Με μικρά σκαμπανεβάσματα, αλλά μία μακρόχρονη περίοδο οικονομικής ύφεσης, το ελληνικό επιχειρείν μπήκε, θέλοντας και μη, σε μία φιλοσοφία εξωστρέφειας, με διαδικασίες εξαγωγής προϊόντων και σχέσεις με το εξωτερικό, οι οποίες φαίνεται πως εντείνονται ανά τα χρόνια, καθώς, για τους περισσότερους, μάλλον το «πείραμα» πέτυχε.
Η διέξοδος στη διεθνή αγορά αποτελεί μία σημαντική «ανάσα» για κάθε είδους επιχείρηση, η οποία ποντάρει έτσι – μέσα από ένα τολμηρό εγχείρημα – σε νέα κέρδη, αλλά και αναγνωρισιμότητα και, στη συνέχεια, εδραίωση της παρουσίας τους και εκτός συνόρων.
Όσον αφορά αυτή την τάση, ενδιαφέρον παρουσιάζει έρευνα που επεξεργάστηκε ο ΣΕΒΕ (Σύνδεσμος Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδος) βασισμένος σε στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ. Όπως αναφέρουν τα ίδια στοιχεία, στις θετικές εξελίξεις συγκαταλέγεται η ταυτόχρονη μείωση των εισαγωγών της χώρας, μικρότερης όμως έντασης, κατά 6,3%.
Χαρακτηριστική είναι η σημαντική αύξηση εξαγωγών που παρουσιάζει ο κλάδος των τροφίμων κατά 47,7 εκατ. ευρώ, σε σύγκριση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο.
Σε ετήσιο επίπεδο, οι ελληνικές εξαγωγές τροφίμων το 2023 αυξήθηκαν κατά 12% σε σχέση με το 2022, φτάνοντας στα 9,13 δισ. ευρώ. Στην πραγματικότητα, ο κλάδος των τροφίμων είναι ο τρίτος πιο εξωστρεφής στην Ελλάδα, ακολουθώντας τα πετρελαιοειδή και τη βιομηχανία.
Με σταθερά βήματα, κάποιες από τις πιο μεγάλες εταιρίες ελληνικής ταυτότητας και μάλιστα διαφορετικών ειδών τροφίμων (από τη γαλακτοκομία και την αρτοποιία, μέχρι τα έτοιμα γεύματα σε κονσέρβες) συνεχίζουν να κοιτούν «προς τα έξω», βασίζοντας την κερδοφορία, αλλά και τη γενικότερη ανάπτυξή τους στις εξαγωγές. Συμπληρωματικά, αρκετές από αυτές προσπαθούν να εδραιώσουν την παρουσία τους στο εξωτερικό και μέσω των δημοσίων σχέσεων, δίνοντας «το παρών» σε διεθνείς εκθέσεις, χτίζοντας έτσι το διεθνές brand awareness τους.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι τα γαλακτοκομικά φαίνεται πως κερδίζουν την πρωτιά, όσον αφορά τις ελληνικές εξαγωγές.
ΚΡΙ ΚΡΙ: Από τις Σέρρες, σε ολόκληρη την Ευρώπη
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί αυτό της εταιρίας ΚΡΙ ΚΡΙ, δημιούργημα της οικογένειας Τσινάβου, που μετρά ήδη 70 χρόνια παρουσίας στον χώρο. Περισσότερο, μάλιστα από το 50% των πωλήσεών της, μεταφράζεται σε ξένες αγορές, κυρίως στην Ευρώπη. Το εκτόπισμα της εταιρίας, τόσο εντός, όσο και εκτός συνόρων, αποτυπώνεται στο γεγονός ότι πέρυσι, κατέγραψε πωλήσεις αξίας 210 εκατ. ευρώ.
Η ιστορία της ΚΡΙ ΚΡΙ ξεκινά στο μακρινό 1954, όταν ο Γιώργος Τσινάβος εμπνευστής και ιδρυτής της εταιρίας, δημιούργησε ένα συνοικιακό ζαχαροπλαστείο στην πόλη των Σέρρων. Σε αυτό, ο ίδιος παρήγαγε κυρίως παγωτά και είδη ζαχαροπλαστικής στην πόλη. Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα το γεγονός ότι οι πρώτες διανομές παγωτού γίνονταν με πλανόδιους πωλητές και ειδικά χειροκίνητα καροτσάκια που είχαν ως ψυκτικό μέσο τον πάγο και το αλάτι. Γρήγορα τα παγωτά ΚΡΙ ΚΡΙ κατάφεραν να βγουν από τα σύνορα της πόλης, ενώ τη δεκαετία του ’60, τοποθετήθηκαν τα πρώτα ηλεκτρικά ψυγεία με παγωτά στην αγορά των Σερρών. Μία νέα εποχή ήρθε λοιπόν για την ΚΡΙ ΚΡΙ, με τις δεκαετίες ’80 και ’90, να αποτελούν ορόσημα για την εταιρία, με την κατασκευή νέου εργοστασίου το 1987 και την παραγωγή γιαουρτιού, που αποτέλεσε ένα νέο εγχείρημα. Δεν άργησε να έρθει και το υποκατάστημα στην Αττική, με τα προϊόντα να γίνονται πλέον διαθέσιμα και για το κοινό της κεντρικής χώρας. Με αργά και σταθερά βήματα, η εταιρία εξαπλώθηκε, μέσα από ένα πανελλαδικό δίκτυο διανομής των προϊόντων της.
Τα «άλματα» της εταιρίας δεν σταμάτησαν εκεί, ούτε και το δημιουργικό πλάνο των ανθρώπων της. Το 2000, η Κρι Κρι παρουσίασε μία καινοτομία στην αγορά γιαουρτιού, λανσάροντας το «Σπιτικό», το πρώτο γιαούρτι σε οικογενειακή συσκευασία και γρήγορα κερδίζει τις πρώτες αναφορές στις έρευνες αγοράς. Από τότε, η εταιρία διαγράφει ένα δυναμικό success story και μπορεί αδιαμφισβήτητα να χαρακτηριστεί ως μία από τις πιο δυναμικές βιομηχανίες γαλακτοκομικών προϊόντων.
ZΑΝΑΕ: Η αρχόντισσα του «κονκασέ», κάνει τον γύρο του κόσμου
Σε παρόμοιο μήκος κύματος με την ΚΡΙ ΚΡΙ, κινείται και η εταιρία ΖΑΝΑΕ, η οποία, με έδρα και εγκαταστάσεις στη Θεσσαλονίκη, παράγει έτοιμα, συσκευασμένα φαγητά, όπως ντολμαδάκια, λαχανικά και φασόλια γίγαντες), ενώ κινείται και στην αρτοβιομηχανία, με προϊόντα όπως το ηλιέλαιο, το σουσάμι και η ζάχαρη. Οι πωλήσεις της εταιρίας στο εξωτερικό το 2023 έφτασαν να αναλογούν στο 65% του κύκλου εργασιών της, που ήταν περίπου 35 εκατ. ευρώ.
Η ΖΑΝΑΕ ιδρύθηκε πίσω στο 1930 και, σήμερα, αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες και δυναμικά αναπτυσσόμενες βιομηχανίες τροφίμων. Αρχικά ξεκίνησε τη λειτουργία της ως βιομηχανία παραγωγής ζύμης αρτοποιίας, αργότερα όμως επεκτάθηκε στην κονσερβοποιία (το 1939) την παραγωγή έτοιμου φαγητού, αλλά την επεξεργασία τομάτας.
Χρονιά- σταθμός της δραστηριότητάς της, αποτέλεσε το 1972 όταν και ίδρυσε το πρώτο εργοστάσιο παραγωγής προϊόντων τομάτας στην Ελλάδα στο Ζερβοχώρι Ημαθίας, γεγονός που τη συνέδεσε άρρηκτα με την τομάτα «κονκασέ», στο νου των καταναλωτών. Αναφορικά με τη διεθνή παρουσία της εταιρίας, σήμερα, τα προϊόντα ΖΑΝΑΕ εξάγονται σε περισσότερες από 50 χώρες, ενώ ένα μεγάλο ποσοστό του κύκλου εργασιών της εταιρίας προέρχεται από εξαγωγές που πραγματοποιούνται σε Ευρώπη, Ηνωμένες Πολιτείες, Καναδά, Αυστραλία, Μέση και Άπω Ανατολή.
Τα ντολμαδάκια της Paliria φτάνουν μέχρι την Κίνα
Συναφή πορεία έχει ακολουθήσει και η εταιρία Paliria που «κουβαλά» επίσης 65 χρόνια παρουσίας, ξεκινώντας από ένα μικρό χωριό, και φτάνοντας στον διεθνή χώρο. Το 2023, η Paliria έχει καταγράψει τζίρο που ξεπερνά τα 100 εκατ. ευρώ, ποσό που την κάνει να διατηρεί, μετά από τόσα χρόνια δραστηριότητας, τη θέση του leader στην αγορά των έτοιμων γευμάτων ραφιού. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι Το 2022 ο όμιλος παρουσίασε κύκλο εργασιών περίπου 76 εκατ. ευρώ από 60,7 εκατ. ευρώ το 2021, με καθαρά ενοποιημένα κέρδη 5,2 εκατ. ευρώ από 7,7 εκατ. ευρώ αντίστοιχα.
Για την ακρίβεια, η Paliria, της οικογένειας Σουλιώτη, ξεκίνησε το 1957 από την κουζίνα ενός παραδοσιακού σπιτιού, στο χωριό Πολιτικά της Εύβοιας. Το πρώτο προϊόν που διέθεσε στην τοπική αγορά τα χαρακτηριστικά ντολμαδάκια γιαλαντζί, που αρκετοί έχουμε συνδέσει με παιδικές αναμνήσεις από το οικογενειακό τραπέζι της Καθαράς Δευτέρας. Η απήχησή τους ήταν υψηλή και άρχισαν να πωλούνται και εκτός του χωριού, με την επωνυμία «ντολμαδάκια Paliria», ενώ έγιναν αφορμή για την παραγωγή και άλλων, σπιτικών έτοιμων γευμάτων.
Η οικογενειακή εταιρία κέρδισε γρήγορα έδαφος στην εγχώρια αγορά και στην προτίμηση των καταναλωτών. 20 χρόνια μετά την ίδρυση, ήρθε το πλάνο εξωστρέφειας, προωθώντας τα προϊόντα της και εκτός ελληνικών συνόρων. Οι εξαγωγές της, ξεκίνησαν ήδη από το 1974 με πρώτο σταθμό τις ΗΠΑ, Σήμερα, διαγράφει παρουσία σε περισσότερες από 60 χώρες παγκοσμίως, ενώ αξίζει να αναφέρουμε ότι ήδη από το 2000 δημιουργήθηκε η πρώτη εκτός συνόρων παραγωγική μονάδα στη Βουλγαρία, με την επωνυμία Paliria Bulgaria Ltd, ενώ αργότερα δημιουργήθηκε μία ακόμη. 8 χρόνια μετά την πρώτη μονάδα στη Βουλγαρία, η Paliria έφτασε μέχρι τη μακρινή Ασία και την Κίνα, με στόχο την ταχύτερη εξυπηρέτηση της Αμερικής και των χωρών της Μέσης Ανατολής.
Τέλος, το 2020 ιδρύθηκε και δεύτερη παραγωγική μονάδα εκτός Ευρώπης, αυτή τη φορά στην Ιορδανία, λόγω της αυξημένης απήχησης των προϊόντων στην Μέση Ανατολή.
Κύκνος: Το success story ενός αιώνα
Ένα ακόμη success story και μάλιστα, στο πιο διαχρονικό επίπεδο, καταγράφει η Κύκνος, που βρίσκεται πλέον υπό την καθοδήγηση του Αχιλλέα Αγγελόπουλου, με σημαντική αύξηση, άνω του 20% στον κύκλο εργασιών από τον Ιούλιο του 2022, έως τον Ιούνιο του 2023. Συγκεκριμένα, αυτός διαμορφώθηκε στα 36,3 εκατ. ευρώ, ενώ ανοδικά έχει κινηθεί και ο όγκος των πωλήσεων, κατά 4,7%.
Ένας ολόκληρος αιώνας έχει περάσει από τη στιγμή που η ελληνική εταιρία Κύκνος δημιούργησε την πρώτη της κονσέρβα και οι άνθρωποι της τότε δε φαντάζονταν την συναρπαστική πορεία που θα ακολουθούσε.
Η ιστορία της ξεκίνησε την 1η Απριλίου 1915 στο Ναύπλιο, σε ένα μικρό συσκευαστήριο λαχανικών και τοματοπολτού. Με την ίδρυση της βιομηχανίας άνοιξαν νέοι ορίζοντες στην επεξεργασία και συντήρηση πρώτων υλών της Αργολικής γης και άλλων περιοχών που μέχρι τότε παρέμεναν αναξιοποίητα. Το 1928 ιδρύθηκε το εργοστάσιο της εταιρίας στο Ναύπλιο, όπου η εταιρία εγκατέστησε τους πρώτους ταχυσυμπυκνωτές χυμού τομάτας για παραγωγή τοματοπολτού. Το 1960, η εταιρία αγοράζει το εργοστάσιο «Αργολική» που ήδη λειτουργούσε στην περιοχή της Αργολίδας, ενώ το το 1963, η εταιρία ίδρυσε εργοστάσιο στο χωριό Σαβάλια του Νομού Ηλείας, ώστε να αξιοποιήσει την πλούσια παραγωγή τομάτας του κάμπου της Ηλείας.
Σταδιακά ήρθαν όλο και περισσότερα προϊόντα, με βάση πάντα την τομάτα, σε διάφορους τύπους συσκευασιών, ενώ, έχοντας ήδη ξεκινήσει να εφοδιάζει με προϊόντα και την Αθήνα, η εταιρία τη δεκαετία του 70, απέκτησε παγκόσμια εξαγωγική δραστηριότητα, ενώ παράλληλα αποτελεί προμηθευτή τοματοπολτού παγκοσμίως σε γνωστές εταιρίες τροφίμων.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.