21 Νοέ 2024
READING

Στον «πυρετό» του Airbnb οι ιδιοκτήτες, παρά τα μέτρα και τη χαμηλή πληρότητα

7 MIN READ

Στον «πυρετό» του Airbnb οι ιδιοκτήτες, παρά τα μέτρα και τη χαμηλή πληρότητα

Στον «πυρετό» του Airbnb οι ιδιοκτήτες, παρά τα μέτρα και τη χαμηλή πληρότητα

Την ώρα που οι τιμές των ενοικίων για μακροχρόνια μίσθωση έχουν εκτοξευτεί, οι ιδιοκτήτες των ακινήτων μοιάζουν να επιμένουν σε μία καταστροφική «συνταγή», τόσο για τους ενοικιαστές, όσο -πλέον- και για τους ίδιους.

Κι αυτό γιατί, παρά τα αντικίνητρα της κυβέρνησης, και τη χαμηλή πληρότητα, επιμένουν να στρέφονται σε πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης όπως η Airbnb, συρρικνώνοντας τις διαθέσιμες επιλογές για όσους αναζητούν μόνιμη κατοικία.

«Άδεια» 6 στα δέκα καταλύματα

Χαρακτηριστικά είναι τα στοιχεία της πρόσφατης έρευνας του Insete, σύμφωνα με την οποία τον Ιούνιο ο αριθμός των καταλυμάτων σε όλη τη χώρα ήταν 224.860, την ώρα που οι διαθέσιμες κλίνες «άγγιξαν» το 1 εκατ. (991.156).

Και μπορεί τα νούμερα αυτά να οδηγούν στο συμπέρασμα ότι προφανώς υπάρχει και αντίστοιχη ζήτηση, η πραγματικότητα όμως διαφέρει παρασάγγας. Συγκεκριμένα, τα ποσοστά πληρότητας εν μέσω καλοκαιριού έφτασαν μόλις στο 40%, ενώ το ποσοστό αυτό τον Ιανουάριο βρισκόταν μόλις στο 12%. Δηλαδή, επί της ουσίας, μιλάμε για έναν «πόλεμο» μεταξύ των ιδιοκτητών για την προσέλκυση των -όποιων- ενδιαφερομένων, την ώρα που το ίδιο σπίτι θα μπορούσε να ενοικιαστεί ακόμα και σε μία μέρα στην μακροχρόνια μίσθωση.

Παρ’ όλα αυτά, σύμφωνα με το ινστιτούτο, το 2024 όλο και περισσότεροι είναι εκείνοι που σπεύδουν να καταχωρήσουν το ακίνητό τους σε κάποια πλατφόρμα βραχυχρόνιας μίσθωσης, βοηθώντας έτσι στην μεγάλη αύξηση προσφοράς, που κινείται κοντά στις 20.000 μονάδες κάθε μήνα.

Η ίδια κατάσταση επικρατεί και στον αριθμό των διαθέσιμων προς μίσθωση κλινών, καθώς την περίοδο Ιανουαρίου-Μαΐου 2024 υπάρχει μία προοδευτική αύξηση στον συνολικό αριθμό κλινών σε σχέση με τα στοιχεία του 2023. Έτσι, συνολικά, ο αριθμός διαθέσιμων κλινών τον Ιούνιο «άγγιξε» το 1 εκατομμύριο ενώ θεωρείται σίγουρο ότι θα τον ξεπεράσει τον Ιούλιο.
Αναλυτικότερα, αν θέλουμε να εστιάσουμε στην εξέλιξη της πληρότητας από το 2023 στο 2024 θα δούμε ότι οι διαφορές είναι σχετικά μικρές, και οι επιδόσεις όχι εντυπωσιακές.

Συγκεκριμένα, τον Ιανουάριο του 2024 η πληρότητα διατηρήθηκε στο 12%, όση δηλαδή ήταν και τον αντίστοιχο μήνα του 2023, ενώ τον Φεβρουάριο σημειώθηκε μείωση της πληρότητας σε 10%, έναντι 13% τον ίδιο μήνα του 2023. Τον Μάρτιο η πληρότητα ανέβηκε ελαφρώς στο 16%, έναντι 15% τον Μάρτιο του 2023, ενώ τον Απρίλιο η πληρότητα έφτασε στο 23%, έναντι 24% πέρσι. Ακόμα, τον Μάιο, ο οποίος βοηθήθηκε και από το Πάσχα, η πληρότητα έφτασε στο 30%, έναντι 26% την αντίστοιχη περσινή περίοδο, ενώ, τέλος, τον Ιούνιο η πληρότητα σε αυξήθηκε σε 40% έναντι 38% τον Ιούνιο του 2023.

Μειώνεται η μέση διάρκεια παραμονής

Ακόμα ένα στοιχείο που θα έπρεπε να προβληματίσει όσους επιλέγουν τον δρόμο της βραχυχρόνιας μίσθωσης για το κινητό τους είναι ότι η μέση διάρκεια παραμονής σε διανυκτερεύσεις την περίοδο Ιανουαρίου-Ιούνιου 2024, συγκρινόμενη με την αντίστοιχη του 2023, αυξήθηκε μόνο τους δύο πρώτους μήνες, οι οποίοι παραδοσιακά έχουν και χαμηλότερες τιμές.

Αντιθέτως, τους υπολοίπους, που θεωρούνται και πιο «εμπορικοί», σημειώνεται μείωση, εξέλιξη που μαρτυρά την απροθυμία των επισκεπτών να χαλάσουν περισσότερα χρήματα.

Ειδικότερα, τον Ιανουάριο του 2024, η μέση διάρκεια παραμονής ανήλθε σε 3,5 διανυκτερεύσεις καταγράφοντας άνοδο +6,8% και τον Φεβρουάριο έφτασε στις 3,7 διανυκτερεύσεις, με σημαντική αύξηση κατά +32,6%. Στη συνέχεια καταγράφεται πτωτική τάση με 3,5 διανυκτερεύσεις τον Μάρτιο και μείωση -1,5%, 3,8 διανυκτερεύσεις τον Απρίλιο, 3,5 διανυκτερεύσεις τον Μάιο και πτώση -10,0%, ενώ, τέλος, τον Ιούνιο η μέση διάρκεια παραμονής ήταν 3,8 διανυκτερεύσεις με μείωση -5,0%.

Γιατί επιμένουν να επιλέγουν Airbnb οι ιδιοκτήτες;

Μία αντικειμενική ανάλυση των δεδομένων μάς επιτρέπει να αντιληφθούμε ότι η βραχυχρόνια μίσθωση κάθε άλλο παρά δρόμος για εύκολο και μεγάλο κέρδος θα πρέπει να θεωρείται. Στη συντριπτική πλειοψηφία των καταλυμάτων, και ειδικά όταν δεν μιλάμε για κάποια προνομιούχα τοποθεσία ή ειδική κατάσταση γενικότερα, ο ανταγωνισμός είναι πολύ μεγάλος.

Την ίδια ώρα, η κυβέρνηση αναζητά αντικίνητρα, εξετάζοντας σενάρια όπως την επιβολή φορολόγησης 22% από το πρώτο ευρώ για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις, ενώ στο τραπέζι έχει «πέσει» και η πρόταση όσοι εκμεταλλεύονται τουλάχιστον δύο ακίνητα να αντιμετωπίζονται ως επιχειρηματίες που υπάγονται σε καθεστώς ΦΠΑ και καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές και τέλος επιτηδεύματος.

Υπενθυμίζεται ότι σήμερα, μετά τις πρόσφατες παρεμβάσεις, για να θεωρηθεί ένας ιδιοκτήτης ακινήτου επαγγελματίας και να προχωρήσει σε έναρξη επιχειρηματικής δραστηριότητας θα πρέπει να διαθέτει τρία ή περισσότερα ακίνητα βραχυχρόνιας μίσθωσης.

Ακόμα, η κυβέρνηση θα ήθελε η μίσθωση κάθε ακινήτου να μην υπερβαίνει τις 90 ημέρες ανά ημερολογιακό έτος και για νησιά κάτω των 10.000 κατοίκων τις 60 ημέρες ανά ημερολογιακό έτος, στο κυβερνητικό επιτελείο όμως παραδέχονται ότι ένα τέτοιο πλαφόν δύσκολα μπορεί να εφαρμοστεί στην πράξη.

Αντιλαμβανόμαστε δηλαδή ότι το έδαφος για της βραχυχρόνιες μισθώσεις γίνεται όλο και πιο αρνητικό, τόσο εξαιτίας του μεγάλου ανταγωνισμού, όσο και της ανάγκης να αντιμετωπιστεί το τεράστιο στεγαστικό πρόβλημα που έχει προκύψει.

Γιατί λοιπόν οι ιδιοκτήτες στρέφονται τόσο μαζικά στη βραχυχρόνια μίσθωση; Το γρήγορο κέρδος είναι σίγουρα μία απάντηση, όπως και το γεγονός ότι πολλοί ξένοι αγόρασαν σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές σπίτια στη χώρα μας κατά την περίοδο της κρίσης και τώρα βγάζουν κέρδος από αυτά χωρίς να ασχοληθούν ιδιαιτέρως αφού έχουν την βοήθεια της πλατφόρμας για μία σειρά από διαδικασίες που απαιτούνται.

Είναι όμως μόνο αυτό; Αν κρίνει κάποιος από τις δημόσιες τοποθετήσεις πολλών ιδιοκτητών που ξεκαθαρίζουν ότι προτιμούν να κρατήσουν κλειστό το ακίνητό τους παρά να το παραχωρήσουν για μακροχρόνια μίσθωση, μάλλον όχι. Η πλειοψηφία των ιδιοκτητών ακινήτων νιώθει απροστάτευτη μπροστά στους ενοικιαστές, καθώς το νομοθετικό πλαίσιο δεν αρκεί σε καμία περίπτωση για να διαφυλάξει τα συμφέροντά τους. Κάπως έτσι, πολλές φορές, βρίσκονται αντιμέτωποι με ενοικιαστές που δεν πληρώνουν ενοίκια, καταστρέφουν το σπίτι, αρνούνται να μετακομίσουν μετά τη λήξη του συμβολαίου και πολλά ακόμα.

Οι ίδιοι λοιπόν για να αντιδράσουν και να βρουν το δίκιο τους θα πρέπει να προσφύγουν δικαστικά, να χαλάσουν πολλά χρήματα και να περιμένουν μεγάλο χρονικό διάστημα, με μοναδικό όφελος τις περισσότερες φορές την αποχώρηση του ενοικιαστή και όχι κάποια χρηματική αποζημίωση. Στη χώρα μας εξάλλου, σε αντίθεση με άλλες χώρες, δεν υπάρχει μητρώο ενοικιαστών και πολλές φορές όλα βασίζονται στο πόσο τυχερός ή όχι θα σταθεί κάποιος.
Αντιθέτως, σε πλατφόρμες όπως η Airbnb, το οίκημα είναι δεσμευμένο μόνο για μερικές μέρες, τα χρήματα λαμβάνονται προκαταβολικά ενώ, σε περίπτωση ζημιών, υπάρχει ασφαλιστική κάλυψη.

Υπάρχει λύση;

Μπορεί το κράτος να θεωρεί ότι με παρεμβάσεις βγαλμένες από το παρελθόν, όπως η υπέρμετρη φορολογία, θα καταφέρει να καθοδηγήσει τους ιδιοκτήτες προς την κατεύθυνση που επιθυμεί, αυτό όμως στην πράξη δύσκολα θα αποδώσει. Η επιλογή των ιδιοκτητών δείχνει να είναι συνειδητή και βασίζεται στις περιπέτειες που αντιμετώπισαν τα προηγούμενα χρόνια.

Έτσι, αν θέλουμε να δούμε την κατάσταση να αλλάζει, έστω και σταδιακά, θα πρέπει εκτός από την παροχή φορολογικών κινήτρων -πχ μείωση του κατώτατου φορολογικού συντελεστή για τα ενοίκια- να υπάρχει ένα νέο νομοθετικό πλαίσιο που δε θα κάνει τους ιδιοκτήτες να νιώθουν απροστάτευτοι. Μία εξέλιξη βέβαια που είναι δύσκολη γιατί απαιτεί πολιτική γενναιότητα και δεν βαδίζει στον εύκολο -αλλά αναποτελεσματικό- δρόμο της επιπλέον φορολόγησης.

Μέχρι τότε, ακόμα και η αύξηση της οικοδομικής δραστηριότητας που ανακοινώθηκε, δύσκολα θα προσφέρει ουσιαστικά. Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), το μέγεθος της Συνολικής Οικοδομικής Δραστηριότητας (Ιδιωτικής – Δημόσιας) κατά το τετράμηνο Ιανουαρίου – Απριλίου 2024 αυξήθηκε κατά 41,5% στον αριθμό των οικοδομικών αδειών, κατά 38,4% στην επιφάνεια και κατά 26,2% στον όγκο, σε σχέση με το αντίστοιχο τετράμηνο του έτους 2023.

Επίσης, την ίδια περίοδο, η Ιδιωτική Οικοδομική Δραστηριότητα, εμφανίζει αύξηση κατά 41,8% στον αριθμό των οικοδομικών αδειών στο σύνολο της χώρας, αύξηση κατά 40,2% στην επιφάνεια και αύξηση κατά 26,8% στον όγκο, σε σχέση με την περίοδο Ιανουαρίου – Απριλίου 2023.

Όμως αυτά τα σπίτια στη συντριπτική τους πλειοψηφία προορίζονται για πώληση και ιδιοκατοίκηση, ενώ σε μεγάλο βαθμό βρίσκονται σε
περιοχές «φιλέτα» που δε μπορούν να προσεγγίσουν τα «πορτοφόλια» που δυσκολεύονται από τη στεγαστική κρίση.

Το στεγαστικό πρόβλημα απαιτεί ουσιαστικές και όχι εύκολες λύσεις

Μένει λοιπόν να φανεί αν ένα από τα πιο δύσκολα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ελληνική κοινωνία θα βρει τη λύση του -σε έναν βαθμό έστω- μέσα από ουσιαστικές παρεμβάσεις ή η κατάσταση θα χειροτερεύει με ανυπολόγιστες τελικά συνέπειες.

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.