14 Νοέ 2024
READING

Κατοικία στην Ελλάδα: Πώς από ιδιοκτήτες γίναμε ενοικιαστές

4 MIN READ

Κατοικία στην Ελλάδα: Πώς από ιδιοκτήτες γίναμε ενοικιαστές

Κατοικία στην Ελλάδα: Πώς από ιδιοκτήτες γίναμε ενοικιαστές

Η κατοικία αποτελεί διαχρονικά ένα από τα βασικά και πλέον απαραίτητα κοινωνικά αγαθά. Όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά παγκοσμίως. Ωστόσο το τελευταίο διάστημα τα δεδομένα φαίνεται να μεταβάλλονται δραστικά στη χώρα μας, καθώς ενώ κατά το παρελθόν το ποσοστό ιδιοκτησίας ήταν από τα μεγαλύτερα στην Ευρώπη, πλέον η συνθήκη αυτή αλλάζει με τις νεότερες γενιές να γίνονται μισθωτές και όχι ιδιοκτήτες.

Μάλιστα, αυτό που παρατηρείται το τελευταίο διάστημα μετά την έξοδο από την οικονομική κρίση είναι ότι η δαπάνη ενός πολίτη στη χώρα μας για τη μίσθωση κατοικίας αγγίζει και υπερβαίνει το 40% του μισθού που λαμβάνει κάθε μήνα για ένα σημαντικό μέρος του ελληνικού πληθυσμού.

Στοιχεία που επικαλείται το Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ αναφέρουν ότι η κυριότερη αλλαγή στο μοντέλο στέγασης στην Ελλάδα, αφορά στην απομάκρυνση της ελληνικής κοινωνίας από το μοντέλο ιδιοκατοίκησης. Το αποτέλεσμα είναι ότι το 2023 ο αριθμός των ενοικιαστών υπερέβη το 30% του πληθυσμού. Ταυτόχρονα το ποσοστό των ενοικιαστών που διαθέτει πάνω από το 40% του διαθέσιμου εισοδήματός του για τις ανάγκες στέγασης, ανέρχεται σε 40,5%, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό των ιδιοκτητών ανέρχεται σε 22,3%.

Σύμφωνα με το ΕΝΑ, τέσσερις είναι οι κυριότεροι λόγοι που αποτρέπουν τις νεότερες γενιές των Ελλήνων από το να αγοράσουν το δικό τους σπίτι: οι χαμηλοί μισθοί, οι υψηλές τιμές αγοράς κατοικίας και ενοικίων, τα αυστηρά κριτήρια διανειοδότησης καθώς και η εργασιακή – οικονομική επισφάλεια.

Η δυσβάσταχτη αναλογία ενοικίων και διαθέσιμου εισοδήματος – Η αρνητική πρωτιά της Ελλάδας

Με τις τιμές των κατοικιών και τα ενοίκια να αυξάνονται διαρκώς, το κόστος της στέγασης αποτελεί μία συχνά δυσβάσταχτη επιβάρυνση.

Αυτό μπορεί να μετρηθεί με το ποσοστό επιβάρυνσης του κόστους στέγασης, το οποίο δείχνει το μερίδιο του πληθυσμού που ζει σε ένα νοικοκυριό όπου το συνολικό κόστος στέγασης αντιπροσωπεύει περισσότερο από το 40% του διαθέσιμου εισοδήματος. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 27 κρατών, το 2022, το 10,6% του πληθυσμού στις πόλεις ζούσε σε ένα τέτοιο νοικοκυριό σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τις αγροτικές περιοχές ήταν 6,6%. Τα υψηλότερα ποσοστά αναλογίας κόστους στέγασης προς διαθέσιμο εισόδημα παρατηρήθηκαν στην Ελλάδα (27,3%) και τη Δανία (22,5%) και τα χαμηλότερα στη Σλοβακία (2,3%) και στην Κροατία (2,6%). Στις αγροτικές περιοχές ήταν υψηλότερα και σε αυτή την περίπτωση στην Ελλάδα (24,2%) και στη Βουλγαρία (18,1%) και χαμηλότερα στη Μάλτα (0,2%) και στην Κύπρο (0,5%).

Η επιβάρυνση του κόστους στέγασης ήταν υψηλότερη στις πόλεις από ό,τι στις αγροτικές περιοχές σε 20 κράτη μέλη και χαμηλότερη σε 7 στη διάρκεια του 2022. Οι πιο ακραίες περιπτώσεις στην προκειμένη περίπτωση ήταν η Δανία (13,5 ποσοστιαίες μονάδες, με 22,5% στις πόλεις και 9,0% στις αγροτικές περιοχές) και η Βουλγαρία (-5,4 ποσοστιαίες μονάδες, με 12,7% και 18,1%).

Η Ελλάδα στις χώρες με τα μεγαλύτερα ποσοστά της Ε.Ε. με μειωμένη δυνατότητα θέρμανσης των κατοικιών

Δεν είναι μόνο ο αριθμός των ανθρώπων που ζουν σε ένα σπίτι που επηρεάζει την ποιότητα ζωής, αλλά και η ποιότητα της στέγασης, όπως η ικανότητα να διατηρείται ζεστό το σπίτι, η έλλειψη εσωτερικής τουαλέτας, ντους και μπανιέρας, οι στέγες και οι τοίχοι με διαρροές και υγρασία. Στην ΕΕ το 2022, το 9,3% του πληθυσμού δεν είχε τη δυνατότητα να διατηρήσει το σπίτι επαρκώς ζεστό. Τα υψηλότερα ποσοστά παρατηρήθηκαν στη Βουλγαρία (22,5%), την Κύπρο (19,2%) και την Ελλάδα (18,7%) και τα χαμηλότερα στη Φινλανδία (1,4%), το Λουξεμβούργο (2,1%) και τη Σλοβενία ​​(2,6%).

Το υψηλότερο ποσοστό αθέτησης υποχρεώσεων στην Ελλάδα

Οι καθυστερήσεις σε λογαριασμούς στεγαστικών δανείων, ενοικίων ή υπηρεσιών κοινής ωφέλειας είναι μια άλλη ένδειξη ότι το κόστος στέγασης μπορεί να είναι πολύ υψηλό σύμφωνα με τη Eurostat. Παρά το γεγονός ότι οι τιμές και τα ενοίκια των κατοικιών αυξήθηκαν κατά την περίοδο 2010-2022, το ποσοστό των ατόμων που ζουν σε νοικοκυριά με καθυστερήσεις σε στεγαστικά δάνεια, ενοίκια ή λογαριασμούς κοινής ωφελείας στην ΕΕ μειώθηκε από 12,4% το 2010 σε 9,2% το 2022.

Στην πράξη τα ποσοστά αθέτησης υποχρεώσεων μειώθηκαν σε 22 κράτη μέλη και αυξήθηκαν σε 5. Το 2022, τα μεγαλύτερα ποσοστά ασυνέπειας στις συμβατικές υποχρεώσεις των πολιτών παρατηρήθηκαν στην Ελλάδα (45,5%), τη Βουλγαρία (19,9%), τη Ρουμανία (18,4%) και την Κροατία (15,7%) και τα μικρότερα στην Τσεχία (2,7%), Ολλανδία (2,9%), Βέλγιο (4,2%) και Αυστρία (4,7%).

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.