Σε μία νέα εποχή βαδίζει η Alpha Bank, μετά τις σημαντικές αλλαγές που έχουν προκύψει το τελευταίο διάστημα, με κορυφαία, φυσικά, την αποεπένδυση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και την είσοδο της ιταλικής UniCredit.
Υπενθυμίζεται ότι τον Νοέμβριο του 2023 πραγματοποιήθηκε μία ιστορική στιγμή για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, καθώς μετά από διαπραγματεύσεις αποφασίστηκε η πώληση του ποσοστού που κατείχε το ΤΧΣ στην Alpha Bank στον ιταλικό τραπεζικό κολοσσό.
To μεγάλο deal έκλεισε έναντι τιμήματος περίπου 293,5 εκατ. ευρώ, για την αγορά του 8,9781% του μετοχικού κεφαλαίου της Alpha Bank. Η μεταβίβαση επιτεύχθηκε μετά τη βελτιωμένη τιμή που υπέβαλε η UniCredit για την απόκτηση 211.138.299 μετοχών της τράπεζας, ανεβάζοντας την τιμή σε 1,39 ευρώ ανά μετοχή, από 1,33 ανά μετοχή που ήταν η προηγούμενη προσφορά. Υπενθυμίζεται ότι το ΤΧΣ είχε πραγματοποιήσει νωρίτερα ανταγωνιστική διαδικασία, χωρίς όμως να προκύψει άλλος ενδιαφερόμενος επενδυτής.
Χωρίς αμφιβολία ήταν μια εξαιρετικά σημαντική εξέλιξη, αφού όχι μόνο η Alpha Bank έγινε ξανά 100% ιδιωτική τράπεζα αλλά και επειδή, επί της ουσίας, μιλάμε για την πρώτη μεγάλη στρατηγική επένδυση ευρωπαϊκής τράπεζας που πραγματοποιείται στην Ελλάδα μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, και της κρίσης στην Ευρωζώνη, που είχε ως αποτέλεσμα την αποεπένδυση των ξένων τραπεζών από τη χώρα μας, και μάλιστα όχι με ιδανικές συνθήκες.
Πλέον όμως οι εποχές έχουν αλλάξει σημαντικά κι έτσι η επένδυση της ιταλικής τράπεζας στην Alpha Bank αποτέλεσε ταυτόχρονα και ψήφο εμπιστοσύνης όχι μόνο για την ίδια την τράπεζα αλλά ευρύτερα για το εγχώριο τραπεζικό σύστημα και την ελληνική οικονομία.
Τεράστιο το επενδυτικό ενδιαφέρον
Ο νέος αέρας που πνέει στην Alpha Bank αποτυπώνεται και στο υψηλό επενδυτικό ενδιαφέρον που παρουσιάστηκε από επενδυτές αναφορικά με την έκδοση του ομολόγου senior preferred ύψους 400 εκατ. και διάρκειας 6,25 χρόνων.
Συγκεκριμένα, περισσότεροι από 100 επενδυτές προσέφεραν πάνω από 1,25 δισ. ευρώ, με αποτέλεσμα να επιτευχθεί μέσα σε λίγες ώρες υπερκάλυψη πάνω από 3 φορές.
Το πόσο σημαντική είναι η επένδυση της UniCredit μπορεί να το αντιληφθεί κάποιος από το γεγονός ότι o 80% της έκδοσης τοποθετήθηκε εκτός Ελλάδας. Με λίγα λόγια, οι επενδυτές εκτός Ελλάδας έχουν πάρει το «σήμα» ότι οι προοπτικές τόσο της συγκεκριμένης τράπεζας, όσο και της ελληνικής οικονομίας αξίζουν να λάβουν την εμπιστοσύνη τους. Σχολιάζοντας μάλιστα την συγκεκριμένη εξέλιξη οι άνθρωποι του ομίλου τόνιζαν ότι επιβεβαιώνει αφενός την υψηλή ζήτηση για ελληνικά αξιόγραφα και αφετέρου τη δυναμική που δημιούργησε η συμφωνία ορόσημο της Τράπεζας με την UniCredit.
Το 63% της έκδοσης τοποθετήθηκε σε διαχειριστές κεφαλαίων και το 27% σε τράπεζες και wealth management συνδυαστικά., ενώ το ονομαστικό επιτόκιο της έκδοσης διαμορφώθηκε στο 5% και η απόδοση στο 5,125%, έναντι αρχικών εκτιμήσεων για 5,50%. Υπενθυμίζεται ότι μιλάμε για την τρίτη έκδοση ομολόγου της Τράπεζας μέσα σε διάστημα 12 μηνών.
Τι οδήγησε στη συγκεκριμένη απόφαση
Το σημείο-κλειδί προκειμένου η διοίκηση της Alpha Bank να αποφασίσει την πραγματοποίηση της ομολογιακής έκδοσης δεν είναι άλλο από τη σημαντική αποκλιμάκωση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων, σε συνδυασμό πάντα με την εξαιρετικά υψηλή ζήτηση που έχουν τα ελληνικά αξιόγραφα στην επενδυτική κοινότητα.
Στους κόλπους της ελληνικής τράπεζας, βαρόμετρο για να ληφθεί η απόφαση για την νέα επιτυχημένη έκδοση ήταν η αξιοσημείωτη μείωση της απόδοσης στη δευτερογενή αγορά, από 7% σε 5,15% του υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας ομολόγου (senior preferred bond) ύψους 500 εκατ. ευρώ που εκδόθηκε τον περασμένο Ιούνιο.
Όπως σημειώσαμε και νωρίτερα, η νέα έκδοση ολοκληρώθηκε με απόδοση 5,125% και αφορά μεγαλύτερη κατά ένα έτος χρονική διάρκεια σε σχέση με την εναπομένουσα διάρκεια του ομόλογου του Ιουνίου. Η μείωση της απόδοσης, σε μεγάλο βαθμό, οφείλεται στις νέες προοπτικές ανάπτυξης που δημιουργεί στον όμιλο η επίτευξη της στρατηγικής συνεργασίας Αlpha Bank-UniCredit.
Φυσικά, δε θα μπορούσε κανείς να μην υπολογίσει και την μεγάλη επιτυχία ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας από την Ελλάδα, η οποία μάλιστα επισημοποιήθηκε από τρεις βασικούς οίκους αξιολόγησης, όπως φυσικά και τα ισχυρά θεμελιώδη μεγέθη που παρουσιάζει η ελληνική οικονομία, τα οποία σε συγκριτικό επίπεδο, αναμένεται να ξεπεράσουν τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Τέλος, ένας ακόμα λόγος της υψηλής ζήτηση για τραπεζικά ομόλογα είναι και η υψηλή ρευστότητα που παρουσιάζουν τα συγκεκριμένα αξιόγραφα, καθιστώντας τα ιδανικά για επενδυτές που θέλουν να αποκτήσουν έκθεση στην ελληνική αγορά.
Στα 2,3 δισ. μειώνονται τα NPE του 2023
Την ίδια ώρα, χωρίς τυμπανοκρουσίες, η Alpha Bank έχει ξεκινήσει από το τέλος του 2023 διαδικασία πώλησης/τιτλοποίησης χαρτοφυλακίου με «κόκκινα» και ρυθμισμένα στεγαστικά δάνεια, με αποτέλεσμα να αναμένεται να εμφανίσει στα οικονομικά της αποτελέσματα για το τελευταίο τρίμηνο του 2023 μειωμένα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα.
Η κίνηση αυτή αφορά στο χαρτοφυλάκιο με την επωνυμία «Γαία», στο οποίο περιλαμβάνονται δάνεια μικτής λογιστικής αξίας περίπου 500 εκατ. ευρώ και χωρίζεται σε δύο υποχαρτοφυλάκια. Σύμφωνα με πληροφορίες, σε πρώτο στάδιο η επιθυμία της τράπεζας ήταν να προχωρήσει στην πώλησή του. Τελικά, η σκέψη αυτή δεν πραγματοποιήθηκε καθώς στο τραπέζει βρίσκεται η εξέταση της δυνατότητα τιτλοποίησης, με αίτηση ένταξης των ομολογιών υψηλής διαβάθμισης (senior notes) στο σχήμα κρατικής εγγυοδοσίας Ηρακλής ΙΙΙ.
Θεωρείται δεδομένο, με βάση και το γεγονός ότι η διαδικασία ξεκίνησε πριν ολοκληρωθεί το 2023, ότι το χαρτοφυλάκιο ταξινομήθηκε στα προοριζόμενα προς πώληση. Έτσι, στα αποτελέσματα 4ου τριμήνου, που θα ανακοινώσει η Alpha Υπηρεσιών και Συμμετοχών στις 7 Μαρτίου, τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα αναμένεται να έχουν μειωθεί, ως αποτέλεσμα της συγκεκριμένης αναταξινόμησης, σε 2,3 δισ. ευρώ, από 2,8 δισ. ευρώ που ήταν στις 30/9.
Η εξέλιξη αυτή διαμορφώνει μία πολύ θετική πραγματικότητα για την τράπεζα, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι το χαρτοφυλάκιο εξυπηρετούμενων δανείων εκτιμάται ότι στο τέλος του 2023 διαμορφώθηκε σε επίπεδα 32,5 με 32,6 δισ. ευρώ, δηλάδη επιπλέον 1 δισ. ευρώ κατά τη διάρκεια του 2023. Αν στα νούμερα αυτά συνυπολογιστούν και οι senior notes τίτλοι, που κατέχει ο όμιλος, η σχέση μη εξυπηρετούμενων δανείων προς το σύνολο των χορηγήσεων (NPE ratio) υποχωρεί κάτω από τα επίπεδα του 6% από 7,2% στις 30/9.
Σε κάθε περίπτωση, είναι φανερό ότι τόσο η ελληνική οικονομία και το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, όσο και η ίδια η Alpha Bank έχουν εισέλθει σε μία νέα εποχή, που χαρακτηρίζεται από την δυναμική επιστροφή του ιδιωτικού τομέα, τις ξένες επενδύσεις και την δημιουργία μίας πιο υγειούς κατάστασης στον τομέα των «κόκκινων δανείων».
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.