07 Σεπ 2024
READING

Ελαιόλαδο: Η παγκόσμια μάχη και η Ελλάδα

6 MIN READ

Ελαιόλαδο: Η παγκόσμια μάχη και η Ελλάδα

Ελαιόλαδο: Η παγκόσμια μάχη και η Ελλάδα

Τα φώτα της δημοσιότητας έχει συγκεντρώσει τις τελευταίες μέρες η νέα κίνηση του Νίκου Καραμούζη στον κλάδου του τροφίμου, και συγκεκριμένα η είσοδός του στον τομέα του ελαιολάδου. Συγκεκριμένα, ο πρώην τραπεζίτης, σε συνεργασία με την Inspiring Earth, μέσω μίας τριπλής εξαγοράς, θα δημιουργήσει μία νέα, κοινή εταιρία, η οποία θα προχωρήσει στην απόκτηση του πλειοψηφικού πακέτου των μετοχών των εταιρειών «Λατζιμάς Α.Ε.», «Έλαια Σητείας-LASITIA Α.Ε.» και «Olympian Green International Α.Ε.».

Έτσι, μέσα από μία σημαντική επένδυση, συνολικού ύψους 10 εκατ. ευρώ, θα ανοίξει η πόρτα για την εμφάνιση ενός ακόμα δυνατού παίκτη στην αγορά του ελαιολάδου, ο οποίος έρχεται με δυναμικά σχέδια και υψηλούς στόχους.

Το βλέμμα βέβαια κοιτά και προς το εξωτερικό, αφού τα σχέδια των ανθρώπων του νέου ομίλου δεν περιορίζονται στα ελληνικά ή τα ευρωπαϊκά σύνορα αλλά περιλαμβάνουν και βλέψεις για αγορές όπως αυτές της Βόρειας Αμερικής (Η.Π.Α., Καναδά), της Νότιας Αμερικής (Βραζιλία), της Ασίας (Ιαπωνία) και της Ωκεανίας, που είναι και οι περιοχές με τις μεγαλύτερες παγκοσμίως εισαγωγές ελαιολάδου.

Πρωτοβουλίες σαν αυτές, δείχνουν ότι υπάρχει θέληση για να καλυφθεί το κενό που υπάρχει στις εξαγωγές, σε σχέση με χώρες όπως η Ισπανία και η Ιταλία και στην ενδυνάμωση της μάρκας, κεφάλαιο στο οποίο η χώρα έχει μείνει αρκετά πίσω, παρότι διαθέτει ένα παντοδύναμο, ποιοτικά, προϊόν.

Το δυνατό χαρτί της Ελλάδας που θα μπορούσε να λάμψει – Τι συμβαίνει στην παγκόσμια αγορά

Η Ελλάδα είναι μια χώρα με πλούσια παράδοση στο λάδι, καθώς αυτή τη στιγμή αποτελεί την τρίτη μεγαλύτερη ελαιοπαραγωγό χώρα στον κόσμο, ακολουθώντας την Ιταλία και την Ισπανία. Στις εκτάσεις της χώρας μας καλλιεργούνται περισσότερα από 132 εκατ. ελαιόδεντρα, τα οποία μπορούν σε μία χρονιά να αποφέρουν περίπου 300.000 με 350.000 τόνους ελαιόλαδου, εκ των οποίων μάλιστα το 82% βρίσκεται στην κατηγορία «εξαιρετικά παρθένο». Από αυτές τις ποσότητες, ποσοστό που αντιστοιχεί κοντά στη μισή ετήσια ελληνική παραγωγή ελαιόλαδου εξάγεται προς τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ωστόσο, η ποιότητα του ελληνικού ελαιολάδου έχει όλα τα φόντα ώστε να πρωταγωνιστεί και να φιγουράρει στην πρώτη, αντί για την τρίτη θέση. Η αλήθεια είναι πως δεν το έχει καταφέρει, τουλάχιστον ακόμη. Σε μικρότερη κλίμακα παραγωγής, εταιρίες με ελληνική προέλευση που δραστηριοποιούνται στην παραγωγή ελαιολάδου διαπρέπουν παγκοσμίως και μάλιστα καταφέρνουν να πουλάνε σε εξαιρετικά υψηλές τιμές τα προϊόντα τους. Για παράδειγμα, όσον αφορά premium προϊόντα, το ελληνικό Ε-LA-WON έχει φτάσει να πωλείται η συσκευασία των 250 ml έναντι 1.050 ευρώ. Επίσης, το «λ/lambda/», δημιούργημα του Γιώργου Κολλιόπουλου, ένα ελαιόλαδο εξαιρετικής ποιότητας με βραβευμένη παραγωγή. Όμως η Ελλάδα εξακολουθεί να μην είναι πρώτη.

Και αυτό βέβαια γίνεται λόγω της έλλειψης μεγάλων ελληνικών brands ελαιολάδου, καθώς ανέκαθεν και παραδοσιακά, η πώληση γινόταν μέσω διανομής, χέρι με χέρι και μέσα από παραγωγούς μικρότερης κλίμακας, χωρίς να υπάρχουν μεγάλες εταιρίες, ως επί το πλείστον, με τη φιλοσοφία του επώνυμου προϊόντος με συσκευασία να αργεί πολύ να κάνει την εμφάνισή της στη χώρα μας. Πάνω από το 60% της παραγωγής της πωλείται χύμα, δηλαδή χωρίς όνομα και ταυτότητα, ενώ μάλιστα η αναλογία επώνυμου προς χύμα ελαιόλαδου σε επίπεδο εξαγωγών είναι 1 προς 2. Από την άλλη, η Ιταλία, όσο και στην Ισπανία, έχουν δημιουργήσει μεγάλες εταιρίες που μάλιστα κυριαρχούν και στις παγκόσμιες αγορές.

Η Ισπανική υπηρεσία πληροφοριών και ελέγχου τροφίμων (AICA) έδωσε στη δημοσιότητα τα στοιχεία της παραγωγής ελαιολάδου μέχρι τέλος Ιανουαρίου 2024. Σύμφωνα με αυτά η συνολική φετινή ισπανική παραγωγή ανέρχεται σε 774.653 τόνους, ενώ από αυτή την ποσότητα οι 190.410 τόνοι έχουν παραχθεί στην επαρχία της Jaén. Όσον αφορά τα ισπανικά αποθέματα ελαιολάδου, σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε το Υπουργείο Γεωργίας, Αλιείας και Τροφίμων της Ισπανίας (MAPA), στο τέλος Απριλίου, ανέρχονται σε 576.889 τόνους.

Όσον αφορά την Ιταλία, συνολικά, τα ιταλικά αποθέματα όλων των ποιοτήτων ελαιολάδου έφτασαν τους 269.574 τόνους στα τέλη Ιανουαρίου, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία που υπάρχουν, σημειώνοντας αύξηση 14% από τον Δεκέμβριο του 2023.

Ισπανία και η Ιταλία είναι οι κύριες χώρες που παράγουν και προμηθεύουν ελαιόλαδο, ενώ η Ισπανία συγκεκριμένα, παράγει το ήμισυ της παγκόσμιας ελαιοκαλλιέργειας.

Η παγκόσμια αγορά

Σύμφωνα με μελέτη της εταιρίας ερευνών η αξία της ευρωπαϊκής αγοράς έφτασε τα 7,36 δισεκατομμύρια δολάρια το 2023 και κατέλαβε το μεγαλύτερο μέγεθος της αγοράς. Ισπανία και η Ιταλία είναι οι κύριες χώρες που παράγουν και προμηθεύουν ελαιόλαδο, ενώ η Ισπανία συγκεκριμένα, παράγει το ήμισυ της παγκόσμιας ελαιοκαλλιέργειας. Πρέπει να αναφέρουμε βέβαια ότι οι δυσμενείς κλιματολογικές συνθήκες έχουν οδηγήσει σε μείωση της συγκομιδής ελαιοκάρπου στην Ισπανία, γεγονός που επηρεάζει τη διαθεσιμότητα του προϊόντος στην παγκόσμια αγορά. Σύμφωνα με το Υπουργείο Γεωργίας των ΗΠΑ, οι χώρες της ΕΕ αντιμετωπίζουν δεύτερη συνεχόμενη μείωση της παραγωγής ελιάς το 2023-24, ενώ η μείωση της παραγωγής αναμένεται να οδηγήσει σε περαιτέρω αύξηση των τιμών.

Η Ασία και ο Ειρηνικός έχουν επίσης, σύμφωνα με τη μελέτη, μεγάλες δυνατότητες ανάπτυξης για τη βιομηχανία ελαιολάδου και αναμένεται να παρουσιάσουν τον ταχύτερο ρυθμό ανάπτυξης σε σύγκριση με τον παγκόσμιο μέσο όρο, λόγω της αύξησης του εισοδήματος και της αυξανόμενης ευαισθητοποίησης σχετικά με τα οφέλη του ελαιολάδου για την υγεία και της προώθησης της υγιεινής διατροφής. Το ίδιο ισχύει και για τη Νότια Αμερική, που αναμένεται να σημειώσει ανάπτυξη, σύμφωνα με την ίδια μελέτη.

Επίσης, Μέση Ανατολή και Αφρική εμφανίζουν προοπτικές ανάπτυξης στην κατανάλωση ελαιολάδου λόγω της ευρείας εφαρμογής του σε διάφορα μαγειρικά παρασκευάσματα. Λόγου χάριν, σύμφωνα με τα στοιχεία του τουρκικού Υπουργείου Γεωργίας και Δασών, η τουρκική παραγωγή ελαιολάδου αυξήθηκε κατά 32% το 2021 σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, ανάπτυξη που μάλλον θα συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια.

Κορυφαία brands των πρωταθλητών του ελαιολάδου στον κόσμο

Leader στον κόσμο αποτελεί η Ισπανική Dialeo, η οποία μετρά πάνω από 30 brands, ενώ 72 χώρες στον κόσμο πουλούν τα προϊόντα της. Στην πραγματικότητα, είναι ο μεγαλύτερος εμφιαλωτής παγκοσμίως έχοντας στο portfolio του σημαντικά σήματα όπως τα Bertolli, Carapelli, Carbonell και Koipe.

Από την άλλη, ο ιταλικός όμιλος Salov μετρά παρουσία από το 1867, ενώ βρίσκεται πίσω από το διάσημο brand Filippo Berio, το οποίο πωλείται σήμερα σε περισσότερες από 70 χώρες.

Στην προσπάθεια να κερδίσουμε το χαμένο έδαφος

Στην Ελλάδα, η μεγαλύτερη εξαγωγική εταιρία είναι η Κόρε ΑΕ, θυγατρική της Σόγια Ελλάς ΑΕ. Ακολουθεί η Μινέρβα ΑΕ, που ανήκει στο χαρτοφυλάκιο του fund Deca Investments των Νίκου Κούλη και Δημήτρη Δασκαλόπουλου και στη συνέχεια η Αγροβίμ ΑΕ, από την περιοχή της Μεσσηνίας, που ανήκει στην οικογένεια Γυφτέα. Οι τρεις εταιρίες εξάγουν περισσότερους από 8.000 τόνους τυποποιημένου ελαιολάδου.

Στις μεγάλες εταιρίες συγκαταλέγονται οι Κretan Mill από την περιοχή του Ηρακλείου Κρήτης, η Νutria AE, η Gaea Products SA, που ανήκει πια στη γερμανική Zertus Gmb, η Ελληνικά Εκλεκτά Έλαια ΑΕ, θυγατρική των Μύλων Σόγιας ΑΕ, η Κωνσταντόπουλος ΑΕ, από την Κατερίνη, η Terra Creta, του ομίλου Κίκιζα και η Ολύμπια Ξενία ΑΒΑΕ. Θα μπορούσαν όμως να είναι περισσότερες, σε σχέση με τους κυρίαρχους παίκτες του εξωτερικού, Ιταλία και Ισπανία.

Με κινήσεις όπως αυτή του Νίκου Καραμούζη που αναφέραμε στην αρχή του άρθρου, γίνονται φιλότιμες προσπάθειες έτσι ώστε, έχοντας στη φαρέτρα μας ένα ισχυρό, ποιοτικό προϊόν βαθιά συνδεδεμένο με τον τόπο μας και τη μεσογειακή διατροφή, να αξιοποιηθεί και να βρει τη θέση που του αξίζει, στην κορυφή του κόσμου. Χρειάζεται χρόνος, χρήμα, πρωτοβουλία και σίγουρα αλλαγή νοοτροπίας που ξεφεύγει από την χέρι-χέρι πώληση. 

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.