αυτές επικεντρώνονται στην παραγωγή βιολογικών και premium κρασιών.
Σήμερα, ο ελληνικός κλάδος της οινοποιίας βρίσκεται σε μια φάση σημαντικών ανακατατάξεων, με παραδοσιακές επιχειρήσεις να αναδιαρθρώνονται ή να αλλάζουν χέρια, ενώ νέοι επιχειρηματικοί παίκτες επιχειρούν να ενισχύσουν τη θέση τους στην αγορά μέσα από εξαγορές και στρατηγικές συνεργασίες. Αυτή η δυναμική περίοδος αναδεικνύει τις προκλήσεις και τις ευκαιρίες για την ελληνική οινοποιία, έναν κλάδο που παραδοσιακά έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην οικονομία και την κουλτούρα της χώρας.
Οι κινήσεις της Premia Properties
Ένας από τους πιο ισχυρούς παίκτες που επιχειρεί να δημιουργήσει σταθερό πόλο στον κλάδο είναι ο όμιλος Γεωργιάδη.
Η πρόσφατη πώληση του οινοποιείου στο Μεγαλοχώρι της Σαντορίνης από την Premia Properties αναδεικνύει τη στρατηγική κατεύθυνση της εταιρείας για διαχείριση και μεγιστοποίηση των επενδύσεών της. Η πώληση, που ολοκληρώθηκε στις 13 Σεπτεμβρίου 2024, πραγματοποιήθηκε έναντι 6,5 εκατομμυρίων ευρώ, υπερβαίνοντας κατά πολύ την αποτίμηση του ακινήτου, που ήταν στα 4,1 εκατομμύρια ευρώ στις 30 Ιουνίου 2023.
Η Premia Properties εντάσσει αυτή την πώληση στο ευρύτερο πλαίσιο της ενεργητικής διαχείρισης του χαρτοφυλακίου της. Το βασικό κίνητρο πίσω από αυτή την κίνηση ήταν η αύξηση των ταμειακών ροών και η ενίσχυση των επενδυτικών σχεδίων της εταιρείας, με το κέρδος από τη συναλλαγή να ανέρχεται σε 1,5 εκατομμύριο ευρώ. Αυτή η στρατηγική, η οποία περιλαμβάνει την πώληση μη παραγωγικών ακινήτων, αναμένεται να έχει θετικό αντίκτυπο στα οικονομικά αποτελέσματα του τρίτου τριμήνου του 2024.
Η πώληση του οινοποιείου έγινε σε συνεργασία με την ιστορική οινοποιεία Μπουτάρη, η οποία μίσθωνε το ακίνητο. Παρά τη λύση της μίσθωσης, η Μπουτάρη συνεχίζει τη δραστηριότητά της στη Σαντορίνη, διατηρώντας τον αμπελώνα 60 στρεμμάτων στην περιοχή του Φάρου Ακρωτηρίου, τον οποίο εξακολουθεί να μισθώνει από την Premia Properties. Αυτό επιτρέπει στη Μπουτάρη να συνεχίσει την παραγωγή της και την παρουσία της στο νησί, όπου η οινοποιητική δραστηριότητα έχει τεράστια σημασία.
Η πώληση του ακινήτου στη Σαντορίνη αποτελεί μέρος μιας πιο γενικής στρατηγικής της Premia για τη διαχείριση ακινήτων που έχουν περιορισμένες προοπτικές ανάπτυξης. Λόγω της αναστολής έκδοσης οικοδομικών αδειών στο νησί, δεν υπήρχαν προοπτικές επέκτασης των εγκαταστάσεων για την ανάπτυξη οινοτουριστικών δραστηριοτήτων. Η εταιρεία έκρινε ότι η πώληση ήταν η καλύτερη επιλογή, καθώς προσφέρει σημαντική ταμειακή ενίσχυση που θα υποστηρίξει μελλοντικές επενδύσεις.
Παρά την πώληση του οινοποιείου της Σαντορίνης, η Premia παραμένει στρατηγικά δεσμευμένη στον κλάδο των οινοποιείων. Η εταιρεία διατηρεί τέσσερα οινοποιεία σε βασικές οινοπαραγωγικές περιοχές, όπως η Νάουσα, η Γουμένισσα, η Μαντίνεια και η Κρήτη, καθώς και 630 στρέμματα αμπελώνων, τα οποία μισθώνονται στην Μπουτάρη. Τα περιουσιακά αυτά στοιχεία ενισχύουν τη θέση της Premia στον κλάδο του κρασιού και παρέχουν δυνατότητες περαιτέρω ανάπτυξης.
Η Premia έχει επενδύσει σημαντικά στην αναβάθμιση των τουριστικών υποδομών της, με ένα από τα πιο πρόσφατα έργα να είναι η ανακαίνιση τριών σουιτών στο οινοποιείο της στο Σκαλάνι Ηρακλείου Κρήτης.
Παράλληλα, η εταιρεία έχει υποβάλει αιτήσεις για την προσθήκη πέντε επιπλέον σουιτών, γεγονός που θα ενισχύσει την τουριστική εμπειρία και την παρουσία της στον οινοτουριστικό χάρτη.
Αυτές οι πρωτοβουλίες αποδεικνύουν ότι η Premia επιδιώκει να ενσωματώσει τη φιλοξενία με τις οινοποιητικές δραστηριότητες, προσελκύοντας έτσι έναν ευρύτερο κοινό επισκεπτών.
Μια άλλη σημαντική κίνηση της Premia είναι η συνεργασία με την εταιρεία Navarino Vineyards A.E., στην οποία η Premia απέκτησε το 50% των μετοχών, καλύπτοντας την αύξηση κεφαλαίου ύψους 4,1 εκατομμυρίων ευρώ. Η Navarino Vineyards κατέχει 350 στρέμματα αμπελώνων στη Μεσσηνία και έχει ξεκινήσει την κατασκευή ενός υπερσύγχρονου οινοποιείου στο Μουζάκι, το οποίο αναμένεται να λειτουργήσει το 2026.
Το νέο οινοποιείο αναμένεται να ενταχθεί σε επενδυτικό σχήμα με κύρια συμμετοχή της εταιρείας Ελληνικά Οινοποιεία Α.Ε., μητρική της Μπουτάρη, καθώς και τη συμμετοχή μεγάλων επενδυτών, όπως η σουηδική εταιρεία EBM Invest AB και η οικογένεια Αντετοκούνμπο.
Στόχος της συνεργασίας είναι η παραγωγή βιολογικών κρασιών υψηλής ποιότητας, που θα έχουν ισχυρή παρουσία στην εγχώρια και διεθνή αγορά. Αυτή η επένδυση σηματοδοτεί τη φιλοδοξία της Premia να ενισχύσει περαιτέρω τη θέση της στον κλάδο, αξιοποιώντας σύγχρονες τεχνολογίες και τεχνικές καλλιέργειας.
H ενίσχυση της Cavino των αδερφών Αναστασίου
Παράλληλα, ο όμιλος Αναστασίου, ο οποίος ελέγχει την Cavino, ακολουθεί μια στρατηγική διεύρυνσης των δραστηριοτήτων του. Η Cavino, με μια σταθερή παρουσία στον κλάδο, ενισχύει συνεχώς το χαρτοφυλάκιο των παραγόμενων και διακινούμενων προϊόντων της. Η πρόσφατη εξαγορά της παραδοσιακής αποσταγματοποιίας “Μπαμπατζίμ” από τη Βόρεια Ελλάδα αποτελεί μια ακόμα κίνηση στην κατεύθυνση αυτή, προσθέτοντας στο χαρτοφυλάκιο της Cavino μια ευρύτερη γκάμα προϊόντων, όπως το τσίπουρο και το ούζο, τα οποία έχουν μεγάλη ζήτηση τόσο στην εγχώρια αγορά όσο και στο εξωτερικό.
Η στρατηγική του ομίλου Αναστασίου στοχεύει στην ενίσχυση της θέσης της Cavino ως ενός ολοκληρωμένου παίκτη στον χώρο των αλκοολούχων ποτών, διευρύνοντας τη γκάμα προϊόντων της και ενισχύοντας τις δυνατότητες εξαγωγών της.
Oι μεγάλες εξαγορές του Mantis Group
Ένας ακόμα σημαντικός παίκτης στον κλάδο είναι το Mantis Group, ο οποίος τα τελευταία χρόνια έχει στραφεί από τις εμπορικές στις παραγωγικές δραστηριότητες. Η πρόσφατη εξαγορά της “Μαλαματίνα”, μιας ιστορικής οινοποιίας με βαθιές ρίζες στον κλάδο, αποτέλεσε σημαντικό ορόσημο για τον όμιλο. Με αυτήν την κίνηση, το Mantis Group εισέρχεται δυναμικά στην παραγωγή κρασιού, αποκτώντας πρόσβαση σε μια από τις πιο αναγνωρίσιμες μάρκες κρασιού στην Ελλάδα.
Ωστόσο, η στρατηγική του ομίλου δεν σταματά εδώ. Ο Δημήτρης Κουρτάκης, σκηνοθέτης και κληρονόμος της οινοποιίας “Κουρτάκη”, έχει ήδη εκφράσει την πρόθεσή του να πουλήσει την εταιρεία, και βρίσκεται σε προχωρημένες συζητήσεις με το Mantis Group. Η εξαγορά της οινοποιίας “Κουρτάκη”, η οποία κατείχε για δεκαετίες την πρώτη θέση στον κλάδο όσον αφορά τον τζίρο και τις εξαγωγές, αναμένεται να ενισχύσει σημαντικά το χαρτοφυλάκιο του ομίλου.
Αν αυτή η εξαγορά ολοκληρωθεί, θα έχει αποκτήσει μια από τις ιστορικότερες και πιο εμβληματικές εταιρείες του κλάδου, γεγονός που θα του επιτρέψει να διεκδικήσει σημαντικά μερίδια τόσο στην εγχώρια αγορά όσο και στις διεθνείς αγορές.
Υπενθυμίζεται ότι στο χαρτοφυλάκιο του Mantis Group υπάρχουν ήδη σπουδαία ονόματα όμως αυτά των Red Bull, AQUA Carpatica, Energizer, Wilkinson, Hawaiian Tropic, M&Ms, Twix, Snickers, Mars, Bounty, Uncle Ben΄s, Pedigree, Whiskas κ.α.
Οι κινήσεις των υπόλοιπων παικτών
Οι εξελίξεις αυτές σηματοδοτούν μια νέα εποχή για την ελληνική οινοποιία, με την παραδοσιακή “τράπουλα” του κλάδου να ανακατεύεται και νέους παίκτες να αναδύονται δυναμικά. Οι εξαγορές και οι συγχωνεύσεις που λαμβάνουν χώρα δεν αφορούν μόνο την αύξηση των μεριδίων αγοράς, αλλά και την αναζήτηση οικονομιών κλίμακας και τη βελτιστοποίηση της παραγωγής και διανομής.
Eπίσης, στον κλάδο συναντάμε και άλλες δυνάμεις, όπως το Κτήμα Γεροβασιλείου, το Κτήμα Αλφα, το Κτήμα Κώστα Λαζαρίδη, το Κτήμα Κυρ-Γιάννη, και τους Συνεταιρισμούς Θηραϊκών Προϊόντων και Τυρνάβου που συγκαταλέγονται στους μεγάλους πρωταγωνιστές του κλάδου με τζίρους άνω των 10 εκατ. ευρώ, ενώ ο Νίκος Βαρδινογιάννης απέκτησε το 2021 το 35% του Αγροτικού Συνεταιρισμού Πάρου, στον οποίο «τρέχει» επενδυτικό πλάνο 7 εκατ. ευρώ, με σκοπό την αύξηση της ετήσιας παραγωγής φιαλών πάνω από τις 300 χιλιάδες, από 40 χιλιάδες μέχρι τώρα.
Παράλληλα, η εταιρεία Navarino Vineyards ξεκίνησε την κατασκευή ενός υπερσύγχρονου οινοποιείου στη Μεσσηνία, ενισχύοντας το επενδυτικό ενδιαφέρον για την ελληνική οινοποιία.
Επίσης, επενδυτικά σχήματα με συμμετοχή ξένων και εγχώριων επενδυτών, όπως η Sterner Stenhus και η EBM Invest AB από τη Σουηδία, έχουν δείξει έντονο ενδιαφέρον για τον κλάδο, μέσω εξαγορών και συνεργασιών με παραδοσιακούς παραγωγούς.
Η νέα εποχή της οινοποιίας στην Ελλάδα
Συνολικά, ο κλάδος της οινοποιίας βρίσκεται σε μια φάση μετάβασης
με τις επιχειρηματικές εξελίξεις να προσδιορίζουν το μέλλον του. Οι αλλαγές αυτές είναι ενδεικτικές της ανάγκης για συνεχή προσαρμογή στις νέες τάσεις και προκλήσεις, όπως η ενίσχυση της εξαγωγικής δραστηριότητας, η αξιοποίηση της τεχνολογίας στην παραγωγή και η διαφοροποίηση των προϊόντων ώστε να καλύπτονται οι ανάγκες των σύγχρονων καταναλωτών.
Καθώς οι νέοι παίκτες συνεχίζουν να επενδύουν και να επεκτείνονται, το ελληνικό κρασί αναμένεται να διαδραματίσει ακόμα πιο σημαντικό ρόλο στις διεθνείς αγορές, καθιστώντας τον κλάδο της οινοποιίας έναν από τους βασικούς πυλώνες της ελληνικής οικονομίας και πολιτιστικής ταυτότητας.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.