Ραγδαίες είναι οι εξελίξεις στην υπόθεση της Viva Wallet, μετά την δικαστική απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου του Λονδίνου.
Συγκεκριμένα, η δικαστής Clare Moulder έκανε δεκτά ορισμένα από τα επιχειρήματα τόσο της JP Morgan, όσο και του Χάρη Καρώνη, και με την απόφασή της ουσιαστικά καθορίζει και τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να πραγματοποιηθεί τόσο η νέα αποτίμηση της Viva, όσο και η επέκτασή της σε νέες αγορές.
Πρόκειται, ουσιαστικά, για μία απόφαση που βάζει τέλος στη δικαστική διαμάχη μεταξύ των δύο πλευρών, ενώ «ανοίγει τον δρόμο» για την πώληση της εταιρείας. Υπενθυμίζεται ότι οι σχέσεις μεταξύ της πλευράς του κ. Καρώνη και της αμερικανικής τράπεζας είχαν φτάσει σε πολύ άσχημο σημείο, με αποτέλεσμα να κινηθεί η μία εναντίον της άλλης, νομικά, τον περασμένο Φεβρουάριο, με αντικείμενο φυσικά τη Viva Wallet, την αποτίμησή της και το αν θα ολοκληρωθεί το μεγάλο deal.
Tελικά την Πέμπτη 13 Ιουνίου σημειώθηκε η σημαντικότερη εξέλιξη των τελευταίων μηνών για την τύχη της δημοφιλούς πλατφόρμας πληρωμών, η οποία είναι ιδιαιτέρως δημοφιλής σε επιχειρήσεις στη Νότια Ευρώπη.
Ειδικότερα, η απόφαση που ανακοινώθηκε, σύμφωνα με τους Financial Times, έρχεται να δώσει «ανάσα» στην JP Morgan, αφού βάζει τέλος στη τελευταία της δικαστική διαμάχη που σχετίζεται με τις επενδύσεις που πραγματοποίησε τα τελευταία χρόνια σε εταιρείες fintech υψηλής ανάπτυξης.
Το χρονικό της υπόθεσης
Για όσους δεν γνωρίζουν, πριν από δύο χρόνια, σε ένα deal το οποίο έγινε αποδεκτό στην Ελλάδα με μεγάλο ενθουσιασμό, η JP Morgan επένδυσε 800 εκατ. ευρώ στη Viva, προκειμένου να λάβει το 48,5% της επιχείρησης. Στη συμφωνία που υπέγραψαν, μετά από εξαιρετικά σκληρές διαπραγματεύσεις, οι δύο πλευρές, υπήρχε όρος ο οποίος προέβλεπε ότι σε περίπτωση που η αποτίμηση της Viva ήταν κάτω των 5 δισ. ευρώ έως τον Ιούνιο του 2025, η JP Morgan θα μπορούσε να αναλάβει τον έλεγχό της.
Eνώ λοιπόν τότε η αρχική συμφωνία είχε αντιμετωπιστεί με ενθουσιασμό, η κατάσταση πλέον έχει αλλάξει. Από την μία πλευρά, η JP Μorgan φάνηκε επηρεασμένη από το αρνητικό κλίμα που επικρατεί σε εταιρείες τεχνολογίας των ΗΠΑ, με σημαντική πτώση των αποτιμήσεών τους, όπως και από τις καταρρεύσεις τραπεζών. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να ζητήσει η αποτίμηση να υπολογιστεί εκ νέου, προς τα κάτω, προκειμένου να προχωρήσει στην περαιτέρω απόκτηση μεριδίου, και συγκεκριμένα στο 51,5% που αυτή τη στιγμή βρίσκεται στην κατοχή των κ.κ. Καρώνη και Αντύπα.
Από την πλευρά τους, οι άνθρωποι της VIVA όχι μόνο δεν αποδέχτηκαν αυτήν την προσέγγιση αλλά πηγαίνουν στην εντελώς αντίθετη πλευρά. Θεωρούν λοιπόν ότι οι προοπτικές από τότε που ολοκληρώθηκε η πρώτη συμφωνία έχουν αλλάξει προς το καλύτερο και υπολογίζουν την αξία της εταιρείας τους στα 3 δισ. δολάρια.
Μάλιστα, η πλευρά Καρώνη, μέσω των δικηγόρων της, υποστήριξε ότι η JPMorgan ουσιαστικά «μπλόκαρε» τις διαδικασίες ανάπτυξης της εταιρείας, προκειμένου να μειωθεί η αποτίμησή της, φέρνοντας ως παράδειγμα τα εμπόδια για την είσοδό της στις ΗΠΑ και νέες ευρωπαϊκές αγορές. Από την πλευρά της, η αμερικανική τράπεζα, κινήθηκε κι εκείνη εναντίον του κ. Καρώνη, υποστηρίζοντας ότι ο επιχειρηματίας πραγματοποίησε κινήσεις που είχαν ως σκοπό να «περιορίσει ή να παρακάμψει τα συμβατικά και νόμιμα δικαιώματά μας ως επενδυτής».
Σημειώνεται ότι αυτή δεν είναι η μοναδική δικαστική διαμάχη που έχει πρωταγωνιστήσει η JP Morgan με εταιρεία στην οποία έχει επενδύσει, αφού πρόσφατη είναι η μήνυση εναντίον του Charlie Javice, ιδρυτή της Frank, μιας φοιτητικής χρηματοοικονομικής πλατφόρμας την οποία η τράπεζα αγόρασε έναντι 175 εκατομμυρίων δολαρίων το 2021, με την κατηγορία ότι είχε παρουσιάσει ψευδή αριθμό χρηστών.
Χ. Καρώνης: «Η JPMorgan έχασε στο δικαστήριο»
Αμέσως μετά την ανακοίνωση της δικαστικής απόφασης, και οι δύο πλευρές τοποθετήθηκαν επισήμως, ανακοινώνοντας -η κάθε μία για την ίδια- ότι αισθάνονται νικήτριες.
Από την πλευρά του, ο Χάρης Καρώνης, εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία «Ως CEO, προσκαλώ και τους δύο μετόχους να προχωρήσουν με τη διαδικασία αποτίμησης που έχουν συμφωνήσει».
Αναλυτικότερα, αναφέρει: «Η ομάδα της Viva χαιρετίζει τη σημερινή δικαστική απόφαση, η οποία ανοίγει τον δρόμο για την ορθή αποτίμηση της εταιρείας. Η απόφαση ορίζει ότι η Viva θα πρέπει να αποτιμηθεί επί τη βάσει της πλήρους δυναμικής της στην αγορά, συμπεριλαμβανομένου του προσοδοφόρου πλάνου επέκτασης της εταιρείας στην Αμερική.
Αποφασίζοντας υπέρ της WRL (σ.σ. Πρόκειται για εταιρεία του Χάρη Καρώνη), το δικαστήριο απέρριψε τις προσπάθειες της JP Morgan να επαναδιατυπώσει τους όρους της συμφωνίας μετόχων, με σκοπό να επιβάλει να ληφθούν υπόψη στην αποτίμηση συγκεκριμένοι νομοθετικοί περιορισμοί που έχουν εφαρμογή αποκλειστικά και μόνο στην JP Morgan (και όχι στη Viva). Οι εν λόγω νομοθετικοί περιορισμοί θα αλλοίωναν σημαντικά την αποτίμηση και θα μείωναν υπερβολικά την αξία της εταιρείας έως και 50%, προς όφελος της JP Morgan και εις βάρος των συμφερόντων των ιδρυτών της Viva και των άνω των 200 υπαλλήλων της που συμμετέχουν στο Stock Option Plan.
H απόφαση συνεπάγεται, επίσης, ότι η προηγούμενη αποτίμηση που υπέβαλε η JP Morgan και διεξήχθη από τη Houlihan Lokey είναι άκυρη, καθώς βασίστηκε σε προφανώς λανθασμένα δεδομένα, με αποτέλεσμα να υποτιμηθεί η αξία της εταιρείας.
Ως CEO, προσκαλώ και τους δύο μετόχους να προχωρήσουν με τη διαδικασία αποτίμησης που έχουν συμφωνήσει, η οποία είναι αυτή που αποτυπώνει την παρούσα και μελλοντική αξία της Viva. Η αποτίμηση θα λάβει πλέον υπόψη την πραγματική θέση της Viva στην αγορά, καθώς και ορθές οικονομικές προβλέψεις με χρονικό ορίζοντα τουλάχιστον έως το 2030, που απεικονίζουν το πλήρες εύρος των προοπτικών ανάπτυξης της εταιρείας τόσο για την Ευρώπη όσο και για την Αμερική, αφήνοντας στο παρελθόν τις όποιες δικαστικές διαμάχες και διαφωνίες.
Πριν τη δίκη και για διάστημα 2,5 ετών, η JP Morgan επεδίωξε να εμποδίσει κάθε πλάνο επέκτασης της Viva στην Αμερική, βασιζόμενη στο αμερικανικό ρυθμιστικό πλαίσιο στο οποίο υπόκειται μόνο η JP Morgan. Η JP Morgan παραδέχθηκε ότι αυτή η συνθήκη δεν ισχύει, μόλις λίγο πριν τη δίκη. Η σημερινή απόφαση καθιστά πλέον σαφές ότι η Viva θα πρέπει να αποτιμηθεί στη βάση ότι το αμερικανικό ρυθμιστικό πλαίσιο δεν περιορίζει την επέκτασή της στην αμερικανική αγορά, με τη μοναδική και καινοτόμα τεχνολογία Tap on Any Device.
Στόχος μας είναι να αποκαταστήσουμε την πίστη και την εμπιστοσύνη της ομάδας της Viva προς την JP Morgan. Θέλουμε ένα μέτοχο που σέβεται τις βασικές αρχές εταιρικής διακυβέρνησης ενός χρηματοπιστωτικού ιδρύματος, που θέτει σε προτεραιότητα τα συμφέροντά του και δεν δημιουργεί σε αυτό ένα τοξικό περιβάλλον.
Στην παρούσα φάση, η εταιρεία έχει πλέον ισοσκελίσει τα μηνιαία έσοδα και έξοδά της (breakeven), ενισχύοντας τη δυνατότητά της να επενδύσει στην ανάπτυξή της. Ελπίζουμε ότι οι πρόσφατες αλλαγές στην ηγετική ομάδα της JP Morgan Payments θα αποτελέσουν ευκαιρία να ξεκινήσουμε εκ νέου έναν εποικοδομητικό διάλογο και να υποστηριχθεί ουσιαστικά αυτό το πλάνο ανάπτυξης».
Τι υποστηρίζει η JPMorgan
Από την πλευρά της και η JPMorgan δηλώνει δικαιωμένη, καθώς, στην ανακοίνωση που εξέδωσε, αναφέρει ότι: «Η σημερινή κρίση είναι ένα εξαιρετικό αποτέλεσμα για την JP Morgan και για τη Viva, χαράσσοντας μια εμπορική πορεία προς τα εμπρός.
Με ένα οικονομικό μερίδιο στην εταιρεία, έχουμε επανειλημμένα προσφέρει τρόπους για να βοηθήσουμε την εταιρεία να επεκταθεί και να πετύχει. Το δικαστήριο έχει παράσχει τώρα ένα κρίσιμο βήμα για να προχωρήσουμε με δίκαιες και διαφανείς αποτιμήσεις – οι οποίες θα μπορούσαν να επιτρέψουν την πώληση της Viva σύντομα, προτού η αγορά συγχωνεύσεων και εξαγορών Fintech “μαλακώσει” περαιτέρω.
Ο δικαστής επιβεβαίωσε επίσης ότι η Viva υπόκειται σε νομικούς περιορισμούς των ΗΠΑ, κάτι που λέγαμε στη διοικητική ομάδα της Viva από την αρχή, και απέρριψε κατηγορηματικά κάθε υπόδειξη ότι η JP Morgan προσπαθούσε να μειώσει την αξία της Viva και να την αποτρέψει από την ανάπτυξή της. Ήταν πάντα πρόθεσή μας να υποστηρίξουμε την ανάπτυξη της Viva, στις ΗΠΑ ή αλλού, με την επιφύλαξη του απαραίτητου ρυθμιστικού πλαισίου.
Παραμένουμε δεσμευμένοι στην ανάπτυξη και επέκταση της Viva σε συνεργασία με την WRL προς όφελος των πελατών, των εργαζομένων και της ευρύτερης ελληνικής βιομηχανίας χρηματοοικονομικών υπηρεσιών».
Ραγδαίες αναμένονται οι εξελίξεις μετά την δικαστική απόφαση
Το μόνο σίγουρο είναι ότι πλέον οι εξελίξεις θα είναι ραγδαίες, με την ελπίδα τελικά αυτές να αποδειχθούν υπέρ της εταιρείας. Σημειώνεται ότι η Viva ιδρύθηκε το 2000, και μέσα από σημαντικές επιτυχίες κατάφερε να μετατραπεί σε μία από τις μεγαλύτερες fintech στη νότια Ευρώπη, προσφέροντας υπηρεσίες πληρωμών σε 24 χώρες. Μάλιστα, το 2020 απέκτησε τραπεζική άδεια μετά την αγορά της ελληνικής ψηφιακής τράπεζας Praxia.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.