Μια σημαντική «ανάσα» προσέφερε το ηλεκτρονικό εμπόριο στις επιχειρήσεις, τόσο στην Ελλάδα, όσο και παγκόσμιο επίπεδο, την περίοδο που έβλεπαν τα εισοδήματά τους να «γκρεμίζονται» εξαιτίας της επέλασης της πανδημίας και των περιοριστικών μέτρων που είχαν επιβληθεί και περιλάμβαναν «λουκέτο» στα φυσικά καταστήματα αλλά και περιορισμό στην προσέλευση των καταναλωτών κατά την αρχική περίοδο της επαναλειτουργίας τους.
Στη χώρα μας, οι επιχειρήσεις βρέθηκαν μπροστά σε μία κατάσταση «έκτακτης ανάγκης» η οποία τις ανάγκασε να προσαρμοστούν γρήγορα στα νέα δεδομένα προκειμένου να καταφέρουν να επιβιώσουν και να μείνουν «ζωντανές». Έτσι, ενώ ο ψηφιακός μετασχηματισμός ήταν, αν όχι μία άγνωστη έννοια, στην καλύτερη περίπτωση μία όχι και τόσο μεγάλη προτεραιότητα, αυτό άλλαξε, και σημαντικές επενδύσεις πραγματοποιήθηκαν σε μικρό χρονικό διάστημα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι δεν ήταν μόνο οι μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις που δεν είχαν φροντίσει να πραγματοποιήσουν το κρίσιμο βήμα προς την ψηφιακή εποχή, αλλά ακόμα και μεγάλες επιχειρήσεις, όπως αλυσίδες σούπερ μάρκετ, που βρέθηκαν να αναζητούν τρόπους να παραμείνουν σε «επαφή» με τους πελάτες τους.
Η ελληνική πραγματικότητα
Παρά το γεγονός ότι η χώρα μας υστερούσε σημαντικά στον τομέα των online πωλήσεων, γρήγορα κατάφερε να καλύψει το χαμένο έδαφος, με αποτέλεσμα το 2023 να λειτουργούν σε αυτήν 102.900 e-shops. Αξίζει να σημειωθεί ότι η επίδοση αυτή τοποθετεί τη χώρα μας στην 25η θέση ανάμεσα σε 50 χώρες ανά τον πλανήτη με βάση τον αριθμό των e-shops που φιλοξενούνται επί ελληνικού εδάφους, με τις online πωλήσεις να εξελίσσονται σε κομβική οικονομική δραστηριότητα για τη χώρα, εισφέροντας ήδη το 7,9% του εγχώριου ΑΕΠ, έναντι 7,5% το 2022. Το ποσοστό αυτό μάλιστα έχει υπολογιστεί με τις online αγορές στα 17,3 δισ. ευρώ, καθώς υπάρχουν κι έρευνες που τοποθετούν το συγκεκριμένο ποσό στα 20,5 δισ. ευρώ.
Ανεξαρτήτως του ποσού, η Ελλάδα με τα 102.900 e-commerce sites ξεπερνάει χώρες όπως η Νέα Ζηλανδία (102.500 e-shops), η Δανία ( 99.200), η Τσεχία ( 96.800), η Αργεντινή (96.600 ), και η Ινδονησία (89.000). Σε παγκόσμιο επίπεδο, σύμφωνα με έκθεση της εταιρείας ψηφιακού marketing και online πωλήσεων Markinblog.com, αυτή τη στιγμή λειτουργούν παγκοσμίως 26,5 εκατ. e-shops. Η συντριπτική τους πλειοψηφία, με ποσοστό 53% (13.980 εκατ. e-shops) λειτουργεί, όπως ήταν αναμενόμενο στις ΗΠΑ. Καταλυτικό ρόλο στην πρωτιά αυτή διαδραματίζει η εξαιρετικά ψηφιοποιημένη φύση της αμερικανικής οικονομίας αλλά και η κουλτούρα των καταναλωτών που είναι συνδεδεμένη με τις διαδικτυακές αγορές.
Πόσα ξοδεύουν οι Έλληνες
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα στοιχεία της πρώτης πανελλήνιας έρευνας με θέμα «E-commerce logistics & last-mile orchestration: Διερευνώντας το ελληνικό οικοσύστημα του ηλεκτρονικού εμπορίου».
Σύμφωνα με τα πορίσματά της, οι Έλληνες δαπανούν κατά μέσο όρο 644 ευρώ σε φυσικά καταστήματα και 510 για ηλεκτρονικές αγορές. Ο τζίρος από το ηλεκτρονικό εμπόριο στην Ελλάδα αποτελεί το 6,9% του συνολικού τζίρου περίπου 40.000 επιχειρήσεων που απασχολούν 10 άτομα και άνω, που είχαν συνολικό κύκλο εργασιών 295,9 δισ. ευρώ.
Σε ό,τι αφορά τα ηλεκτρονικά καταστήματα που επιλέγουν οι Έλληνες για τις αγορές τους μέσω διαδικτύου, από την έρευνα προκύπτει ότι το 91% ψηφίζει τα ελληνικά. Αξίζει να σημειωθεί ότι η πολυκαναλική παράδοση μειώνει το κόστος logistics και αυξάνει σημαντικά το customer experience, ενώ το home delivery κοστίζει έως και πέντε φορές περισσότερο από τις παραδόσεις τύπου «click and collect» που αφορούν τα smart lockers.
Ο τρόπος λειτουργίας και οι προκλήσεις των e-shops
Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, οι αποθηκευτικοί χώροι που χρησιμοποιούνται κατά βάση από τα e-shops για in-house logistics είναι μικροί, χρησιμοποιούνται βασικά συστήματα αποθήκευσης (π.χ. ράφια ελαφρού τύπου, θυρίδες), ενώ οι διαδικασίες εντός της αποθήκης γίνονται χωρίς την υιοθέτηση εξειδικευμένων πληροφοριακών συστημάτων (κυρίως με αρχεία Excel & ERP).
Η πλειονότητα των e-shops (59%) επιλέγει την in-house αποθήκευση, ενώ ένα 27% των e-shops του δείγματος συνεργάζονται παράλληλα και με 3PLs κυρίως λόγω έλλειψης χώρου (λειτουργούν ως buffer areas). Τα e-shops (όσα δυνητικά θα είχε νόημα να πάνε σε λύση logistics outsourcing), δεν έχουν πεισθεί για τα οφέλη που θα αποκομίσουν. Θεωρούν πως το κόστος είναι σε αρκετές περιπτώσεις υψηλότερο ή ακόμα και εάν είναι ίδιο, θεωρούν πως χάνουν σε ευελιξία καθώς και στο end-to-end visibility το οποίο το θεωρούν κύριο συστατικό του customer experience που θέλουν να προσφέρουν στην πελατειακή τους βάση. Για τη συλλογή και διαλογή των παραγγελιών τα e-shops χρησιμοποιούν απλές-βασικές λύσεις και συστήματα. Μικρό ποσοστό αποτελεί η χρήση εναλλακτικών τεχνολογιών picking (πχ. light picking).
Προσπαθώντας να αυξήσουν την πελατειακή τους βάση, συνεργάζονται με πολλαπλές εταιρίες courier, προσφέρουν πολυκαναλικούς τρόπους παράδοσης, αλλά δεν έχουν αντιληφθεί πλήρως τον ρόλο που διαδραματίζουν τα logistics σε όρους κόστους, παραγωγικότητας και customer experience. Γι’ αυτό και η πλειονότητα των e-shops του δείγματος δεν έχει επενδύσει στον ψηφιακό μετασχηματισμό των διαδικασιών logistics τους.
Παρότι τα e-shops δεν προχωρούν με γοργούς ρυθμούς στον ψηφιακό τους μετασχηματισμό, η πλειονότητα αυτών έχει αντιληφθεί τη σημασία του. Παραμένει όμως ένα πολύ υψηλό ποσοστό εταιριών που ζητούν την υλοποίηση ενός πιλοτικού ώστε να διαπιστώσουν σε πρακτικό επίπεδο τα οφέλη που θα αποκομίσουν.
Ένα ενθαρρυντικό εύρημα της έρευνας ήταν ότι η πλειονότητα των πιλοτικών που έχουν τρέξει το τελευταίο χρονικό διάστημα αφορούν εξοπλισμό για τη διαχείριση παραγγελιών picker-to-goods & goods-to-picker καθώς και ρομποτικά συστήματα & αυτοματισμούς με έμφαση σε AGVs & AMR συστήματα.
Οι κύριοι λόγοι της χαμηλής ψηφιακής ωριμότητας, σύμφωνα με τους παρόχους τεχνολογιών, είναι η μη ύπαρξη εξειδικευμένων στελεχών και εργαζομένων, η έλλειψη χρηματοδοτικών εργαλείων για επενδύσεις σε πληροφοριακά συστήματα καθώς και η έλλειψη ψηφιακής κουλτούρας.
Tι φέρνει η επόμενη μέρα
Κοινή εκτίμηση είναι ότι ο κλάδος του ηλεκτρονικού εμπορίου θα αυξηθεί σημαντικά τα επόμενα έτη, ενώ στα επόμενα χρόνια ο φόρτος εργασίας θα αυξηθεί και θα απαιτηθούν περισσότεροι εργαζόμενοι (εάν δεν αυτοματοποιηθούν διαδικασίες). Ακόμα, αύξηση σε σημαντικό βαθμό θα παρουσιάσει η χρήση πληροφοριακών συστημάτων με ταυτόχρονο θετικό πρόσημο στις πωλήσεις και στην κερδοφορία.
Ως εκ τούτου, για να μπορέσουν οι εταιρίες (e-shops ή/και εταιρίες παροχής υπηρεσιών logistics) να ανταπεξέλθουν στις ολοένα και αυξανόμενες απαιτήσεις των τελικών πελατών θα πρέπει: α) να αποκτήσουν ψηφιακή κουλτούρα, β) να αναδιοργανώσουν τις διαδικασίες τους, γ) να εκπαιδεύσουν το προσωπικό τους και να προσελκύσουν στελέχη με εμπειρία και εξειδίκευση, δ) να επενδύσουν σε αυτοματισμούς και έξυπνα συστήματα. Όσες το κάνουν, θα καταφέρουν όχι μόνο να επωφεληθούν από τα οφέλη του e-commerce αλλά και να επικρατήσουν του ανταγωνισμού που γίνεται συνεχώς πιο έντονος.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.