Σύμφωνα με τη μηνιαία έρευνα εργατικού δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ, το εποχικά διορθωμένο ποσοστό ανεργίας, δηλαδή ο λόγος των ανέργων προς το εργατικό δυναμικό, μειώθηκε στο 9,6% τον Ιούνιο που πέρασε από 10,3% τον Μαίο 2024 και 11,4% τον Ιούνιο 2023.
Όπως αναφέρει μάλιστα η Eurobank στην εβδομαδιαία της έκθεση, ανάμεσα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 27 κρατών μελών, η Ισπανία κατέγραψε το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας τον Ιούνιο 24 με 11,5%, όμως το πιο σημαντικό είναι ότι ακόμη και με την αύξηση της απασχόλησης, η Ελλάδα βρίσκεται στη δεύτερη θέση της συγκεκριμένης λίστας, με ποσοστό 9,6%, ενώ ακολουθούν η Φινλανδία (8,4%), η Λιθουανία (8,2%), και η Σουηδία (8,2%).
Πάντως, όπως σημειώνει η έρευνα, τα στοιχεία του Ιουνίου βελτίωσαν σε έναν βαθμό την εικόνα αναφορικά με την εξέλιξη του ποσοστού ανεργίας στην Ελλάδα το τρέχον έτος, με τη μέση ετήσια μείωση στο 6μηνο μεταξύ Ιανουαρίου και Ιουνίου να ανέρχεται πλέον στις 0,6 ποσοστιαίες μονάδες, από 0,4 ποσοστιαίες μονάδες το 5μηνο Ιανουαρίου – Μαίου 2024, παραμένοντας ωστόσο αρκετά ηπιότερη από την αντίστοιχη μεταβολή του αντίστοιχου 6μηνου του 2023.
Αυτό στο οποίο πρέπει να δώσουμε σημασία είναι το γεγονός ότι βάσει της μηνιαίας έρευνας εργατικού δυναμικού, το πρώτο εξάμηνο του 2024 τα στοιχεία δείχνουν ότι η αύξηση της απασχόλησης προέρχεται κυρίως από τη δεξαμενή του μη ενεργού πληθυσμού και σε μικρότερο βαθμό από τη δεξαμενή των ανέργων. Σε αμιγώς τεχνικούς όρους, αυτός είναι ο λόγος που ενώ ο ρυθμός αύξησης της απασχόλησης επιταχύνθηκε στο 6μηνο Ιανουαρίου – Ιουνίου 2024, ο αντίστοιχος ρυθμός μείωσης του ποσοστού ανεργίας επιβραδύνθηκε.
Όπως αναφέρεται, η ικανοποιητική αύξηση της απασχόλησης δίνει ανάσα αισιοδοξίας για τους εθνικούς λογαριασμούς του β’ τριμήνου 2024. Σε αυτό προστίθενται η ισχυρή αύξηση του δείκτη όγκου λιανικού εμπορίου τον Μάιο, η ενίσχυση του βαθμού χρησιμοποίησης εργοστασιακού δυναμικού στη βιομηχανία το β’ τρίμηνο 2024 στο 80,7% από 72,8% το α’ τρίμηνο 2024, η ενίσχυση του δείκτη οικονομικού κλίματος και η παραμονή του δείκτη PMI μεταποίησης άνω του ορίου των 50 μονάδων.
Το πρώτο εξάμηνο του 2024 τα στοιχεία δείχνουν ότι η αύξηση της απασχόλησης προέρχεται κυρίως από τη δεξαμενή του μη ενεργού πληθυσμού και σε μικρότερο βαθμό από τη δεξαμενή των ανέργων
Ωστόσο, σημαντικός βραχνάς είναι το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου πλην πετρελαιοειδών και πλοίων που κατέγραψε διψήφια άνοδο (10,5%) και διαμορφώθηκε στα 16,73 δισ. το πρώτο εξάμηνο του έτους.
Αναφορικά με τις εξαγωγές, εστιάζοντας στα στοιχεία του Ιουνίου, η αξία των εξαγωγών τον πρώτο μήνα του καλοκαιριού ανήλθε στα 4,257 δισ. ευρώ, έναντι 4,169 δισ. ευρώ κατά τον αντίστοιχο μήνα του 2023 παρουσιάζοντας αύξηση 2,1%. Ωστόσο, προβληματισμό εγείρει το γεγονός ότι η συνολική αξία των εξαγωγών κατά το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου-Ιουνίου 2024 υποχώρησε στα 25,298 δισ. έναντι 26,123 δισ. ευρώ, το ίδιο διάστημα του 2023, παρουσιάζοντας μείωση, σε ευρώ 3,2%.
Χιλιάδες κενές θέσεις εργασίας και ανεργία πάνε μαζί
Πάντως, πρέπει να τονίσουμε ότι τα ποσοστά της αύξησης της απασχόλησης για τον μήνα Ιούνιο, όπως αυτά ανακοινώθηκαν, μπορεί να είναι θετικά, όμως είναι γεγονός πως αυτά αλλάζουν από μήνα σε μήνα, ενώ σε γενικές γραμμές, οι προβλέψεις αναφέρουν ότι η ανεργία στη χώρα μας θα παραμείνει στα επίπεδα του 10% για αρκετά ακόμα χρόνια, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου.
Και είναι αλήθεια πως, μετά την ακρίβεια, η ανεργία είναι ίσως το δεύτερο θέμα που απασχολεί περισσότερο τους Έλληνες, τη στιγμή που υπάρχει το παράδοξο των χιλιάδων κενών θέσεων εργασίας. Τι συμβαίνει λοιπόν;
Η ανεργία στην Ελλάδα έφτασε στο υψηλότερο επίπεδο της σύγχρονης ιστορίας (27,5%) το 2013, την περίοδο που η χώρα βρισκόταν στη δοκιμασία των μνημονίων. Με τη σταδιακή ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας το ποσοστό της ανεργίας άρχισε να μειώνεται, ωστόσο εδώ και έναν χρόνο παραμένει επίμονα κοντά στο 10%, ενώ αυτή τη στιγμή βρίσκεται στο 11%.
Κοινώς, η χώρα μας καταλαμβάνει την προτελευταία θέση στην ΕΕ στα ποσοστό απασχόλησης. Παράλληλα το 2023, κατέγραψε αρνητικά πανευρωπαϊκή πρωτιά στην ανεργία των νέων και των γυναικών, ενώ και η ποιότητα απασχόλησης παραμένει σε χαμηλά επίπεδα σε σύγκριση με τα ευρωπαϊκά δεδομένα. Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, εργάζονται έξι στους 10 ανθρώπους που είναι σε θέση να απασχοληθούν, δηλαδή ηλικίας 15-64 ετών, στην Ελλάδα.
Ταυτόχρονα, υπάρχει τεράστιο χάσμα ανάμεσα σε προσφορά και ζήτηση εργασίας, με τις κενές θέσεις να είναι χιλιάδες σε όλους τους κλάδους, γεγονός που αποδεικνύει μία σημαντική παθογένεια που μαστίζει την αγορά εργασίας τα τελευταία χρόνια.
Οι περισσότεροι εργοδότες αυτή τη στιγμή διαμαρτύρονται για το γεγονός ότι αδυνατούν να βρουν προσωπικό. Αυτή τη στιγμή από την αγορά εργασίας λείπουν πάνω από 150.000 εργαζόμενοι, συνολικά, με το φαινόμενο να απλώνεται σχεδόν σε όλους τους κλάδους.
Δεν είναι όλοι πραγματικά άνεργοι
Θα ήταν βέβαια παράλειψη να μην αναφέρουμε και το κομμάτι της πάντα παρούσας και διαχρονικής, αδήλωτης εργασίας. Η ανεργία σίγουρα αποτελεί ένα μεγάλο κεφάλαιο στην αγορά εργασίας της χώρας μας, ωστόσο δεν δικαιολογεί το γεγονός ότι το ποσοστό των Ελλήνων έως 29 ετών που εργάζονται είναι από τα χαμηλότερα στην Ευρώπη. Ενδεικτικά, το ποσοστό των Ελλήνων εργαζομένων νέων έως αυτή την ηλικία σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat μόλις που αγγίζει το 53%, ενώ στην Ολλανδία φτάνει το 83%, γεγονός που φανερώνει, αφενός το φαινόμενο της ανεργίας στους νέους, αφετέρου τη μαύρη εργασία που κρύβεται. Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε ότι περίπου οι μισοί από τους εργαζομένους κολλούν ένσημα, ενώ οι άλλοι μισοί όχι.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.