Μία σχέση που είχε περάσει από αρκετά διαφορετικά κύματα. Αυτό θα μπορούσε κανείς να πει για την συνιδιοκτησία των οικογενειών Τσαούτου που είχε την πλειοψηφία των μετοχών στην ΕΨΑ και την Ηπειρωτική Βιομηχανία Εμφιαλώσεων που παράγει τα αναψυκτικά Βίκος, η οποία είχε στην κατοχή της το 25% των μετοχών.
Το κύριο πρόβλημα μεταξύ των δύο πλευρών ήταν η εκ των πραγμάτων ανταγωνιστική θέση τους στην αγορά καθότι ο Βίκος ήθελε να αναπτύξει και εκείνος το αναψυκτικό, κάτι που ξεκίνησε να κάνει το 2014, βλέποντας ότι δεν θα μπορούσε να εξαγοράσει μεγαλύτερο ποσοστό από το 25% που ήδη είχε αποκτήσει στην ΕΨΑ.
Η πώληση του εναπομείναντος 25%
Η τελευταία εξέλιξη που φέρνει την πώληση και του 25% στο νέο επενδυτικό σχήμα που δημιουργήθηκε το 2023 από την εξαγορά της πλειοψηφίας των μετοχών της οικογένειας Τσαούτου μέσω του SMERemediumCap, fund του οποίου ηγείται ο τραπεζίτης, Νίκος Καραμούζης, κλείνει οριστικά ένα κεφάλαιο στη σύγχρονη ιστορία της ΕΨΑ. Που από τη μία πλευρά βάζει τέλος στις ψυχρές σχέσεις που υπήρχαν τα τελευταία χρόνια μεταξύ των δύο επιχειρηματικών οικογενειώ, και από την άλλη αφήνει αυτονομία κινήσεων στην εταιρεία, Αγριά Εμπορική Α.Ε., στην οποία μεταφέρθηκε η μετοχική συμμετοχή του fund του Καραμούζη αλλά και της οικογένειας Τσαούτου μετά την αλλαγή των μετοχικών ισορροπιών πέρσι. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι επειδή θα υπάρξει και επόμενο στάδιο που θα είναι η πώληση της ΕΨΑ με υπεραξία σε επίδοξους επενδυτές τα επόμενα χρόνια, ανοίγει ο δρόμος για την απρόσκοπτη ανάπτυξη της εταιρείας και την υλοποίηση πρωτοβουλιών που θα βελτιώσουν τα «πληγωμένα» οικονομικά της αποτελέσματα, τα οποία τουλάχιστον έως και το 2022 ήταν ζημιογόνα. Την ίδια ώρα η οικογένεια Τσαούτου παραμένει στο επενδυτικό σχήμα και όπως όλα δείχνουν θα είναι ωφελημένη από τις εξελίξεις, αποκομίζοντας και εκείνη μέρος της υπεραξίας που θα φέρει η ανάπτυξη της εταιρείας και η ενδεχόμενη πώλησή της τα επόμενα χρόνια σε νέο ιδιοκτήτη.
Η ΕΨΑ που όλα τα προηγούμενα χρόνια παρουσίαζε στασιμότητα σε πωλήσεις και ζημίες στα οικονομικά της αποτελέσματα, φαίνεται ότι σταδιακά ακολουθεί την οδό της ανάπτυξης μεγαλώνοντας το εκτόπισμα και το τζίρο της το 2023 όπως λένε πηγές της αγοράς και σε αντίθεση με τις προηγούμενες χρονιές.
Ο τζίρος του 2022 ήταν 10,7 εκατ. ευρώ με ζημίες 1,67 εκατ. ευρώ και το 2021 ήταν 9,1 εκατ. ευρώ με ζημίες 354,6 χιλιάδες ευρώ.
Ένα 25% χωρίς πλέον ιδιαίτερο νόημα
Από την άλλη πλευρά και η οικογένεια Σεπετά, βλέποντας πλέον ότι η διακράτηση του 25% δεν είχε ιδιαίτερο νόημα και δεν οδηγούσε σε ανάπτυξη, αποφάσισε να αποεπενδύσει. Εξάλλου η Ηπειρωτική Βιομηχανία Εμφιαλώσεων έχει ήδη ξεκινήσει να υλοποιεί ένα ευρύ πρόγραμμα επενδύσεων σε όλους τους τομείς δραστηριότητας, συνολικού ύψους 100 εκατομμυρίων ευρώ, γεγονός που δείχνει ότι πλέον έχουν αλλάξει οι προτεραιότητές της και η παραμονή σε μία εταιρεία, η οποία δεν της προσέφερε κανένα όφελος, φαίνεται ότι δεν αποτελούσε μία από αυτές τις προτεραιότητες.
Ιδιαίτερη σημασία θα μπορούσε να έχει η δήλωση του Πέτρου Σεπετά, προέδρου της Ηπειρωτικής Βιομηχανίας Εμφιαλώσεων, ο οποίος κατά την ανακοίνωση της αποεπένδυσης στην ΕΨΑ από πλευράς της εταιρείας του, άφησε ένα παράθυρο μελλοντικής συνεργασίας, λέγοντας ότι «αποφασίσαμε, μετά από δέκα χρόνια συμμετοχής μας, να αποεπενδύσουμε από την ΕΨΑ κρίνοντας ότι δεν έχει νόημα η παραμονή μας ως επενδυτές στο σχήμα αυτό, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι δρόμοι μας δεν θα ξανασυναντηθούν στο μέλλον».
Κάποιος λίγο πιο ευφάνταστος νους ή και λίγο «βιαστικός» στη σκέψη του, θα μπορούσε να υποθέσει ότι το ενδεχόμενος μελλοντικής συνάντησης θα μπορούσε να σημάνει ότι η Ηπειρωτική Βιομηχανία Εμφιαλώσεων θα είχε ενδιαφέρον κάποια στιγμή ή θα μπορούσε να εξαγοράσει την ΕΨΑ στο σύνολό της. Όλα αυτά όμως είναι πράγματα ή γεγονότα που θα κληθεί να καταγράψει ο ιστορικός του μέλλοντος και σίγουρα ίσως είναι αρκετά νωρίς ακόμα για τέτοιου είδους σενάρια. Ίσως όμως και όχι, κάτι που θα φανεί το επόμενο διάστημα σύντομο ή και μη.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.