Ο Ιούλιος εκτός από τις υψηλές θερμοκρασίες που έφερε μαζί του, συνοδευόταν και από μία ακόμα αύξηση στα καθημερινά έξοδα των Ελλήνων. Αυτό καθώς ο συντελεστής ΦΠΑ στον καφέ που μας τον σερβίρουν αλλά και στο τσάι, το κακάο, το χαμομήλι και τα άλλα αφεψήματα επιστρέφει στο 24% μετά από τέσσερα χρόνια που είχε μειωθεί στο 13% ως αποτέλεσμα τις πανδημίας. Την ίδια ώρα πάντως, στο 13% παραμένει για όσους επιλέξουν να τον αγοράσουν μέσω delivery ή «στο χέρι».
Αν οι ανατιμήσεις περάσουν στον καταναλωτή, αναμένονται αυξήσεις στην περιοχή του 11%, που μεταφράζεται σε άνοδο της τιμής κατά 30 λεπτά περίπου στον ελληνικό και κατά 50 λεπτά στον freddo espresso. Σε κάθε περίπτωση, πολλοί επαγγελματίες δηλώνουν έτοιμοι να απορροφήσουν την συγκεκριμένη αύξηση -με δεδομένο ότι ο καφές ως προϊόν έχει και μεγάλο περιθώριο κέρδους- προκειμένου να μην υποστούν απώλειες.
Θα ευνοηθούν οι επιχειρήσεις to go;
Μεγάλη κουβέντα έχει ανοίξει σχετικά με το αν θα έχουμε μία νέα προσέγγιση στο θέμα «καφές», αν θα ευνοηθούν επιχειρήσεις που έχουν στο επίκεντρο τον καφέ «στο χέρι» ή αλλιώς «to go» κι αν η χώρα μας θα προσεγγίσει περισσότερο άλλα ευρωπαϊκά κράτη στα οποία ο καφές δεν κρατάει 2, 3 ακόμα και 4 ώρες, αποτελώντας επί της ουσίας ολοκληρωμένη έξοδο.
Το ζήτημα είναι περίπλοκο και πρέπει να αναλυθεί με ιδιαίτερη προσοχή. Αρχικά, είναι καλό να διευκρινίσουμε ότι έτσι κι αλλιώς οι μεγάλες αλυσίδες καφέ που γνωρίζουν σημαντική ανάπτυξη στη χώρα μας, έτσι κι αλλιώς, είναι βασισμένες στον καφέ σε πλαστικό (χάρτινο πλέον) κυπελάκι και όχι σε γυάλινο ποτήρι. Στις συγκεκριμένες επιχειρήσεις όμως ισχύει ένα παράδοξο. Ενώ στη πραγματικότητα θέτουν προς πώληση ένα προϊόν το οποίο είναι για κατανάλωση εκτός του καταστήματος, ταυτοχρόνως διαθέτουν και τραπεζάκια στα οποία μπορείς να καθίσεις και να πιεις το ρόφημά σου ή να φας κάτι που έχεις αγοράσει.
Έτσι, ουσιαστικά, μιλάμε για ένα φαινόμενο το οποίο ήδη υπάρχει, δηλαδή την ενίσχυση των συγκεκριμένων καταστημάτων από τις αυξήσεις των τιμών, διότι, όχι μόνο προσφέρουν το προϊόν -καφές- αλλά και την συνολική εμπειρία, καθώς και στα συγκεκριμένα μαγαζιά μπορείς να κάτσεις, απλώς ίσως όχι ακριβώς σε ένα περιβάλλον που προσφέρει μια ακριβή καφετέρια.
Όμως θα πρέπει να είμαστε ξεκάθαροι. Τα καταστήματα που προσφέρουν καφέ στο χέρι έτσι κι αλλιώς κυριαρχούν στην αγορά καθώς οι τιμές δεν συγκρίνονται αλλά και επειδή το προϊόν είναι πιο… αναγνωρίσιμο. Δηλαδή ο πελάτης έχει συνηθίσει σε μία συγκεκριμένη γεύση και την επιλέγει συνειδητά. Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει περιθώριο να κερδίσουν ακόμα περισσότερη πελατεία, από εκείνους που δεν είναι πρόθυμοι να πληρώσουν τις νέες αυξημένες τιμές στις συμβατικές καφετέριες.
Θα γίνουμε πιο… Ευρωπαίοι;
Αναφορικά με τις πιθανότητες να βγάλουμε από την καθημερινότητά μας τον καφέ ως….βόλτα και να γίνουμε πιο ευρωπαίοι, που θα πίνουμε έναν εσπρέσο στα όρθια, οι προβλέψεις είναι ακόμα νωρίς να γίνουν. Σίγουρα, παραδείγματα όπως οι αυξήσεις σε φαγητά (πχ σουβλάκι) ή στα αναψυκτικά, δείχνουν ότι είναι πρόθυμος να πληρώσει παραπάνω για να απολαύσει αυτό που θέλει.
Όμως, δε πρέπει να ξεχνάμε ότι ήδη η αγορά του καφέ παρουσιάζει κόπωση, ενώ ούτε η χρονική συγκυρία βοηθάει. Συγκεκριμένα, η διεθνής τιμή του καφέ τους τελευταίους μήνες αυξάνεται συνεχώς. Ενδεικτικά είναι τα στοιχεία στη τιμή αγοράς της ποικιλίας καφέ Robusta η οποία καταγράφει «ρεκόρ» 45 ετών, ενώ από τον Ιανουάριο του 2024 έως το Μάιο έχει καταγράφει άνοδο ύψους 50%. Μία άνοδος που συμπαρασύρει προς τα πάνω και την τιμή του καφέ Arabica. Κι ενώ, όπως σημειώσαμε, μέχρι τώρα το κλίμα της αγοράς είναι ότι θα υπάρξει προσπάθεια απορρόφησης του έξτρα κόστους, προκειμένου να μην αναστραφεί το θετικό κλίμα, ειδικά την καλοκαιρινή περίοδο, κανείς δεν ξέρει τις συνέπειες για όσους τελικά αποφασίσουν να ανεβάσουν τις τιμές τους, και μάλιστα παραπάνω από αυτό που θα δικαιολογούσε η νέα κατηγορία ΦΠΑ.
Σε κάθε περίπτωση ο καφές στην ελληνική νοοτροπία σημαίνει βόλτα, σημαίνει συνάντηση με τους φίλους μας, σημαίνει έξοδος από τα καθημερινά μας προβλήματα. Και αυτό πληρώνεται, ακόμα κι αν σε καμία περίπτωση δεν πάει να πει ότι οι τιμές θα πρέπει να ανεβαίνουν συνεχώς, ειδικά την ώρα που η χώρα μας κάνει τεράστια προσπάθεια να καταπολεμήσει τον πληθωρισμό. Όμως μένει να φανεί αν η επιβάρυνση αυτή θα είναι σε έναν βαθμό που θα σταθεί ικανή να ξεριζώσει από το dna μας κάτι τόσο βαθιά ριζωμένο.
Σίγουρα, όταν το 2017, όταν είχε ξεσπάσει και πάλι μία ανάλογη συζήτηση, η χώρα ήταν σε μία πολύ δύσκολη οικονομική κατάσταση. Άλλωστε για τον λόγο αυτό κορυφαία αλυσίδα καφέ είχε μειώσει την τιμή από 2,30 σε 1,30 για να καταφέρει να απορροφήσει τους «κραδασμούς» αλλά και να σταθεί στο πλευρό των καταναλωτών. Σήμερα τα πράγματα δεν είναι έτσι. Η Ελλάδα βρίσκεται σε πολύ καλύτερη κατάσταση. Όμως εκτός από την κόπωση της αγοράς, δε πρέπει να ξεχνάμε και την κόπωση των καταναλωτών που συνεχώς βρίσκονται στη δυσάρεστη θέση να πληρώνουν παραπάνω για μία σειρά αγαθών και υπηρεσιών.
Ο Έλληνας πληρώνει για τις αγαπημένες του συνήθειες, μέχρι πότε όμως;
Κανείς δε θέλει να βάζει το χέρι πιο βαθιά στην τσέπη, ειδικά για προϊόντα που αγοράζει καθημερινά και τα έχει συνδέσει με πολλές καταστάσεις της ζωής του. Και σε συνδυασμό με τις συνεχόμενες αυξήσεις με τις οποίες έρχεται αντιμέτωπη η ελληνική κοινωνία, ο παράγοντας αυτός ίσως σταθεί καθοριστικός για τον τζίρο των καφετεριών. Εκτός αν τελικά. η αγάπη για τον καφέ -και όσα τον συνοδεύουν- υπερισχύσει.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.