Μεγάλη είναι η συζήτηση που έχει γίνεται -ειδικά- τα τελευταία χρόνια σχετικά με την πρόοδο ή όχι που έχει πραγματοποιηθεί στην ελληνική κοινωνία σε θέματα διαφορετικότητας και συμπερίληψης. Kρίσιμα ερωτήματα σχετικά με την στάση των Ελλήνων απέναντι στον γάμο και την τεκνοθεσία από ζευγάρια του ίδιου φύλου, την θέση της γυναίκας στην κοινωνία αλλά και την άποψη για τους μετανάστες επιχειρεί να απαντήσει σχετική έρευνα της διαΝΕΟσις. Μια έρευνα που χαρακτηρίζεται ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα καθώς θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι έχει διπλή ανάγνωση.
Η μία σε ένα πρώτο επίπεδο, που αφορά κυρίως όσα βρίσκονται στην επιφάνεια, και η άλλη σε ένα πιο ουσιαστικό, που μαρτυρά σταθερές αντιλήψεις και στάσεις ζωής της ελληνικής κοινωνίας.
«Ναι» σε γάμους ομοφύλων και αλλαγή φύλου, «όχι» σε τεκνοθεσία
Ένα από τα θέματα που δίχασε τη χώρα μας, και αποτέλεσε ίσως την πρώτη σοβαρή απειλή για την κυβέρνηση σχετιζόταν με το δικαίωμα για τον πολιτικό γάμο μεταξύ ομόφυλων ζευγαριών αλλά και της τεκνοθεσίας. Ένα νομοσχέδιο το οποίο, όσο κι αν η πραγματικότητα μπορεί να ξαφνιάζει, αν επιχειρούσε να το περάσει η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, το 2015, θα προσέκρουε πάνω σε τοίχο, όπως τουλάχιστον μαρτυρούν οι αριθμοί.
Αυτό γιατί, σύμφωνα με την έρευνα της διαΝΕΟσις, το 2015, το 63,7% των συμμετεχόντων ήταν κατά του γάμου μεταξύ ατόμων του ιδίου φύλου, το 78,7% ήταν κατά της τεκνοθεσίας από ομόφυλα ζευγάρια, ενώ το 57,1% ήταν κατά της νομικής αναγνώρισης ταυτότητας φύλου (δηλαδή της αλλαγής φύλου). Τα ποσοστά παρέμειναν χαμηλά στην πάροδο των ετών, με την μεγάλη μεταβολή να παρουσιάζεται κατά την διάρκεια της πανδημίας, το 2022.
Τότε, το πρόσημο για τον γάμο ομοφύλων και την αναγνώριση ταυτότητας φύλου είχε αλλάξει, αφού περισσότεροι ήταν όσοι δήλωναν υπέρ, και μόνο στην τεκνοθεσία παρέμενε πρώτο το «όχι», με το ποσοστό του πάντως να έχει περιοριστεί στο 61,1%. Η αλλαγή αυτή, επειδή δεν οφείλεται σε κάποια πολιτική ή κοινωνική πρωτοβουλία, είναι πολύ πιθανό να προήλθε και εξαιτίας των επιπτώσεων της πανδημίας, με τους ανθρώπους να αναθεωρούν τη στάση τους σε μία σειρά ζητημάτων της ζωής και τελικά να αντιλαμβάνονται ότι ορισμένα θέματα για τα οποία «κατανάλωναν» μεγάλη -αρνητική- ενέργεια ίσως δεν τους αφορούν τόσο πολύ.
Σήμερα, μετά τον πολιτικό και κοινωνικό διάλογο που προηγήθηκε της ψήφισης του νομοσχεδίου μπορούμε να πούμε ότι έχει φανεί ένα ξεκαθάρισμα των δυνάμεων. Πλέον, υπέρ του γάμου μεταξύ ανθρώπων του ίδιου φύλου τάσσεται το 60%, κερδίζοντας σχεδόν 9 μονάδες σε έναν χρόνο, ενώ υπέρ της αναγνώρισης της ταυτότητας φύλου δηλώνει το 61,4%. Φαίνεται λοιπόν ότι οι ζυμώσεις που πραγματοποιήθηκαν είχαν θετικό αποτέλεσμα για τα συγκεκριμένα θέματα. Αντιθέτως, στο θέμα της τεκνοθεσίας, αυξήθηκε το ποσοστό όσων δηλώνουν αντίθετοι, καθώς υπέρ τάσσεται μόλις το 35,8% των συμμετεχόντων της έρευνας.
Στα ζητήματα αυτά λοιπόν, συμπερασματικά, μπορούμε να πούμε ότι η ελληνική κοινωνία έχει προχωρήσει σε μία σημαντική μεταστροφή, σε θέματα που κατά κύριο λόγο είναι προσωπικά, όπως το φύλο του ατόμου που θα παντρευτεί κάποιος ή το φύλο που ο ίδιος αισθάνεται. Αντιθέτως, σε ένα θέμα που εμπεριέχει τρίτους, και ειδικά παιδιά, η κοινωνία μας παρουσιάζει αντιστάσεις και επιλέγει την παραδοσιακή μορφή της οικογένειας.
Η άποψη για γυναίκες και μετανάστες
Την ίδια ώρα, στα «χαρτιά» τουλάχιστον, η ελληνική κοινωνία παρουσιάζεται να έχει προοδεύσει σημαντικά και σε σχέση με την θέση της γυναίκας στην κοινωνία, σε επίπεδο ασφάλειας, υποχρεώσεων και εργασίας.
Συγκεκριμένα, 9 στους 10 ερωτηθέντες θεωρούν ότι η γυναίκα πρέπει να διευκολύνεται προκειμένου να μπορεί να εργαστεί και ότι μητέρα και πατέρας έχουν τις ίδιες υποχρεώσεις στην ανατροφή των παιδιών. Ακόμα, 8 στους 10 δηλώνουν ότι θεωρούν πως οι δουλειές του σπιτιού είναι εξίσου σημαντικές με την εργασία, 6 στους 10 ότι δεν υπάρχουν γυναικεία και ανδρικά επαγγέλματα, ενώ 9 στους 10 θεωρούν τις γυναίκες το ίδιο αφοσιωμένες στην εργασία τους με τους άνδρες.
Την ίδια ώρα όμως, μόλις το 42,6% θεωρεί ότι αυξάνονται τα φαινόμενα βίας κατά των γυναικών ενώ 56,3% των συμμετεχόντων στην έρευνα πιστεύει ότι ανάλογα περιστατικά γίνονταν και παλιά, απλώς δεν γίνονταν γνωστά. Ενώ λοιπόν η ελληνική κοινωνία ανά λίγες εβδομάδες έρχεται αντιμέτωπη με δολοφονίες γυναικών, φαίνεται σαν να μην αξιολογεί το φαινόμενο στην πλήρη του έκταση, γεγονός που προκαλεί -τουλάχιστον- προβληματισμό.
Ακόμα, αναφορικά με τους μετανάστες, η ελληνική κοινωνία φαίνεται «μπερδεμένη», με τις απαντήσεις που δίνονται να μαρτυρούν δύο διαφορετικές τάσεις. Από την μία πλευρά, 7 στους 10 συμφωνούν ότι τα παιδιά των νόμιμων μεταναστών που γεννιούνται στην Ελλάδα θα πρέπει να λαμβάνουν άμεσα την ελληνική υπηκοότητα, από την άλλη όμως 1 στους 2 ζητά πιο αυστηρές προϋποθέσεις για την χορήγηση ιθαγένειας.
Κι ενώ αναγνωρίζεται ότι η φυγή των μεταναστών θα δημιουργούσε προβλήματα στην οικονομία της χώρας, τα ασφαλιστικά ταμεία και το δημογραφικό, η πλειοψηφία θεωρεί ότι η ένταξή τους στην κοινωνία θα έχει αρνητικά αποτελέσματα στην κοινωνική συνοχή και τον εκσυγχρονισμό της χώρας. Με λίγα λόγια, οι μετανάστες αντιμετωπίζονται κυρίως σαν μία αναγκαία πραγματικότητα, αλλά δεν φαίνεται να γίνονται πραγματικά αποδεκτοί από την πλειοψηφία της κοινωνίας σαν ισότιμα και -κυρίως- ισάξια μέλη.
Αδιάρρηκτοι οι δεσμοί με οικογένεια, εκκλησία και στρατό
Πριν προχωρήσουμε στην τελική εξαγωγή συμπερασμάτων σχετικά με τα «θέλω» της κοινωνίας, είναι πολύ σημαντικό να δούμε και τις απαντήσεις σχετικά με τους 5 θεσμούς τους οποίους εμπιστεύονται περισσότερο οι Έλληνες.
Πιστοί σε οικογένεια, στρατό, αστυνομία και θρησκεία δηλώνουν οι Έλληνες
Εκεί, στις 4 από τις 5 πρώτες θέσεις, συναντάμε αξίες που βρίσκονται συνήθως ψηλά σε ένα πιο παραδοσιακό και συντηρητικό κράτος. Συγκεκριμένα, στην πρώτη θέση βρίσκεται η οικογένεια, στη δεύτερη οι Ένοπλες Δυνάμεις, στην τέταρτη η Αστυνομία και στην 5 η Εκκλησία. Αντιθέτως, στην άλλη άκρη της λίστας βρίσκονται Τράπεζες, ΜΚΟ, Πολιτικά Κόμματα, ΜΜΕ και εργοδοτικές και συνδικαλιστικές οργανώσεις.
Μια πιο προσεκτική ανάγνωση λοιπόν της έρευνας μαρτυρά ότι ο πυρήνας της κοινωνίας παραμένει συντηρητικός, με πίστη σε παραδοσιακές αξίες. Ακόμα και η αρνητική στάση σε θεσμούς όπως τα πολιτικά κόμματα, τα ΜΜΕ και οι τράπεζες είναι απόψεις που συναντάμε περισσότερο σε πιο συντηρητικά καθεστώτα, και σίγουρα δεν συνάδουν με κοινωνίες τόσο προοδευτικές όσο εκ πρώτης όψεως παρουσιάζεται η ελληνική.
Αν προσθέσουμε σε αυτά τα δεδομένα και το γεγονός ότι οι Έλληνες θεωρούν την ακρίβεια, τους χαμηλούς μισθούς και την ανεργία ως τα βασικότερα τους προβλήματα, δηλώνουν ως κυρίαρχα συναισθήματά τους την ανασφάλεια, την απογοήτευση και τον θυμό, ενώ ταυτοχρόνως φαίνεται να έχουν αποστασιοποιηθεί από την πολιτική, σε καμία περίπτωση δε θα έπρεπε να αποκλείσουμε μία νέα στροφή στον συντηρητισμό τα επόμενα χρόνια. Για την ώρα πάντως είναι δεδομένο ότι έχουν πραγματοποιηθεί αρκετά βήματα προς μία προοδευτική κατεύθυνση, τα οποία όμως μένει να φανούν αν είναι σταθερά ή μετέωρα.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.